Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

ΜΕ ΕΠΑΡΣΗ ΚΑΙ ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ

 

Με έπαρση και αλαζονεία που σταθερά χαρακτηρίζουν τον Κ. Μητσοτάκη, ως εκπρόσωπο της άρχουσας τάξης στην πολιτική ηγεσία, ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στη βουλή πάνω στην τροπολογία για την προστασία του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη επικαλέστηκε την ιερότητα του μνημείου και την ενότητα την οποία συμβολίζει, για να δικαιολογήσει τα μέτρα για περιορισμό διαδηλώσεων στον πέριξ του μνημείου χώρου. Ο οποίος περιορισμός, επιμένει να ισχυρίζεται, δεν σχετίζεται με κανέναν περιορισμό δικαιωμάτων, αλλά αντίθετα με «αποκατάσταση των πραγμάτων και μαζί της την αποκατάσταση των  αξιών». Στην ουσία, με τη διάταξη που ψηφίστηκε προστέθηκε άλλο ένα μέτρο περιστολής δικαιωμάτων που μεταμφιέστηκε σε ενδιαφέρον για προστασία του μνημείου και των συμβολισμών του.
         Και επιδεικνύεται εμπράκτως ο κυβερνητικός αυταρχισμός με τα ΜΑΤ που δραστηριοποιούνται με ξύλο και χημικά  σε κάθε διαμαρτυρία, είτε εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών είτε γενικά εργαζομένων.  Δεν έχει προλάβει να ψηφιστεί η τροπολογία με τις απαγορεύσεις   για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και αστυνομικές δυνάμεις, σε επίδειξη δύναμης,  εμφανίζονται πέριξ του μνημείου είτε μόλις πλησιάζουν διαδηλωτές είτε γίνονται οποιεσδήποτε εκδηλώσεις, όπως οι παρελάσεις επετείων.
Και είναι αυτή μια ακόμα ενέργεια της κυρίαρχης εξουσίας που υποκρίνεται ότι ανέχεται δράσεις διαμαρτυρίας, αρκεί να  διατηρούν ένα χαρακτήρα γενικότητας και  ιδεαλισμού, για να επαίρεται για μια ιδεολογική ελευθερία που δεν της στοιχίζει τίποτε. Και μ’ αυτόν τον τρόπο να δικαιώνεται η αντίληψη ότι η αστική μας δημοκρατία αντέχει τον αντιπολιτευτικό λόγο, ώστε αυτός να ρίχνει τη σκιά του  και να θολώνει  η διφορούμενη έννοια της φουσκωμένης από ευγενικές αρχές δημοκρατίας μας που φλερτάρει με το φασισμό.
Και καθώς για την κυβέρνηση η «επικοινωνία» έχει απομείνει η  μοναδική σταθερά της ως απόλυτη αξία που γίνεται αντιληπτή αυτόνομα ως αυτοσκοπός, η ίδια μαζί με τα προσκείμενα μέσα ενημέρωσης εστιάζουν στα ασήμαντα που τα σκηνοθετούν για ν’ αναδειχτούν σε κεντρικά της πολιτικής δράσης, με στόχευση τη δικαίωση των πολιτικών επιλογών της. Παράδειγμα πρόσφατο, το επαναλαμβανόμενο από κυβέρνηση και παρατρεχάμενους της  επιχείρημα για τη μνησικακία της αριστεράς, ώστε η απαξίωσή της  να ενισχύσει τη Ν. Δημοκρατία, με τις επαναλαμβανόμενες αναλύσεις   για  τα καρτελάκια στις άδειες καρέκλες της αντιπολίτευσης στη κηδεία του Σαββόπουλου, λες και η κηδεία ενός καλλιτέχνη ακολουθεί κάποιο πρωτόκολλο παρεμφερή μ’ εκείνο της κηδείας π.χ. της βασίλισσας Ελισάβετ. 
Και κάπως  έτσι μπορεί να επιβιώνει  ακόμα μια κυβέρνηση σαν του Κ. Μητσοτάκη που από τους βουλευτές της μέχρι τον πρωθυπουργό, σίγουροι για τον συσχετισμό δυνάμεων υπέρ τους μπορούν να επιδεικνύουν την υπεροψία τους και σε επιχειρήματα που ταλαιπωρούν τη λογική, όπως σ’ αυτά που επαναλαμβάνουν, για να αποποιηθούν κάθε εμπλοκή, όλοι οι πέριξ της Ν. Δημοκρατίας αναφερόμενοι στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Με θρασύτητα ο ίδιος ο πρωθυπουργός, κι ενώ επί πρωθυπουργίας του έλαβε χώρα το μεγάλο πάρτι διασπάθισης ευρωπαϊκού χρήματος και  υπουργοί του και στελέχη της Ν.Δ εμπλέκονται στην αξιοποίηση προς όφελός τους των επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ, διαβεβαιώνει για την έλευση μιας νέας εποχής διαφάνειας και «αξιοπιστίας στη διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων» και υπόσχεται ότι «δεν θα κάνουμε πίσω».
Πέρα όμως απ’ αυτές τις ηχηρές άνευ νοήματος υποσχέσεις της κυβέρνησης, η αλήθεια είναι ότι το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι κυρίως και πρωτίστως σκάνδαλο της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Όσες προσπάθειες και να καταβάλει η κυβέρνηση για να εξαφανιστούν από το κάδρο οι ευθύνες της, τη διαψεύδουν αποκαλύψεις και καταθέσεις στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής, όπως της Π. Τυχεροπούλου, από την ευσυνείδητη εργασία της οποίας άρχισαν οι αποκαλύψεις του σκανδάλου, και η οποία  αναφέρθηκε στο φόβο που της προκαλούσαν οι διοικήσεις τις οποίες διόριζε ο αρμόδιος υπουργός. Τα επικοινωνιακά τεχνάσματα  που  επιστρατεύει η κυβέρνηση όχι μόνο δεν πείθουν  ότι το μεγάλο φαγοπότι στο ΟΠΕΚΕΠΕ έγινε ερήμην της,   αλλά ακόμα και στο ζήτημα της αντιμετώπισης της ευλογιάς των αιγοπροβάτων δύσκολα καλύπτουν την ολιγωρία της. Γενικά,  στους περισσότερους τομείς οι συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής έχουν προκαλέσει πληγές που οι επικοινωνιακές πομφόλυγες των κυβερνώντων και των συν αυτοίς μαζί με την υπεροπτική αποστασιοποίηση δεν μπορούν να αποκρύψουν.
Η επικίνδυνη συρρίκνωση του πρωτογενούς τομέα, που απλώς η κακοκαιρία  Ντάνιελ και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ έφερε στο προσκήνιο, όταν θα έχει άμεσες συνέπειες στην υλική βάση της ζωής μας, δηλ. στη διατροφή μας, τότε πολύ δύσκολα οι διαφημιστικές καμπάνιες εξωραϊσμού μιας απελπιστικής κατάστασης θα μπορέσουν να πείσουν.   
Η σημασία της γεωργίας για την επισιτιστική ασφάλεια αποτελούσε παραδοσιακό χαρακτηριστικό της εκτίμησης της γεωργίας στην κοινωνία. Κι αν η τεράστια  τεχνική και οικονομική ανάπτυξη έχει σίγουρα οδηγήσει σε μια αλλαγή στις αξίες που θεωρούνται σημαντικές, η γεωργία όμως συνεχίζει να είναι η προϋπόθεση της ανθρώπινης επιβίωσης, αφού βοηθά στη διατήρηση της ζωής παρέχοντας τα τρόφιμα. Στις τελευταίες όμως δεκαετίες η αυξανόμενη μηχανοποίηση συντέλεσε στη μείωση της απασχόλησης με τη γεωργία, ενώ  ο ανταγωνισμός δεν ευνοεί την παραδοσιακή οικογενειακή  συμμετοχή στην καλλιέργεια. Συνεχίζει όμως η   γεωργία να  έχει μοναδικά χαρακτηριστικά  και γι’ αυτό  δεν μπορεί να ρυθμιστεί από τις αρχές της αγοράς και να αξιολογηθεί αποκλειστικά με βάση τα απόλυτα οικονομικά χαρακτηριστικά.
Παρόλ’  αυτά   όμως, όταν η ανησυχία για την επισιτιστική ασφάλεια έπαψε να είναι πια πιεστική,  η προσέγγισή της άρχισε να γίνεται  όλο και περισσότερο και αποκλειστικά με όρους αγοράς που την αντιμετωπίζει ως ένα ανταγωνιστικό τομέα ο οποίος λειτουργεί σύμφωνα με τις αρχές του ανταγωνισμού και πρέπει να χρησιμοποιεί τους πόρους αποτελεσματικά για τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Οι αγρότες δηλ. πρέπει να ανταγωνίζονται άλλους τομείς της οικονομίας για περιορισμένους δημοσιονομικούς πόρους, ενώ ενισχύεται ο έλεγχος της παραγωγής από τα μονοπώλια.
Βέβαια η κυβέρνηση, και όχι μόνο η συγκεκριμένη, προωθεί ένα παραγωγικό μοντέλο παροχής υπηρεσιών που φτωχοποιεί μια μεγάλη πλειοψηφία, αλλά εξασφαλίζει κέρδη στου λίγους και επαίρεται γι’ αυτό. Συγχρόνως όμως διακηρύττει τη στήριξή της στους αγρότες, αλλά και γενικά στους εργαζόμενους που τους εξασφάλισε το δικαίωμα να δουλεύουν 13αωρο, και το ενδιαφέρον της για την εξασφάλιση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου για όλους, μεθοδεύοντας την εμπορευματοποίηση όλων των δημοσίων αγαθών, με το νερό να …παίρνει σειρά για ιδιωτικοποίηση.
             Και κάπως έτσι, με την προπαγάνδα των ΜΜΕ, τον εκφοβισμό με τα ποικίλα νομοθετήματα, τις υποσχέσεις με  εξωραϊστικούς λόγους παγιδεύεται μια μεγάλη πλειοψηφία εγκλωβίζοντάς την  σε ψευδή διλήμματα. Η τελευταία δημοσκόπηση που εμφανίστηκε με το ψευδές δίλημμα Μητσοτάκης ή χάος είναι χαρακτηριστική της χειραγώγησης που επιχειρείται, όταν ανακηρύσσεται ο Κ. Μητσοτάκης ο μοναδικός υπερήρωας που απέναντί του έχει μόνο το χάος. Μόνο που όταν οι υλικές συνθήκες διαβίωσης   δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την αξιοπρέπειά της ζωής, τότε την αγανάκτηση και οργή κανένα επικοινωνιακό μοντέλο δεν μπορεί να χειραγωγήσει.

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

Ο ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ

 

Με το θάνατο του  Σαββόπουλου,  φυσικά και φρόντισαν όλοι που κόπτονται για τη δημοκρατία, αλλά  ψηφίζουν περιορισμούς δικαιωμάτων και μισθών, να επιδείξουν την ευαισθησία τους για την τέχνη και με εντυπωσιακές φράσεις να εκφράσουν τη λύπη τους για το Διονύση που δεν είναι πια εδώ, για το δικό μας Νιόνιο που έφυγε, που για πάντα η μουσική και τα τραγούδια του θα μας συντροφεύουν. Για τον Σαββόπουλο μακροσκελή εγκώμια και αφιερώματα, που, σχεδόν την πρώτη εικοσαετία της καλλιτεχνικής του ζωής στην οποία και ολοκληρώνεται, φαινόταν να είναι μια άλλη φωνή έξω από παιχνίδια με την εξουσία και  σε αντίθεση με την υποταγή στην κυρίαρχη ιδεολογία. Κι έτσι  με το θάνατό του ο Σαββόπουλος γίνεται αφορμή για προβληματισμό, για άλλη μια φορά,  σχετικά με τις  διαδικασίες που πληθωρικές προσωπικότητες της τέχνης που φαίνονταν ν’ αποκαλύπτουν με το έργο τους τη βαναυσότητα του συστήματος καταλήγουν παράγοντες σταθερότητάς του.
        Κι επειδή οι καλλιτέχνες λειτουργούν ως καθρέφτες, εκφράζοντας  τις ανησυχίες που διαμορφώνουν την εποχή τους και όταν τα έργα τους είναι εμπνευσμένα  μπορεί να γίνουν και καταλύτες για κοινωνικό αναστοχασμό, είναι πραγματικά ευκαιρία, που μας τη δίνει ο   θάνατος του Σαββόπουλου, να αναρωτηθούμε για  την κοινωνία που εκφράστηκε στα τραγούδια του.
        Είναι εκείνη η κοινωνία, κυρίως των τριών δεκαετιών, των εξήντα, εβδομήντα ογδόντα, που οι αγώνες της νεολαίας του 114 συναντούν τους αγώνες των φοιτητών του Πολυτεχνείου μέσα στην σκληρότητα της δικτατορίας και στην ευφορία της  μεταπολίτευσης, που  αντιπαλεύει  με την παράδοση της εθνικόφρονης δεξιάς και αμφισβητεί στην πολιτική την ένταξη και ...δογματική ιδεολογία. Ο Σαββόπουλος στα τραγούδια του είναι σύγχρονος μ’ αυτήν την εποχή του. Σ΄ αυτά τα τραγούδια, που η κοινωνική τους θεώρηση είναι αρκούντως επαναστατικά  ανθρωπιστική, για να εκφράζουν ένα μεγάλο μέρος από τους «εκδρομείς» του ’60 και ο ερωτισμός τους αποδίδεται με υπέροχους στίχους, συγχωνεύοντας ατομική και πολιτική ζωή, μεγάλο ποσοστό από τις  γενιές αυτών των δεκαετιών αναγνώρισαν ως  δικό τους το Σαββόπουλο. Σ΄ αυτά τα τραγούδια τα τραύματα των τελευταίων χρόνων είναι οδυνηρά, η πολιτική ζωή μια πληγή, οι ιδεολογίες και τεχνικές εξουσίας όψεις του ίδιου νομίσματος, όψεις του κόσμου του κεφαλαίου, μιας καταναλωτικής κοινωνίας που καταβροχθίζει τα πάντα, ως και την ίδια τη μνήμη, με θελκτικές τις  αντιεξουσιαστικές προτάσεις  και επαναπροσδιορισμό  του νοήματος του κακού μετά την απομυθοποίηση ηγετών, τις πολιτικές αμφιβολίες, την απόρριψη ιδεολογιών.  Μόνο που στο τέλος, η  αναζήτηση μιας διεξόδου οδηγεί στο παρελθόν, ανασταίνοντας ωραιοποιημένους  ορθοδοξία και έθνος, και στην κοινοτοπία της αγάπης, καθαγιάζοντας  την προσωπική  ζωή.
             Κι όταν εδραιώνεται η απομάκρυνση από το πολιτικό και χαρακτηρίζεται το βύθισμα στο ιδιωτικό και ατομικό ακόμα και επαναστατικό, ο Σαββόπουλος λόγω και έργω από περιθωριακή έκφραση μεταβάλλεται σε κεντρική. Από τη συναυλία σώου στο Ολυμπιακό στάδιο το 1983, με την αποχώρησή  του με αερόστατο, μέχρι τον εορτασμό το 2004 στο Ηρώδειο των 40 χρόνων του στο τραγούδι με την αναδυομένη από την τούρτα Καλομοίρα, ο Σαββόπουλος στην πραγματικότητα,   ως πρόσωπο πια,  εκπροσωπεί μεγάλο μέρος από όλους εκείνους τους νέους που κοινωνικά καλοστεκούμενοι πια είχαν συναντηθεί με τα τραγούδια του εκείνες τις δεκαετίες. Δηλ. όλους όσοι περιθωριοποιημένοι ή αδικημένοι από το μετεμφυλιακό κράτος μπορεί και να  αγωνίστηκαν στα Ιουλιανά, να  φυλακίστηκαν στη χούντα, να μάτωσαν στο Πολυτεχνείο, αλλά  σπάζοντας τον ομφάλιο λώρο με την κομμουνιστική επαναστατική παράδοση αναζητούσαν έναν νέο κόσμο, αυτόν της καπιταλιστικής ανάπτυξης και του εκδημοκρατισμού.
         Δεν υπάρχει λοιπόν καμιά προδοσία εκ μέρους του, αλλά είναι η φυσιολογική εξέλιξη όσων δεν έχουν  όραμα το μετασχηματισμό της κοινωνίας. Κι ας θέλουν  να βλέπουν τη συγχώνευσή  του και την αποδοχή από όλο το κατεστημένο,  που όλα μπορεί και τα χωνεύει αλλοιώνοντας τα,  εκείνοι οι γέροντες πια «εκδρομείς του ’60, που εξελίχτηκαν σε φιλελεύθερους μικροαστούς.  Η διαίσθηση και ευαισθησία του Σαββόπουλου βρήκε αυτόν τον εύστοχο χαρακτηρισμό για όσους εκείνες τις δεκαετίες τα οράματά τους, πέρα από ταξικό ανταγωνισμό,  περιορίζονταν στο αίτημα της δημοκρατίας, στο τέλος του μεταεμφυλιακού κράτους εκτάκτου ανάγκης, στο όνειρο της καπιταλιστικής ανάπτυξης,  στην αναζήτηση της ευημερίας. Και είναι ο καπιταλισμός  που  τους πρόδωσε, που τους είχε ξελογιάσει με την αέναη ανάπτυξή του, με τις διακηρύξεις για  ισότητα και δικαιοσύνη της αστικής δημοκρατίας, με τις υποσχέσεις για ευημερία και όχι ο Σαββόπουλος που συμβιβάστηκε. Γιατί ο Σαββόπουλος πρωτίστως και κυρίως τους μικροαστούς εξέφρασε, που φλερτάρουν με τον αναρχισμό, εξωραΐζουν το  κοινωνικό περιθώριο, όταν τους απογοητεύει ο καπιταλισμός, αλλά δεν τολμούν τη ρήξη, αφού αυτό προϋποθέτει προσωπικές θυσίες και πιθανές υλικές απώλειες.
            Και αν λοιπόν τώρα πια  οι «εκδρομείς» του ’60 έχουν ολοκληρώσει την … εκδρομή τους ακόμα όμως διαχέεται στην κοινωνία μας η γλυκερή νοσταλγία τους για συλλογικές παραμυθίες που η ίδια η εξουσία καλλιεργεί, για να φτιασιδώσει το πρόσωπό της, να ξεγελάσει για τον αυταρχισμό της. Γι’ αυτό και του  Κ. Μητσοτάκη η παρουσία και ο επικήδειος του στην εξόδιο ακολουθία  του Σαββόπουλου ήταν η ευκαιρία του  να μακιγιάρει τη διακυβέρνησή με υλικά μιας νεκρής  αριστεράς, σε μια συνεχή  προσπάθεια να μπλοκάρει κάθε αντίδραση, μετά μάλιστα τις απαγορεύσεις για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη που καταγράφηκαν ως ακροδεξικές επιλογές.  Ο κομμουνιστής Μ. Θεοδωράκης δεν του έκανε αυτή την χάρη,  γιατί, παρ΄όλες τις πολιτικές παλινωδίες του, παρέμεινε κομμουνιστής που θεώρησε την επαναστατική  συμμετοχή του στα  Δεκεμβριανά την ύψιστη προσφορά του στους κοινωνικούς αγώνες. Ο ταλαντούχος Σαββόπουλος ζώντας σε άλλα χρόνια, χωρίς επαναστατική έξαρση και οράματα που ελευθερώνουν την ψυχή δεν συνέλαβε ποτέ αυτό το πέταγμα που δίνει στην τέχνη η καταβύθισή της στο κοινωνικό κι έτσι το αδιέξοδό του στην τέχνη συνταυτίστηκε με το αδιέξοδο των μικροαστών που ποτέ δεν αρνήθηκαν τον καπιταλισμό της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.   
         Στην τελική, η προσωπική ζωή του καλλιτέχνη δεν επηρεάζει την αισθητική εμπειρία ενός έργου τέχνης, το πολύ να βοηθήσει στην κατανόησή του. Γιατί το έργο τέχνης όταν  δημιουργηθεί και παραδοθεί στο κοινό  ελευθερώνεται από το δημιουργό του.  Κι επειδή η  τέχνη  δεν περιορίζεται σε μια απλή αισθητική δραστηριότητα, αλλά είναι βαθιά ριζωμένη στις υλικές  συνθήκες παραγωγής και στις κοινωνικές σχέσεις που χαρακτηρίζουν μια εποχή, γι’ αυτό  και μπορεί να είναι ένα όργανο αποξένωσης στην υπηρεσία των κυρίαρχων τάξεων, αλλά και ένας χώρος αντίστασης και απελευθέρωσης. Η τέχνη λοιπόν μπορεί να γίνει ένα μέσο να εμπνεύσει ένα όραμα,  με το οποίο το άτομο και η κοινότητα μπορούν να ανακτήσουν ένα χαμένο νόημα. Το  ζητούμενο  λοιπόν με το Σαββόπουλο  είναι αν αυτό το κατάφερε με το έργο του, τουλάχιστον σ’ εκείνες τις πρώτες δεκαετίες της πιο δημιουργικής καλλιτεχνικής του ζωής.

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2025

ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ

 

Η υπουργός Εσωτερικών της Μ. Βρετανίας Σαμπάνα Μαχμούντ πριν μέρες είχε δηλώσει στο BBC ότι το να έχεις μια ελευθερία δεν σημαίνει ότι πρέπει να τη χρησιμοποιείς κάθε στιγμή της ημέρας, για να υπερασπιστεί τις νέες εξουσίες που, εξετάζοντας τον σωρευτικό αντίκτυπο των επαναλαμβανόμενων διαδηλώσεων, επιτρέπουν στην αστυνομία να διακόπτει ή να μεταφέρει διαμαρτυρίες που θεωρούνται πολύ συχνές. Στη χώρα μας, μετά την κυριακάτικη ανάρτηση του πρωθυπουργού για μεταφορά αρμοδιοτήτων που αφορούν στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη στο υπουργείο Άμυνας,  ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διευκρίνισε ότι με την νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη,  «για τα τετραγωνικά μέτρα που θα ορίζει η τροπολογία… δεν θα επιτρέπεται τίποτα ούτε διαμαρτυρία, ούτε γκράφιτι, ούτε πανό, ούτε διαδήλωση είτε είναι από μια αριστερή οργάνωση είτε είναι από μια κεντροδεξιά οργάνωση». Και πάντα με το πρόσχημα ότι η «κυβέρνηση εναρμονίζεται με αυτονόητα αιτήματα της κοινωνίας» προσπαθεί η κυβέρνηση να καλύψει το φόβο που της προκάλεσε η  μεγάλη αλληλεγγύη που είχε ο απεργός πείνας για τα Τέμπη χαροκαμένος πατέρας Πάνος Ρούτσι.
          Κι αυτά είναι  δυο παραδείγματα, από τα πιο ανώδυνα εκ πρώτης όψεως, ενδεικτικά για τη μεθόδευση του περιορισμού ελευθεριών που κερδήθηκαν μετά από πολυετείς αγώνες.  Τα μέτρα στη Μ. Βρετανία στοχεύουν ξεκάθαρα στις μαζικές διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης που έχουν γεμίσει τους δρόμους του Ηνωμένου Βασιλείου εδώ και σχεδόν δύο χρόνια κατά της γενοκτονίας του Ισραήλ στη Γάζα. Στα καθ’ ημάς, η κυβέρνηση  με τις λεκτικές περικοκλάδες περί ιερότητας του μνημείου αποβλέπει στον περιορισμό μαζικών συγκεντρώσεων και διαμαρτυριών, που στο πιο κεντρικό μέρος της Αθήνας, το Σύνταγμα, συνδέονται με την ιστορική μνήμη των λαϊκών αγώνων και  αποκτούν ευρύτατη δημοσιότητα και συμπαράσταση. Βήμα - βήμα νομοθετούνται στην φιλελεύθερη Ευρώπη οι περιορισμοί σε διαμαρτυρίες και αντιδράσεις στην αυταρχικότητα των κυβερνήσεων.
Οι αστικές μας δημοκρατίες χρόνο το χρόνο διολισθαίνουν και  μάλιστα με …δημοκρατικές διαδικασίες σε πολιτικές  ολοένα και πιο απροκάλυπτα φασιστικές στο εσωτερικό των χωρών. Δεν απαγορεύουν άμεσα, δεν λογοκρίνουν, δεν κατεβάζουν στρατό, μόνο νομοθετούν απαγορεύσεις, λογοκρισίες, ισχυροποίηση στρατιωτική. Με μια θρασύτατη άνεση νομοθετούν ό,τι πιο αντιδραστικό, παρουσιάζοντάς το σαν δικαίωμα που παραχωρείται, σαν επιβεβαίωση μιας ελευθερίας που κανείς δεν μπορεί ν’ αποκρυπτογραφήσει. Όπως κάνει η δική μας κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τελευταίο παράδειγμα την πλήρη  απορρύθμιση της εργασίας με την νομοθέτηση του 13αωρου.  Η οποία έχει αποδείξει την ικανότητά της να θεσμοθετεί την περιστολή εργασιακών δικαιωμάτων παρουσιάζοντάς την μάλιστα ως προνόμιο που η μεγάθυμη κυβέρνηση προσφέρει, για να  απορροφήσει  τις αντιδράσεις, ώστε η μαζικότητά τους να μην την  φοβίζει.
Αλλά και  στις εξωτερικές σχέσεις χρόνια τώρα έχουν νεκραναστήσει, με το κατάλληλο βέβαια ιδεολογικό φιλελεύθερο περίβλημα,  πολιτικές του αποικιακού παρελθόντος για  ιμπεριαλιστικούς σκοπούς. Τα παραδείγματα ατέλειωτα, από την εισβολή στο Ιράκ, τη διάλυση της Λιβύης και της Συρίας, μέχρι τη συνδρομή στη γενοκτονία των Ισραηλινών στη Γάζα. Ιδιαίτερα η φιέστα για την εκεχειρία στη Γάζα,  εικονογράφησε πετυχημένα τη Δύση και το ρόλο της  στην παγκόσμια σκηνή, με επικεφαλής τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντ. Τραμπ, που αυτοπροβάλλεται ως ειρηνοποιός αλλά   που χωρίς την αρωγή του το Ισραήλ δεν θα τολμούσε δυο χρόνια τώρα να σφαγιάζει και να γκρεμίζει στη Γάζα,  και σε ρόλους κομπάρσων ηγέτες Άραβες και Ευρωπαίους που μόνο εκλιπαρούσαν ένα του βλέμμα.
             Ο φασισμός δεν θάφτηκε στις στάχτες του Β παγκοσμίου πολέμου, αλλά σώθηκε επιλεκτικά. Οι φασιστικές δυνάμεις που είχαν νικηθεί στρατιωτικά τότε, ενσωματώθηκαν συστηματικά λίγο αργότερα στην αναδυόμενη αρχιτεκτονική του Ψυχρού Πολέμου της Δύσης. Γιατί ο  φασισμός δεν είναι ένα εξωτερικό στοιχείο στην καπιταλιστική τάξη της Δύσης, αλλά το σκοτεινό δίδυμό του, μια επιλογή έκτακτης ανάγκης που ο καπιταλισμός δεν φοβήθηκε ποτέ να αναπτύξει.
           Χρόνο το χρόνο, ο ίδιος ο καπιταλισμός, στον πυρήνα του ένα σύστημα ταξικής κυριαρχίας,  απογυμνώνεται από τη δημοκρατική του πρόσοψη, όταν η φιλελεύθερη δημοκρατία της αστικής τάξης  δεν χρησιμεύει πια ως το πιο αποτελεσματικό πολιτικό  του κέλυφος. Γιατί οι εκλογές, τα κοινοβούλια και τα συντάγματα παρέχουν την ψευδαίσθηση της λαϊκής κυριαρχίας, ενώ ουσιαστικά  η υποκείμενη πραγματικότητα της οικονομικής εξουσίας, δηλ. εταιρικά μονοπώλια, τραπεζικές ελίτ, ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, παραμένει ανέγγιχτη. Όταν όμως οι κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος βαθαίνουν, τότε η άρχουσα τάξη καταφεύγει στην επιλογή έκτακτης ανάγκης του καπιταλισμού, για να υπερασπιστεί την κερδοφορία της και τα ιμπεριαλιστικά της συμφέροντα μέσω της καταπίεσης και ακόμα και του πολέμου.  Οι φασιστικές πολιτικές δεν είναι παρέκκλιση, δεν είναι ξένη εισβολή στον καπιταλισμό είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός που κινητοποιείται με ανοιχτή βία για να κατοχυρώσει την ισχύ του.  Ο  φασισμός καλείται ως δύναμη κρούσης και η απαράμιλλη βία του είναι η ασυγκράτητη πείνα του καπιταλισμού.  
            Η ασταμάτητη ανακύκλωση στη Δυτ. Ευρώπη και ΗΠΑ των πιο αντιδραστικών δυνάμεων, που τελειοποιήθηκε στις στάχτες του 2ου παγκοσμίου πολέμου, δεν τελείωσε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά αποτέλεσε πρότυπο για τη δημιουργία και ενδυνάμωση του τέρατος που συνεχίζει να καθορίζει τον ιμπεριαλισμό του 21ου αιώνα. Μόνο που τώρα βρέθηκαν νέοι εχθροί και νέες πλουτοπαραγωγικές πηγές. Η ιμπεριαλιστική λογική όμως παραμένει σταθερή ακόμα κι αν αλλάζουν ονόματα και ιδεολογίες.  Αξιοποιεί η Ε.Ε το φασισμό, αλλά και η καπιταλιστική Ρωσία  που στον πόλεμο με την Ουκρανία παίζει και το χαρτί του αντιφασισμού το ίδιο κάνει, όπως φαίνεται και από τη συγκέντρωση στην Αγία Πετρούπολη εκπροσώπων φασιστικών κομμάτων και με συμμετοχή του κυβερνώντος κόμματο. 
            Όταν αντιμετωπίζει μια πρόκληση για την κυριαρχία του, ο καπιταλισμός θα αναζητά πάντα τις πιο αδίστακτες δυνάμεις κρούσης που είναι διαθέσιμες, ανεξάρτητα από το μακροπρόθεσμο κόστος. Έτσι, μέσω τού φακού του Ψυχρού πολέμου δοξάζονταν στη Δύση ως μαχητές ελευθερίας οι κάθε είδους Μουζαχεντίν, γιατί αρκούσε ο αντικομμουνισμός τους όταν πολεμούσαν Σοβιετικούς. Μετά  από μερικά όμως χρόνια δαιμονοποιούνται σαν τρομοκρατικές  οι ίδιες οι οργανώσεις που είχαν την υποστήριξη των ΗΠΑ. Και φτάνουμε στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα συλλήβδην οι αραβικοί πληθυσμοί, όχι οι φιλοδυτικές ηγεσίες τους,  να αντιμετωπίζονται σαν υπάνθρωποι και να αποδεκατίζονται στο Ιράκ, Συρία, Λίβανο και στην πολύπαθη Παλαιστίνη και  να γίνονται ο νέος αποδιοπομπαίος τράγος, ο κοινός εχθρός της Δύσης.
          Κι αν στο φασισμό του μεσοπολέμου η απανθρωποποίηση του εβραίου δικαιολόγησε  τις θηριωδίες του ναζισμού, στις μέρες μας η απανθρωποποίηση των Αράβων επιτρέπει τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις  να συνεχίζουν να δολοφονούν Παλαιστίνιους πολίτες κάθε μέρα ακόμα και  κατά τη διάρκεια της «εκεχειρίας» στη Γάζα. Γιατί  είναι τέτοια η έκταση της απαθρωποποίησης των Παλαιστινίων,  που το Ισραήλ βλέπει τις σφαίρες εναντίον τους ως ένα απολύτως νόμιμο μέσο και γι’ αυτό πράξεις στρατιωτικής σφαγής Παλαιστινίων μόλις που κάνουν την εμφάνισή τους στα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Ενώ κάθε φορά που συμβαίνει κάτι που κάνει τους δυτικούς Εβραίους να νιώθουν άγχος ή αναστάτωση, κυριαρχεί στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων για μέρες. Μέρα με τη μέρα βλέπουμε κραυγαλέες, ασυγχώρητες αποκλίσεις μεταξύ της προσοχής που δίνεται στον βίαιο θάνατο ενός Άραβα και της προσοχής που δίνεται στον βίαιο θάνατο ενός Ισραηλινού, ενός δυτικού Εβραίου ή οποιουδήποτε δυτικού.
            Ο φασισμός διαχέεται στην κοινωνία μας, μολύνει τη σκέψη και καθοδηγεί την πράξη. Η κυρίαρχη εξουσία της Δύσης αποθρασυμένη τολμά στο  φως να παραδεχτεί ότι δεν βλέπει τους Άραβες ως ανθρώπινα όντα. Ένα από τα βασικά  επιχειρήματα που λέγονται από την κυρίαρχη εξουσία και τους αντιδραστικούς υπερασπιστές της   σχετικά με το γιατί η Δύση πρέπει να υποστηρίξει το Ισραήλ είναι ότι το Ισραήλ βοηθά στην υπεράσπιση της Δύσης από τις άγριες μουσουλμανικές ορδές. Και στην ουσία παραδέχονται ότι η σφαγή των Μουσουλμάνων είναι μια αρετή από μόνη της, γιατί όποιος σκοτώνει Μουσουλμάνους είναι σύμμαχος της Δύσης, όπως παλιότερα ήταν αυτός που σκότωνε εβραίους ή μαύρους.   
         Η φιλελεύθερη δημοκρατία και ο φασισμός είναι οι δύο όψεις του ίδιου καπιταλιστικού νομίσματος. Το ένα πρόσωπο φοράει τη μάσκα των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των δημοκρατικών κανόνων. Το άλλο δείχνει τα δόντια του στην ανοιχτή καταστολή και τη φυλετική βία. Όταν οι προκλήσεις για το κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό του γίνονται επικίνδυνες, το σύστημα δεν διστάζει να αλλάξει τις μάσκες. Και γι’ αυτό το λαϊκό κίνημα πάντα πρέπει να βρίσκεται σε επαγρύπνηση.