Κυριακή 7 Απριλίου 2013

ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ



           Το βασικό ζήτημα που τίθεται και πάλι με αφορμή  τον προσυνεδριακό διάλογο του ΚΚΕ είναι αυτό των συμμαχιών, που ιδιαίτερα όσοι αυτοχαρακτηρίζονται αριστεροί  επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους.   Βέβαια, καμιά πρόταση ή κριτική δεν είναι πολιτικά ουδέτερη, αντίθετα εμπεριέχει  άρρητα τις θεωρητικές-ιδεολογικές  της συντεταγμένες και συγχρόνως οριοθετεί το περιθώριο των δυνατών πολιτικών συσπειρώσεων. Το πρόβλημα είναι ότι το σύνολο  σχεδόν των προτάσεων εγκαταλείπουν στη σιωπή το ζήτημα της στρατηγικής απέναντι στο κυρίαρχο κοινωνικό σύστημα, τον καπιταλισμό, που είναι το κομβικό σημείο για τη δημιουργία συμμαχιών. Είναι προφανές ότι  οι διαφορές στη στρατηγική, ακόμα κι αν δεν δηλώνονται ρητά στις προτάσεις για αριστερές συμμαχίες, καθορίζουν και το εύρος των συμμαχιών, αλλά και τη σκοπιμότητά τους
            Μετά τη μεταπολίτευση η τάση που αναπτύχθηκε και κυριάρχησε ήταν η βασική στρατηγική θέση της σοσιαλδημοκρατίας, ότι ο σοσιαλισμός θα είναι το αποτέλεσμα μακροχρόνιων μεταρρυθμιστικών βελτιώσεων του κοινωνικού συστήματος με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και οι μεταρρυθμίσεις  αυτές  θα προκύπτουν από τις διεκδικήσεις και τους κοινωνικούς αγώνες της εργατικής τάξης. Ουσιαστικά, μετά τη μεταπολίτευση αποδεχτήκαμε τη  διαχείριση του υπάρχοντος συστήματος συν κάποιες κοινωνικές παροχές.  Εκσυγχρονισμένοι, ακολουθήσαμε την τακτική  των αστικών δημοκρατιών της Δύσης, με την εναλλαγή δυο αστικών κομμάτων στην εξουσία. Βγαίνοντας από μια δικτατορία,  ακόμα και ριζοσπαστικοποιημένες λαϊκές μάζες εγκλωβίστηκαν ή και εκφράστηκαν μέσα από το ΠΑΣΟΚ και  σε αντιδεξιές συσπειρώσεις στις οποίες και το  ΚΚΕ πρόσφερε  κριτική υποστήριξη. Εξάλλου δεν έμοιαζε, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, να υπάρχει σ’  αυτό κάποια αντίφαση.  Το κομμουνιστικό κίνημα στο  δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο βρέθηκε  υποχρεωμένο να λειτουργήσει πρωταρχικά  ως αντιφασιστική δύναμη και όχι κυρίως και μόνο ως δύναμη κοινωνικής ανατροπής, κι αυτό  στη δική μας χώρα παρατάθηκε άλλα τριάντα χρόνια. Ήταν φυσικό λοιπόν μετά την πτώση της χούντας να διατηρείται ο αντιδεξιός χαρακτήρας των αριστερών κινημάτων που συνοδευόταν από αιτήματα για μια πολιτική κοινωνικών παροχών. Το μάξιμουμ ήταν το αριστερό κράτος πρόνοιας. Άλλωστε, ουσιαστικά πουθενά  στην Ευρώπη δεν ετίθετο  το πρόβλημα της σοσιαλιστικής επανάστασης, της κοινωνικής ανατροπής. Και το ΚΚΕ δεν ακολουθούσε μια πολιτική  σύγκρουσης, ρήξης, υπήρχε δηλ. αποσύνδεση του τρέχοντος και του στρατηγικού.
           Με την κρίση όμως και την ανασύνταξη του καπιταλισμού άλλα πια θα πρέπει να είναι τα αιτήματα, άλλοι οι στόχοι. Οι πολιτικές επιλογές των κυρίαρχων κέντρων συμπυκνώνουν την κατά μέτωπο επίθεση που δέχεται ο κόσμος της εργασίας συνολικά από το κυρίαρχο πολιτικοοικονομικό σύστημα. Επομένως, σε συνθήκες οικονομικής εξουθένωσης και κοινωνικής εξαθλίωσης ο μόνος στόχος  των υποτελών τάξεων θα πρέπει να είναι πια της κοινωνικής ανατροπής και  οι τακτικές επιλογές  δεν μπορεί παρά να τείνουν προς τη διαμόρφωση ενός  αντικαπιταλιστικού μετώπου. Γι’  αυτό και  η διαμόρφωση των συμμαχιών  δεν μπορεί παρά να  στοχεύει σε μια αντικαπιταλιστική προοπτική, σε μια προοπτική ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και  οι ταξικές συμμαχίες που θα διαμορφωθούν  θα πρέπει να συμπυκνώνουν στοιχεία του κοινωνικού  σχίσματος. Εφόσον μάλιστα  η εργατική τάξη εξακολουθεί να βρίσκεται στην καρδιά της εκμετάλλευσης δεν είναι δυνατό να γίνει υπέρβαση του καπιταλιστικού συστήματος εν ονόματι της κατεξοχήν κυριαρχούμενης τάξης χωρίς την άμεση συμμετοχή της. Το ζητούμενο λοιπόν είναι η αναζήτηση του πεδίου συμμαχίας της με τα λαϊκά  στρώματα που υφίστανται  επίσης την εκμετάλλευση και τη νέα μικροαστική τάξη.
          Οι ίδιες οι δυνάμεις όμως  που προτείνουν συμμαχίες, με προεξάρχοντα τον ΣΥΡΙΖΑ, κάθε άλλο παρά επιδιώκουν τη δημιουργία μετώπου  σε μια αντικαπιταλιστική προοπτική, σε μια προοπτική ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, του αστικού κράτους. Ο ορίζοντας της ρήξης τους εκτείνεται μέχρι  την πτώση της συγκεκριμένης κυβέρνησης.  Και σε μια κοινωνία με περιορισμένη διαθεσιμότητα για τις ιδέες της ανατροπής,  με έναν διαφημιζόμενο αριστερό λόγο που υπόσχεται επιστροφή σε καταστάσεις οικονομικής σταθερότητας, η διαμόρφωση των οποίων είναι αποτέλεσμα επιτυχούς διαπραγμάτευσης και μόνο, το αίτημα για συμμαχίες με σκοπό την καλύτερη διαπραγμάτευση συντελεί στη διαιώνιση μιας συναίνεσης  που ενισχύει το μέτωπο της κυρίαρχης εξουσίας για να επιβάλλει απρόσκοπτα τα αντιλαϊκά μέτρα της.  ΑΝΕΛ και ΣΥΡΙΖΑ καλούν στη δημιουργία ευρύτατων συμμαχιών όπου όλοι θα μπορούν να συμμετέχουν, να υποθέσουμε μηδέ τραπεζιτών, βιομηχάνων, επιχειρηματιών  εξαιρουμένων, αρκεί  στην τελική να χαρακτηρίζονται από ατομική εντιμότητα για να υπάρξουν και επενδύσεις… παραγωγικές και όχι μόνο πειρατικές.  
      Σίγουρα, οι ευρύτατες ταξικές συμμαχίες είναι απαραίτητες όπως και χρήσιμες είναι οι συζητήσεις  και οι συγκρούσεις σε θέματα πολιτικής, εφόσον είναι και οι διαμάχες που μπορούν να τροποποιήσουν τις αντιλήψεις μας. Γιατί μπορεί η ίδια η αντικειμενική πραγματικότητα, με την πολιτική που επιβάλλεται τρία χρόνια τώρα, να  ασκεί πίεση στους εργαζόμενους, άνεργους, υποαπασχολούμενους κλπ. αλλά η κοινωνική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί μάλλον ακόμα  τροφοδοτεί τη διάθεση  των ανθρώπων (αγανάκτηση, θυμό, κλπ) παρά που μεταβάλλει  τις  απόψεις τους.      
              Κι εδώ είναι που  εμφανίζονται οι δυσκολίες και οι προβληματισμοί πολλαπλασιάζονται.  Το αίτημα της κοινωνικής ρήξης  είναι υπαρκτό κοινωνικό αίτημα, προκύπτει από την πάλη των τάξεων στην Ελλάδα σήμερα; Παράγονται μέσα από την κίνηση  των τάξεων και των στρωμάτων αντιλήψεις για κοινωνική ανατροπή ή  αντίθετα ακόμα κινούμαστε  στο επίπεδο διεκδικήσεων ρεφορμιστικού  τύπου; Από τη στιγμή που η πολιτική ηγεμονία των κυρίαρχων τάξεων διαμορφώνεται στο πεδίο του κράτους,  η ενότητα των υποτελών τάξεων έχει γίνει συνείδηση ότι για να υπάρξει χρειάζεται το κόμμα της εργατικής τάξης, το κομμουνιστικό;
        Στην τελική, το άμεσο  υπαρκτό πρόβλημα είναι ποιος θα εκμεταλλευτεί αυτές τις συνθήκες παίρνοντας πρωτοβουλίες. Ένας αταξικός δήθεν  ενωτικός λόγος ή ο  κομμουνιστικός;
        Ένας υποτιθέμενος  ενωτικός λόγος, χωρίς ταξική βάση με νεφελώδη προοπτική  και  υποστηρικτική θέση απέναντι στο καπιταλιστικό σύστημα που  επιδιώκει την προώθησή του στην κοινωνία πριν καταφέρει ο κομμουνιστικός λόγος να καταστήσει τις ιδέες του υλική δύναμη και γίνει αφετηρία  οργάνωσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών, απλώς εξωραΐζει την υπάρχουσα κατάσταση  και τροφοδοτεί τις αυταπάτες.

     

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Τερμα πια στις αυταπατες η με το κεφαλαιο η με τους εργατες.Εχει φτασει πια η αριστερα οπως λεει ,που θα διαχειριστει πιο καλα απο τους καπιταλιστες,τον σαπιο καπιταλισμο,να μη μιλαει τωρα ουτε για επαναφορα μισθων και φορων στην προ κρισης εποχη.Τα καμμενα προεκλογικα χαρτια,αντικατασταθηκαν απο τον Καμμενο. Τις.