Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ;

 

Σ’ όλη την Ευρώπη, και βέβαια και στην Ελλάδα, οι πολιτικές των κυβερνήσεων πρωτίστως προσπαθούν πάση θυσία να εξασφαλίσουν τη διατήρηση των ταξικών προνομίων της κυρίαρχης τάξης  αυξάνοντας την κερδοφορία του κεφαλαίου, πάντα εις βάρος των εργαζομένων. Κι επειδή, για να αυξηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου πρέπει να ενταθεί η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, χρόνια τώρα όλες οι κυβερνήσεις προωθούν με νόμους και ατέλειωτες δικαιολογίες τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Ροκανίζοντας η πολιτική εξουσία  χρόνο το χρόνο εργασιακά δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αγώνες, μεθοδεύει την παράταση της εργάσιμης ημέρας πέρα από το 8ωρο, στην αρχή ως δυνατότητα και εξαίρεση, για να νομοθετηθεί μετά από λίγο καιρό ως  υποχρεωτική η δήθεν προαιρετική δυνατότητα.
         Στο  νέο λοιπόν  νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη  με το βαρύγδουπο παραπλανητικό τίτλο «Δίκαιη εργασία για όλους», για τη διάταξη που αφορά 13αωρη εργασία σε έναν εργοδότη πάλι διαβεβαιώνει η κυβέρνηση ότι δεν γίνεται υποχρεωτικό το 13αωρο και ανερυθρίαστα υποστηρίζει ότι  απαιτείται συναίνεση εργαζομένου. Γι΄ αυτό  έχει προκηρυχθεί 24ωρη απεργία  για την 1η Οκτωβρίου, και στην οποία σύρθηκε και η ΓΣΕΕ, ενάντια σ’ αυτό  το αντεργατικό νομοσχέδιο και η μαζικότητά της θα πρέπει να δείξει την αποφασιστικότητα των εργαζομένων.  
       Οι φωνές  απαξίωσης  της συμμετοχής σε μια 24ωρη απεργία ως αναποτελεσματικής και οι επικρίσεις προς τα ταξικά συνδικάτα για υποτονική αντίδραση σ’ ένα τέτοιο αντεργατικό νομοσχέδιο δεν λείπουν κι αυτή τη φορά. Κι ενώ δίνουν την εντύπωση μιας επαναστατικότητας, επί του πρακτέου όμως περιορίζονται σε λόγια ηχηρά, λες και αρκεί ο λόγος για να πραγματοποιηθούν και οι πράξεις. Αυτές οι φωνές μοιάζουν περισσότερο να αντηχούν τον κυρίαρχο λόγο που μας εκπαιδεύει στην ταχύτητα απόδοσης οποιασδήποτε ενέργειας, με συνέπεια οι κινητοποιήσεις  που δεν έχουν άμεση αποτελεσματικότητα να απαξιώνονται.  Κι αυτή η οπτική δεν καλλιεργεί παρά την ηττοπάθεια, ώστε μοιρολατρικά να γίνονται αποδεκτές οι αποφάσεις των κυβερνώντων, αφού δεν έχουν τη δύναμη οι αντιδράσεις των εργαζομένων να τις αλλάξουν.
Μόνο που ο αγώνας των εργαζομένων, όπως και κάθε αγώνας καταπιεσμένων, είναι πάντα μακροχρόνιος, συνεχής και σκληρός. Δεκαετίες ολόκληρες το εργατικό κίνημα δεχόταν χτυπήματα  από το κράτος, την εργοδοσία  και βέβαια από  ρεφορμισμούς που με μάσκα επαναστατική διακήρυτταν την ανεξαρτησία των εργαζομένων από κόμματα και συνδικάτα. Και μαζί με την κυρίαρχη εξουσία που με νόμους και μεθοδεύσεις αλυσόδεσαν και ήλεγξαν τον συνδικαλισμό, κατάφεραν όλοι να απαξιώσουν το συνδικαλιστικό κίνημα για να αφεθούν εντελώς εκτεθειμένοι οι εργαζόμενοι στις κυρίαρχες πολιτικές. Καταλήξαμε λοιπόν σ΄ ένα συνδικαλισμό που ήθελε να προωθήσει  μεταξύ των εργοδοτών και εργαζομένων σχέσεις ειρηνικές, αρμονικές, που ήθελε να απομακρύνει  τις συγκρούσεις, τον ακήρυχτο πόλεμο μεταξύ των δυο τάξεων και φιλοδοξούσε να εξαφανίσει την πάλη των τάξεων, διαλύοντας στην ουσία  τον συνδικαλισμό  και αποτρέποντας τη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων. Και όλα αυτά βέβαια σταδιακά νομοθετήθηκαν, δυσχεραίνοντας την συνδικαλιστική δράση. Οι ολέθριες επιπτώσεις φάνηκαν στην κρίση που εξαθλίωσε μεγάλο μέρος εργαζομένων. Ο καθένας, σε μεγάλο ποσοστό, αντιμετώπιζε μόνος του το πρόβλημά του, πίστευε ότι  είναι μια μοναχική μοναδικότητα και ότι με διάφορους τρόπους μπορεί σε ατομικό επίπεδο να ξεφύγει, είτε με τη θεά τύχη είτε με την απώλεια της αξιοπρέπειάς του είτε με το ζαρώνει φοβισμένος  στο χώρο του, για να γίνεται αόρατος, είτε παρακαλώντας για λίγα αποφάγια που με μορφή επιδομάτων τον ελεούσε η κυβέρνηση λόγω μεγαθυμίας.
Στα επόμενα δεκαπέντε χρόνια η οικοδόμηση της εμπιστοσύνης στον ταξικό συνδικαλισμό, η κατανίκηση του φόβου για οργάνωση στα ταξικά σωματεία δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Και σ’ αυτό πρωτοστάτησε το Κομμουνιστικό Κόμμα  και ήταν και είναι συνεχείς οι αγώνες των κομμουνιστών για ενίσχυση της μαζικότητας των συνδικάτων για  να αυξηθεί η δύναμή τους. Γιατί πάνω από ενάμιση αιώνα είναι κυρίως οι αγώνες των κομμουνιστών, ιδιαίτερα στη χώρα μας, που σημάδεψαν την εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος. Οι στενοί δεσμοί εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος σημαίνουν και στενό δέσιμο του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος με πολιτικές κινήσεις για ανατροπή του συστήματος εκμετάλλευσης, υψηλό βαθμό πολιτικοποίησης και αγωνιστική συμμετοχή στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας. Ακόμα και η δομή του συνδικαλιστικού κινήματος, η ενιαία συνδικαλιστική εκπροσώπηση είναι αποτέλεσμα της ενιαίας πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης που εκφράστηκε και στο οργανωτικό επίπεδο. Γι’ αυτό και ο κρατικός παρεμβατισμός στο ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο των εργαζομένων ήταν για το ΠΑΣΟΚ, που σφετερίστηκε τον αριστερό λόγο, στο επίκεντρο της πολιτικής του.   
Αδιαλείπτως η πολιτική της κυρίαρχης εξουσίας αποβλέπει στο κτύπημα και ακύρωση  οποιασδήποτε οργάνωσης  που ξεκινά από τα κάτω, στους χώρους δουλειάς  και  δεν μπορεί να ελεγχθεί από την ίδια. Ο φόβος της εξουσίας σε κάθε απεργία είναι μήπως ο εργαζόμενος συνειδητοποιώντας τη δύναμή του διεκδικήσει τον εργατικό έλεγχο πάνω στη δουλειά και τα προϊόντα της, βάζοντας καθαρά στόχο, σαν διαδικασία αλλά και προϋπόθεση για τον εργατικό έλεγχο,  την κατάληψη της κεντρικής πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Γι’ αυτό λοιπόν η κυρίαρχη τάξη φροντίζει,  για να μην αποκτήσουν ποτέ ταξική συνείδηση, αυτοπεποίθηση, αγωνιστικότητα  οι εργαζόμενοι, κάθε αγώνας να καταλήγει σε ήττα, κάθε αγωνιστική συμπαράσταση να συκοφαντείται, κάθε συνδικάτο ή κόμμα που τους συσπειρώνει  αγωνιστικά να  απαξιώνεται και να διαλύεται.
Από την άλλη, η ανακήρυξη, από μέρους μιας αριστερής επαναστατικότητας,   της αυριανής απεργίας ως  καταλύτη για την εξέλιξη του εργατικού κινήματος, η χρέωση  μάλιστα στο Κομμουνιστικό Κόμμα, τα ταξικά σωματεία και τους  συνδικαλιστές τους της όποιας αναντιστοιχίας μαζικότητας με το διακύβευμα του εργασιακού χρόνου δεν απηχεί παρά το μικροαστικό φαντασιακό που απαιτεί άμεση αποτελεσματικότητα, γρήγορες λύσεις μέσα από θεατρικούς εντυπωσιασμούς ατομικών πρωτοβουλιών. Παραβλέπεται λοιπόν ο σκληρός αγώνας που δίνεται στους χώρους δουλειάς, στα σωματεία για να συσπειρωθούν πάλι οι εργαζόμενοι, να  μάθουν ή και να ξαναθυμηθούν πώς είναι να απεργούν οργανωμένοι, πειθαρχημένοι, έτοιμοι για δράση, αλληλέγγυοι η μια κοινωνική ομάδα στην άλλη. 
Η κεντρική αιχμή σε μια απεργία έγκειται στο κατά πόσο προωθεί την ενότητα στη βάση, την αυτοπεποίθηση, τη ριζοσπαστικοποίηση και γενικά την ταξική συνείδηση και την οργάνωση σαν τάξη  των εργατών, για να συνεχίζεται ο αγώνας. Η μαζικότητα και διάρκεια ενός αγώνα είναι προϋποθέσεις για τη ρήξη με το κυρίαρχο σύστημα και την υποχώρησή του. Η συμμετοχή λοιπόν  στη 24ωρη απεργία θα πρέπει να είναι τόσο μαζική, ώστε να δώσει το μήνυμα  ότι το εργατικό κίνημα είναι ρωμαλέο και αποφασισμένο να μην υποχωρήσει. Θα δοθεί από τους εργαζομένους αυτό το μήνυμα;

Δεν υπάρχουν σχόλια: