Σάββατο 6 Απριλίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ


Στη χώρα μας, όπως και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την οικονομική κρίση η καπιταλιστική εξουσία πετυχαίνει να επιβάλλει την  τάξη προς όφελός της και να πραγματοποιήσει την αναδιάρθρωση  των παραγωγικών σχέσεων τόσο πιο εύκολα, όσο οι αμυντικές γραμμές των εργαζομένων εξασθενούν, ιδιαίτερα όταν η συνδικαλιστική μαχητικότητα εξουδετερώνεται για μια μακρόχρονη περίοδο. Από την κυρίαρχη εξουσία πάντα γίνεται προσπάθεια η συνδικαλιστική πάλη, παραμένοντας κάτω από τον έλεγχο της, να εκφυλίζεται και να εξασθενεί έτσι ώστε να μην οξύνονται οι αντιθέσεις. Κατά συνέπεια,  μόνοι κι εκτεθειμένοι στην καπιταλιστική επίθεση  οι εργαζόμενοι, εξαντλημένοι από μακροχρόνιες προσπάθειες χωρίς απτά αποτελέσματα, μπορούν πιο εύκολα να χρησιμοποιηθούν για την αναδιάρθρωση που χρειάζεται και επιβάλλει το κυρίαρχο σύστημα εις βάρος τους.   
               Είναι οι συνθήκες εκμετάλλευσης που ωθούν τους εργαζόμενους να αγωνιστούν συλλογικά και έτσι να ισχυροποιήσουν τον εαυτό τους ως τάξη με συμφέροντα χωριστά και αντίθετα με αυτά του κεφαλαίου. Μέσω των συνδικάτων, οι εργαζόμενοι βελτιώνουν τις πιθανότητες προστασίας τους από τις απαιτήσεις των εργοδοτών τους. Το κάνουν αυτό με δράσεις που λαμβάνονται από κοινού και προς όφελος όλων των μελών τους. Από την άλλη οι εργοδότες πρέπει να βασίζονται όλο και περισσότερο στο κράτος για υποστήριξη σε συγκρούσεις με τους εργαζόμενους. Αυτό απαιτεί οι εργαζόμενοι να δρουν σε δύο μέτωπα, ένα που αντιμετωπίζει την καπιταλιστική επιχείρηση και ένα άλλο που  αντιμετωπίζει το καπιταλιστικό κράτος. Δηλ. οι εργαζόμενοι είναι ανάγκη να συμμετέχουν  σε πολιτικό αγώνα παράλληλα με τον αγώνα για βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους. Αυτή η επέκταση του αγώνα επιτρέπει στους εργαζόμενους να παρεμβαίνουν και στο επίπεδο της κοινωνίας και πολιτικής  που σχεδιάζεται κατά τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης και όχι μόνο στο χώρο εργασίας. Ομοίως, η ανάπτυξη συνδικαλιστικών οργανώσεων σε μεγαλύτερες οργανώσεις, που λειτουργούν σε εθνική κλίμακα, αντανακλά την ανάγκη των εργαζομένων να αυξήσουν την δύναμή  τους επεκτείνοντας την ταξική αλληλεγγύη τους. Η  ανάπτυξη λοιπόν των συνδικάτων αντικατοπτρίζει και αναζωπυρώνει την ταξική συνείδηση.
Κι αν οι  αγώνες από ένα ακμαίο εργατικό κίνημα επέβαλλαν μεταπολεμικά  την ύπαρξη των συνδικάτων ως μόνιμες οργανώσεις στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος που προσπαθούσε να εξουδετερώσει κάθε κομμουνιστική επιρροή, αυτό δεν σήμαινε πως οι καπιταλιστές δεν τα φοβόντουσαν και δεν τα πολεμούσαν στην πραγματικότητα. Εξάλλου αυτή η ανοχή του καπιταλισμού για τα συνδικάτα ως …κατώτερους εταίρους οφειλόταν στην αναγνώριση του καπιταλισμού της ανάγκης για κοινωνική σταθερότητα, που οι ταξικοί αγώνες απειλούσαν.
               Κι έτσι οι ίδιες οι συνθήκες που έκαναν αναγκαία τα συνδικάτα, ισχυροποιώντας τους εργαζόμενους,  οι ίδιες αυτές συνθήκες χρησιμοποιούνται από τους εργοδότες για να δημιουργούν ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων, ν’ αναπτύσσουν τον ατομικισμό και την παθητικότητα, για να αυξάνει η δεκτικότητά τους στην ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης, με τις κυβερνήσεις να επιδιώκουν την άσκηση ασφυκτικού ελέγχου, από τη βάση μέχρι την κορυφή,  στο συνδικαλιστικό κίνημα προσπαθώντας να το διασπάσουν.  Αυτές οι τάσεις, ισχυροποίηση συνδικαλισμού και έλεγχός του από την εξουσία, δεν εξουδετερώνουν η μια την άλλη, αλλά δίνουν στον ταξικό αγώνα μια πορεία με προόδους και υποχωρήσεις, με περιόδους αυξανόμενης ταξικής συνείδησης και περιόδους «κοινωνικής ειρήνης» και παθητικότητας.       
Τις τελευταίες δεκαετίες, με κατασυκοφαντημένη την κομμουνιστική προοπτική, απαξιωμένους τους εργατικούς αγώνες, χωρίς το αντίπαλον δέος της ΕΣΣΔ, ο καπιταλισμός αισθάνεται δυνατός για  να μην επιτρέπει να υπάρχει τίποτε που μπορεί να απειλεί το κεφάλαιο, χωρίς να είναι αναγκαίο να ασκεί άμεση καταπίεση. Αναλόγως λοιπόν με το τι συμφέρει στην αξιοποίηση του κεφαλαίου περιθωριοποιεί, εξαφανίζει ή ενσωματώνει  θεσμούς, κόμματα, οργανώσεις κλπ. Έτσι έχοντας αναγκαστεί να αποδεχτεί  τη μονιμότητα των συνδικάτων ως κοινωνικών θεσμών προσπαθεί αυτά να γίνουν μέρος του κεφαλαίου, ευνοώντας  την αυτονομία των θεσμικών οργάνων από τους εργαζόμενους, την ανάπτυξη ιεραρχικών κι αυταρχικών στάσεων και σχέσεων που διαφοροποιούν τα συμφέροντα των εκπροσώπων απ’ αυτά της εργατικής τάξης ως συνόλου.
               Όλες λοιπόν αυτές οι ενέργειες της ΓΣΕΕ σχετικά με τη διεξαγωγή του συνεδρίου της δεν αντικατοπτρίζουν παρά το ρόλο που θέλει η κυρίαρχη τάξη να διαδραματίζουν τα συνδικάτα,  με συνδικαλιστές να συμπλέουν με την κυβέρνηση και να θέτουν σε πρώτη μοίρα τα συμφέροντά τους από εκείνα των εργαζομένων. Η ΓΣΕΕ  ελεγχόμενη από την κυρίαρχη εξουσία, με επίφαση δημοκρατικότητας, συνομιλεί με την κυβέρνηση και την εργοδοσία για την οικονομική πολιτική των εργαζομένων χωρίς όμως ουσιαστικά να τους εκπροσωπεί, παρά μπλοκάροντας όποια κινητοποίηση και συμβάλλοντας στην υλοποίηση της αντεργατικής πολιτικής.
 Η κινητοποίηση του  ΠΑΜΕ για ματαίωση  του συνεδρίου της ΓΣΕΕ «συνέδριο –παρωδία με νόθους αντιπροσώπους και ιδιοκτήτες Ανωνύμων Εταιρειών», για να πραγματοποιηθεί πραγματικό εργατικό συνέδριο, υπερασπίζεται το δικαίωμα των εργαζομένων να «έχουν οργανώσεις ανεξάρτητες από την παρέμβαση της εργοδοσίας και του κράτους». Γι’ αυτό και η «χυδαία επίθεση» από τη Ν.Δ  στο ΚΚΕ και στον Γενικό του Γραμματέα μ’ ένα αποκαλυπτικό των στόχων της αντικομμουνισμό, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ υποκρίνεται τον αμερόληπτο κι αμέτοχο κριτή, προσπαθώντας να κρατήσει ίσες αποστάσεις, για να ταυτίσει δράσεις του ταξικού κινήματος μ’ εκείνες των γραφειοκρατών συνδικαλιστών,  εργοδοσίας, φασιστών.
               Κι αν δέχτηκε τέτοια σφοδρή επίθεση το ΠΑΜΕ από την ΓΣΕΕ, που μιλά για «μεθόδους κομματικής μαφίας», είναι γιατί στα γεγονότα της Ρόδου για άλλη μια φορά αποδείχτηκε πως η  σημαντικότερη πρακτική επίδοση των κομμουνιστών στον αγώνα των εργαζομένων έγκειται ακριβώς στην οργάνωση εκείνων των μέσων πάλης που κάθε φορά  είναι τα κατάλληλα για αυτούς τους αγώνες.
               Τα διαδραματιζόμενα λοιπόν στο επιχειρούμενο συνέδριο της ΓΣΕΕ αποδεικνύουν και πάλι την αναγκαιότητα ύπαρξης του Κομμουνιστικού Κόμματος, που οργανώνει τους εργαζόμενους και συσπειρώνει τα πλέον αγωνιστικά στοιχεία.  Γιατί μόνο μέσα από τον ενωμένο και συντονισμένο  αγώνα των εργαζομένων είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί η επίθεση που αυτοί δέχονται. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: