Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2025

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΙΘΑΣΣΕΥΣΗ

 

Κι όσο στη χώρα μας οι λαοθάλασσες σε πλατείες και δρόμους τρομάζει την πολιτική ηγεσία που με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη προσπαθεί με δικαιολογίες να κατευνάσει την οργή, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντ. Τραμπ με τη χυδαία διαφάνειά του διαρρηγνύει το πρόσχημα της ευπρέπειας στην πολιτική του, που συνεχίζει εκείνη των προηγούμενων προέδρων. Αποκαλύπτει ξεκάθαρα σχέδιο εθνοκάθαρσης της Γάζας, με μετεγκατάσταση του πληθυσμού σε Αίγυπτο και Ιορδανία. Στη Γερμανία η συνεργασία στο μεταναστευτικό  της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης με την περίφημη ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία, που ήταν κάποτε ταμπού, αποδεικνύει ότι στην πραγματικότητα ήταν πλασματικές οι  διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Και όλη η Δύση περήφανη για τη δημοκρατία της εξαθλιώνει τους εργαζόμενους της και συμμετέχει σε πολέμους που αφανίζουν λαούς. Μόνο που η μαχητικότητα των Παλαιστινίων κονιορτοποιεί τη δύναμη της Δύσης, υλικά και ηθικά. Δεκάξι μήνες τώρα κάθε φορά, και τώρα με την ανταλλαγή κρατουμένων στο πλαίσιο κατάπαυσης πυρός στη Γάζα, επαναβεβαιώνεται η ακλόνητη ανθεκτικότητα και αντίσταση του παλαιστινιακού λαού στην Ισραηλινή κατοχή που συνεπικουρείται από όλη τη Δύση.
          Στη χώρα μας, η εξυπηρέτηση των κερδών της ιδιωτικής εταιρείας στην οποία πουλήθηκε ο σιδηρόδρομος, σε συνδυασμό με την ολιγωρία των κυβερνήσεων για τις κοινωνικές ανάγκες οδήγησαν σε εκπτώσεις στην ασφάλεια με το τραγικό αποτέλεσμα στα Τέμπη, όπου  φαίνεται ότι πολιτική εξουσία και κερδοφορία ιδιωτικών ομίλων, καθώς μπλέκονται σε ένα κουβάρι συμφερόντων, ενδιαφέρονται μόνο για τη συγκάλυψη των αιτιών του εγκλήματος.  Εξάλλου  η  κυβέρνηση έχει προτεραιότητά της  την ενίσχυση του σιδηροδρομικού δικτύου μόνο όταν  είναι για εξυπηρέτηση των αναγκών του ΝΑΤΟ, όπως έγινε στη σύνδεση Αλεξανδρούπολης -Ορμενίου. Κέρδη λοιπόν  από τη μια, ιμπεριαλιστικά συμφέροντα από την άλλη, σφίγγουν σαν μέγγενη τους λαούς και στην περίφημη δημοκρατική Δύση.
         Και οι λαοί, χρόνια ολόκληρα, καθώς εκπαιδεύονται από την κυρίαρχη εξουσία  όχι μόνο τι να σκέφτονται  αλλά και πώς να σκέφτονται, οι προβληματισμοί τους και οι ανησυχίες τους για τον κόσμο κινούνται στο  καθορισμένο  απ’ αυτήν πλαίσιο σκέψης. Όποια ανάλυση δεν κινείται σε αυτό το πλαίσιο αντιμετωπίζεται είτε με περιφρόνηση ή συγκατάβαση  στην καλύτερη περίπτωση, και ως επικίνδυνη ή εξτρεμιστική στη χειρότερη. Εκπαιδεύονται να υποθέτουν ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από την κυβέρνηση με βάση τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ψηφίζουν στις εκλογές μεταξύ κομμάτων που αντιτίθενται μεταξύ τους και προωθούν τις πιο δημοφιλείς θέσεις σε σημαντικά θέματα προκειμένου να κερδίσουν ψήφους. Εκπαιδεύονται να υποθέτουν ότι αν υπάρχει πρόβλημα με τον τρόπο που πάνε τα πράγματα, υπάρχουν δίαυλοι μέσω των οποίων οι ισχυροί μπορούν να λογοδοτήσουν και να προωθηθούν οι πραγματικές προς το συμφέρον τους αλλαγές. Εκπαιδεύονται να πιστεύουν ότι, ενώ ορισμένα μέσα ενημέρωσης μπορεί να έχουν προφανείς προκαταλήψεις σχετικά με το ποια κύρια πολιτική παράταξη προτιμούν, είναι όμως ακόμα δυνατό να έχουν μια περισσότερο ή λιγότερο ακριβή ανάγνωση για το τι συμβαίνει στον κόσμο ακούγοντας όλες τις πλευρές της ίδιας κυρίαρχης σκέψης.  
            Μάλιστα στην πλειοψηφία τους οι άνθρωποι μαθαίνουν ότι για να ανέλθουν στην επιρροή και την επιτυχία πρέπει να τηρούν έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης για τα πράγματα, διασφαλίζοντας έτσι ότι όλες οι φωνές με τη μεγαλύτερη επιρροή τηρούν επίσης το δοσμένο πλαίσιο. Η άγρια ​​διαφωνία επιτρέπεται, αλλά πριν ακόμη ξεκινήσει η όποια συζήτηση, όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει να τηρήσουν τις βασικές παραδοχές του επίσημου πλαισίου. Δεν αμφισβητείται η αστική μας δημοκρατία και πολύ περισσότερο ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής, που θεωρούνται φυσικά φαινόμενα.  Σ’ αυτά τα πλαίσια μπορεί  κανείς να διαφωνήσει με  όσο πάθος θέλει με άλλη πλευρά ενός κατασκευασμένου χάσματος, γιατί οι ιδέες τους δεν μπορούν να αποτελούν σοβαρή απειλή για την κυρίαρχη εξουσία. Και αυτός, τελικά, είναι ο λόγος που ο κόσμος έχει την μορφή που έχει. Επειδή οι ισχυροί άνθρωποι είναι  τόσο επιτυχημένοι στο να χειραγωγούν τον τρόπο με τον οποίο η πλειοψηφία σκέφτεται πράγματα. Το μυαλό των περισσότερων  κατακλύζεται από την προπαγάνδα.
           Και τώρα με την τραγωδία των Τεμπών αν υπάρχουν βάσιμες υποψίες για τις προθέσεις της κυβέρνησης, αν έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη, αν αμφισβητείται το έργο της δημοσιογραφίας, όλα αυτά δεν συνδέονται με το ίδιο το πλέγμα των καπιταλιστικών σχέσεων από το οποίο εξαρτώνται κυβέρνηση, δικαιοσύνη ή πληροφόρηση. Αντίθετα, για να λυθούν τα προβλήματα αναζητούνται ως υπεύθυνα μόνο πρόσωπα ή ομάδες που καταχρώνται εξουσία ή έχουν βουτηχτεί στη διαφθορά. Και για τα Τέμπη πιθανόν  να τιμωρηθούν μόνο οι "μπροστινοί" μιας εξουσίας που θα μείνει ανέπαφη, για το επόμενο έγκλημα, για να κατευναστεί η οργή.
             Οι λαοθάλασσες της προηγούμενης Κυριακής έχουν στην πλειοψηφία τους τα ίδια μοντέλα για να κοιτάζουν τον κόσμο με τους πολιτικούς που τους κολακεύουν όταν τους φοβούνται, όπως συμβαίνει τώρα με τον Κ. Μητσοτάκη και τους παρατρεχάμενους του. Προσυπογράφουν  στην πλειοψηφία τους τις ίδιες πρακτικές για το πώς λειτουργεί η εκλογική πολιτική, πώς λειτουργεί η κυβέρνηση, πώς λειτουργεί η οικονομία, πώς λειτουργεί γενικά η εξουσία. Μοιράζονται τα ίδια εννοιολογικά πλαίσια για την κατανόηση του κόσμου που αποτελούν τη βάση των διαφωνιών και συμφωνιών.  Και μόνο ψυχανεμίζονται ποιος είναι ο εχθρός. Ψάχνουν όμως στα αστικά κόμματα να βρουν το σύμμαχό τους, ψάχνουν σε αρχηγούς τους να βρουν τον σωτήρα τους. Και διοχετεύονται τεχνηέντως προβληματισμοί για την αδυναμία αντικατάστασης του Κ. Μητσοτάκη για την ανυπαρξία εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης.  Επομένως, μ’ αυτά που έχουμε μ’ αυτά θα πορευθούμε
            Και καθώς οι λαϊκές μάζες και μόνο με την παρουσία τους φόβισαν την κυρίαρχη εξουσία, γι’ αυτό θα προσπαθήσει  να διαλύσει την απειλή τους όσο είναι ακόμα ανοργάνωτες. Πλήθος διαλυτικά στοιχεία που ξέρει να κάνει μ’  αυτά το παιχνίδι της  καταγίνονται να εξουδετερώσουν τις ενέργειές τους, δελεάζοντας, απειλώντας, εκφοβίζοντας.
           Απέναντι λοιπόν σ’ αυτή την ατσαλένια εξουσία που προσποιείται ευγένεια και διακριτικότητα, όταν όλοι συναινούν στην κυριαρχία της, και μπορεί να γίνει αφάνταστα σκληρή με τους εφεδρικούς φασισμούς της όταν απειληθεί, μόνο η οργανωμένη δύναμη  των εργατικών μαζών που διεκδικεί την αλλαγή του κόσμου μπορεί να αντιπαρατεθεί.

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

ΠΛΗΘΗ ΛΑΟΥ

 

Η  καπιταλιστική επίθεση κλιμακώνεται και η οποιαδήποτε αποσπασματική ματιά που βλέπει αποκομμένα γεγονότα και καταστάσεις  που ζούμε, και όχι μια συνεχή διαδικασία σκληρής συστηματικής ταξικής επίθεσης στα λαϊκά στρώματα, με άμεση ή έμμεση καταστροφή ζωών και με αφετηρία όξυνσης την οικονομική κρίση του ‘10  μέχρι και σήμερα, συνηγορεί ακόμα κι αθέλητα υπέρ της κυρίαρχης τάξης και των συμφερόντων της. 
         Ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας που καταρρέει, με έναν αντίστοιχο υπουργό, Α. Γεωργιάδη,  που περιφέρει το θράσος και την αλαζονεία του σε τηλεοπτικά κανάλια, για να επιβάλλει με τη βοήθεια δημοσιογράφων και υπολοίπων παρατρεχάμενων μια κατασκευασμένη πραγματικότητα που ευνοεί αυτόν και την κυβέρνηση.
          Μια δημόσια Παιδεία που  παραχωρείται σε ιδιωτικούς φορείς με κενολόγες θριαμβολογίες του υπουργού Παιδείας, Κ. Πιερρακάκη,  για την αύξηση του αριθμού των Προτύπων Σχολείων και για την προσφορά, εν είδει χαντρών και καθρεφτών σε ιθαγενείς, εκπαιδευτικών καινοτομιών, ενώ οι υποδομές της καταρρέουν και το προσωπικό της απειλείται κάθε φορά που αντιστέκεται.
           Μια οικονομία την οποία όταν ο πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης,  τη χαρακτηρίζει αισιόδοξη εξαίρεση στην Ευρώπη στην πραγματικότητα εννοεί τη μαγική της εικόνα που προβάλλεται από κυβερνητικούς και παντός είδους αυλικούς τους σαν πραγματικότητα την οποία κανείς εργαζόμενος δεν βιώνει.
         Και όλη αυτή η κατάρρευση συμπυκνώνεται στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών  που έχοντας τα χαρακτηριστικά προδιαγεγραμμένου εγκλήματος από συμφέροντα, παραλείψεις, ολιγωρίες κυβερνητικών και παντός είδους υπευθύνων για τη λειτουργία του κινητοποιεί όλο το επικοινωνιακό σύστημα της πολιτικής μας ηγεσίας, προεξάρχοντος του πρωθυπουργού, για να το υποβαθμίσει και να το αποσυνδέσει από κυβερνητικές ευθύνες.
          Και ο λαός, δυο σχεδόν χρόνια μετά απ’ αυτό το έγκλημα στα Τέμπη ξεχύνεται στους δρόμους σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, διαμαρτυρόμενος για την επιχειρούμενη από την κυβέρνηση συγκάλυψη για τις αιτίες του και για την απόδοση ευθυνών. Με τα συστημικά μέσα ενημέρωσης να υποβαθμίζουν αυτό το βουητό πόνου και απόγνωσης και την αστική πολιτική ηγεσία στην περίπτωση που δεν το αγνοεί  να το φέρνει στα μέτρα της για μικροπολιτικά οφέλη, μιλώντας για κρίση των θεσμών ή έλλειψη ενσυναίσθησης ή συντονισμό προοδευτικών δυνάμεων. Όμως αυτή η διαμαρτυρία είναι τόσο μαζική που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί και θα πρέπει ν’ ανατρέξει η μνήμη στο παρελθόν για συγκρίσεις.  
           Ήταν στην αρχή ετούτου του αιώνα, το 2001, που είχε προκαλέσει τεράστιες συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες το νομοσχέδιο μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος του Τ. Γιαννίτση  επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη, που δεν τόλμησαν να τον κάνουν νόμο.  Για να αισθανθούν μετά  από μια δεκαετία, οι υπηρετούντες ποικιλοτρόπως την κυρίαρχη τάξη ότι παίρνουν την  εκδίκησή τους όταν  μέμφονταν τον λαό  για τις τότε αντιδράσεις του, χρεώνοντάς του την οικονομική κρίση, επειδή δεν συνηγόρησε μια δεκαετία νωρίτερα στην εξαθλίωσή του.   
           Ήταν στα πρώτα χρόνια της κρίσης, στις πλατείες των αγανακτισμένων, στις συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα για το πλαστό δημοψήφισμα του Τσίπρα  που κατά χιλιάδες οι διαδηλωτές διαμαρτύρονταν, κάτω από «ξένες» σημαίες,  για τις  πολιτικές λιτότητας που θρυμμάτιζαν ζωές και διαλύανε τον κοινωνικό ιστό. Για να ανασυνταχθεί σε λίγα χρόνια  το αστικό πολιτικό σύστημα και με θράσος να  επιβάλλει το δικό του αφήγημα, ενοχοποιώντας αντιδράσεις και κινητοποιήσεις, τσακίζοντας αξιοπρέπεια και αντοχές.
           Στην  αρχή του αιώνα, παρόλο που πάνω από μια δεκαετία είχε ξεκινήσει μεθοδευμένα, αλλά με μικρά βήματα, η συρρίκνωση των εργατικών δικαιωμάτων,   οι χιλιάδες εργαζόμενοι που είχαν ξεχυθεί στους δρόμους ενάντια στο νομοσχέδιο Γιαννίτση ένιωθαν  ακόμα την αυτοπεποίθηση για τη δύναμή τους, που οι προηγούμενες δεκαετίες αγωνιστικών κατακτήσεων είχαν σφυρηλατήσει. Και μετά   από μια δεκαετία και παραπάνω  με τα μνημόνια να ρημάζουν πια  τη ζωή τους οι εργαζόμενοι πάλι ξεχύνονταν στους δρόμους γεμάτοι οργή, με την αισιόδοξη όμως εμπιστοσύνη στα φληναφήματα μιας Αριστεράς  του ΣΥΡΙΖΑ που σφετερίζονταν αγώνες και διωγμούς αγωνιστών για να γίνουν πειστικά. Κι ύστερα η πρώτη φορά αριστερά στην κυβέρνηση βουλιάζοντας στα ψέματα και ξεπουλώντας λαϊκούς αγώνες  ανέστησε, χωρίς να διαφοροποιείται απ’ αυτή,  τη  δεξιά με φιλελεύθερο μανδύα. Η οποία με  το ενδιαφέρον της  για τα δικαιώματα, όπως παντού ανά την Ευρώπη, ήθελε να πείσει για την ανυπαρξία των διαχωριστικών γραμμών, αριστεράς και δεξιάς, στην πολιτική. Κι απόμεινε το ΚΚΕ ν’ αντιπαλέψει με την απαξίωση και συκοφάντηση του κομμουνιστικού οράματος που είχε αναλάβει επισήμως η Ε.Ε και δεν χρειαζόταν άλλο να κάνουν τα αστικά κόμματα παρά να  συμμορφωθούν επικοινωνιακά με  τη γραμμή της. Με βάση την ιστορία του και την αγωνιστική του  συνέπεια, για την οποία ο κυρίαρχος λόγος το ειρωνευόταν σαν απολίθωμα, συνεχίζει τη  δουλειά μυρμηγκιού, για να καταφέρει οι εργαζόμενοι να αποκτήσουν  από την αρχή βήμα -βήμα την αγωνιστική τους αξιοπρέπεια.
           Και χθες, μετά από χρόνια, πλήθη λαού συνέρρευσαν σε δρόμους και πλατείες σε όλη την Ελλάδα για να βάλουν την κόκκινη γραμμή σε κυβέρνηση και δικαιοσύνη.  Στην οδύνη και την απόγνωση των χαροκαμένων  συγγενών αυτών που σκοτώθηκαν στα Τέμπη, οι χιλιάδες λαού που πλημμύρισαν δρόμους και πλατείες είδαν ν’ αντανακλάται  ο δικός τους πόνος και καημός  από τα ατέλειωτα χρόνια μίζερης ζωής που τους έχουν επιβληθεί. Γιατί το έγκλημα στα Τέμπη με τους 57 νεκρούς αφορά όλους όσοι βγήκαν να διαμαρτυρηθούν, γιατί ζουν στις ίδιες συνθήκες ζωής και η απελπισία των συγγενών δεν τους είναι απόμακρη. Τα πλήθη κόσμου αναγνώρισαν στον πόνο των συγγενών την κοινή προέλευση των δεινών τους, στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.  Κι αυτό είναι ένα πρώτο βήμα. Αλλά  μέχρις εδώ. Δεν φαίνεται να προχωρούν πέρα απ’ αυτό, ν’ αναγνωρίζουν ότι η αθλιότητα που ζούμε δεν εξαρτάται από μερικά άτομα ή ομάδες, ότι είναι όλοι αυτοί αναπόσπαστα συνδεδεμένοι με όλο το κεφαλαιοκρατικό σύστημα αυτής της εκφυλισμένης αστικής τάξης. Ότι απάνω του κολλάνε, σαν τσιμπούρια, όχι μόνο τα εγκλήματα του παρόντος, μα και τα εγκλήματα του μέλλοντος.
           Δεν υπήρχε στις χθεσινές συγκεντρώσεις ούτε η αισιοδοξία των αγώνων στα χρόνια πριν από την κρίση ούτε η οργή των μνημονιακών χρόνων. Ανάμεσα στα πλήθη υπήρχε η ζεστασιά αυτής της συναδέλφωσης, αλλά δεν υπήρχε η ανάταση του μαζικού αγώνα. Ήταν σαν να συγκεντρώθηκαν  περισσότερο για να αισθανθούν ο ένας κοντά στον άλλο, περισσότερο για ν’ ακουμπήσει ο ένας στον άλλο. Όπως συγκεντρώνεται  ο κόσμος όταν φοβάται κάτι ή μετά από μια καταστροφή, ο καθένας να μην είναι μόνος, ν’ αντλήσει δύναμη από τον άλλο, να δώσει δύναμη στον άλλο, στους χαροκαμένους γονείς.               Χθες ένας λαός που μοιάζει να αρχίζει να θυμάται τη δύναμή του έδωσε το παρόν του απέναντι σ’ αυτούς   που κλείνονται μέσα στην άνεση της τάξης τους, αδιαφορώντας για το κύμα του πόνου που προκαλούν,  όταν δεν τους απειλεί. Ένας τσακισμένος λαός που ακόμα πιστεύει στους νόμους ενός συστήματος,  τους οποίους το ίδιο παραβιάζει  όταν βλέπει πως πρέπει να σιγουρέψει οφέλη και νοθείες, απαίτησε δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών.  Ένας απεγνωσμένος λαός  που ακόμα βρίσκει καταφύγιο στις ψευδαισθήσεις  για τη   δημοκρατική Ε.Ε, η οποία καμαρώνει για τον φιλελευθερισμό της όσο οι καταχρήσεις της μπορούν να πραγματοποιούνται ελεύθερα,  δεν συνειδητοποιεί ακόμα ότι μπορεί να επιβάλει το δίκιο του.
           Γιατί ακόμα και χωρίς μάχη, με τα χέρια σταυρωμένα αν ένας λαός πει όχι καμιά εξουσία δεν μπορεί να σταθεί. Μόνο που για να γίνει αυτό ένας λαός  χρειάζεται όραμα για χτίσιμο του μέλλοντος στα μέτρα του ανθρώπου, χρειάζεται την πίστη στις δυνάμεις του,  ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει δίχως τις οργανωμένες ενέργειες των εργατικών τάξεων.

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2025

ΨΕΥΔΗ ΠΡΟΤΥΠΑ

Κι ολόγυρα, χρόνια τώρα, ψεύτικες επαναστάσεις, όπου κι αν κοιτάξεις, να διοχετεύεται η ενέργεια σ’ αυτές για να παραπλανήσουν στρατιές εργαζομένων ανά τον κόσμο να πολεμήσουν σε μια πραγματική.  Όσο πιο επιτακτική μοιάζει η ανάγκη για πραγματική επανάσταση, για ανατροπή αυτού του  συστήματος που εξοντώνει, τόσο περισσότερες  ψεύτικες επαναστάσεις έχουν σχεδιαστεί για να διατηρήσουν το status quo του καπιταλισμού σε ισχύ. Και για να γίνεται αποδεκτή η πολιτική του status quo πάνω στην οποία οι κυρίαρχες τάξεις χτίζουν τα βασίλεια τους, το μυαλό των εργαζομένων θα πρέπει να το διαμορφώνει η προπαγάνδα της κυρίαρχης τάξης, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η συναίνεση τους, χωρίς αντιδράσεις και συγκρούσεις. Είναι λοιπόν η χειραγώγηση της συνείδησης της εργατικής τάξης υπαρξιακής σημασίας για τους καπιταλιστές. 
       Και στο επίκαιρο θέμα της ανάληψης της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντ. Τραμπ, οι προβληματισμοί και  ανησυχίες για την επανεκλογή του ανά τον καπιταλιστικό κόσμο της Δύσης από τμήματα της κυρίαρχης τάξης δεν αποβλέπουν σε άλλο από την χειραγώγηση των πληθυσμών σε δοσμένες επιλογές που προβάλλονται ως διαφορετικές. Για να διασκορπίζονται σκέψεις και δράσεις  σε ψευδή διλήμματα, τα οποία σταθεροποιούν το status quo.  Κάτι αντίστοιχο γίνεται και στα καθ’ ημάς με την αναζήτηση του κατάλληλου προέδρου για την καλύτερη λειτουργία του πολιτεύματος,  για νάχουμε να λέμε, όταν η ίδια η πολιτική ηγεσία απροκάλυπτα το χρησιμοποιεί για εξυπηρέτηση ταξικών συμφερόντων απαξιώνοντάς το στις υποτελείς τάξεις με αυθαιρεσίες και παραλείψεις.
         Καθώς και οι εκλογές στις ΗΠΑ ακολουθούν το ρεύμα των πραγματικών διαφωνιών μεταξύ φατριών εντός της αμερικανικής αστικής τάξης,  γι’ αυτό και στην πραγματικότητα τα δυο πολιτικά κόμματα των ΗΠΑ δεν αντιπροσωπεύουν παρά αποκλίνουσες στρατηγικές δημοσίων σχέσεων με τις οποίες προωθείται η αυτοκρατορία των ΗΠΑ στις κατώτερες τάξεις, οι οποίες με κάθε πρόεδρο συνεχίζουν να εξαθλιώνονται. Η διαφοροποίηση του Τραμπ περιορίζεται  ότι   κάνει με θρασύτητα πιο διάφανη την πολιτική της ιμπεριαλιστικής Αμερικής, φέρνοντας στο προσκήνιο τους πλουτοκράτες που υπαγορεύουν την πολιτική της, όπως και επί Μπάιντεν και προηγούμενων προέδρων, και δεν  ξορκίζει το φασισμό, όπως όλοι,  εφαρμόζοντας όμως φασιστικές πρακτικές.
          Εν μέσω μιας γενοκτονίας που διαπράττει το Ισραήλ με την αμέριστη στήριξη και βοήθεια των ΗΠΑ, οι εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου πρόσφεραν μια επιλογή μεταξύ ενός ατόμου που θα μπορούσε να …ζωγραφίσει ουράνια τόξα στις βόμβες που θα προμήθευε στο Ισραήλ για να αφανίζει τους Παλαιστίνιους και ενός ατόμου που θα καυχιόταν ότι ποτέ δεν θα έκανε κάτι τέτοιο στις βόμβες που αυτός θα έστελνε. Κανένας από τους δυο όμως δεν θα απέτρεπε μια γενοκτονία αν εξυπηρετούσε τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα. Και φυσικά κανένας τους, όσο η συγκεντρωμένη στις ΗΠΑ δομή εξουσίας εξακολουθεί να κυριαρχεί στον κόσμο μας, δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει τη δικαιοσύνη για τις πράξεις και αποφάσεις του ή  να λογοδοτήσει για την καταπάτηση του διεθνούς δικαίου, αποδεικνύοντας ότι το διεθνές δίκαιο υπάρχει μόνο στο βαθμό που μπορεί να επιβληθεί.  Για την κυρίαρχη προπαγάνδα θεωρείται αυτονόητο να ενδιαφέρει η επικράτηση μιας διεθνούς τάξης βασισμένης σε κανόνες που ευνοούν τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ. 
          Όλη η καπιταλιστική Δύση προβάλλεται ως πρότυπο στον τρόπο διακυβέρνησης και πολιτικής.  Περηφανεύεται για τη φιλελεύθερη δημοκρατία της και δημαγωγεί  για δικαιώματα σε όλα τα επίπεδα, απαιτώντας την εφαρμογή τους απ’ όλους, όπου γης. Επιβάλλει μάλιστα κυρώσεις στους άλλους, στις περιπτώσεις βέβαια που δεν εναρμονίζονται με την πολιτική της,  και είναι τότε που ανακαλύπτει παραβιάσεις, εξαιρώντας πάντα τον εαυτό της.
        Και στη χώρα μας, ιδιαίτερα από την κρίση και μετά, όταν ομογενοποιήθηκαν όλα τα αστικά κόμματα, οι κυβερνήσεις που εναλλάχτηκαν στην εξουσία απέδειξαν την ικανότητά τους να ενσωματώνουν στα κυβερνητικά παιχνίδια τους δημοσιογράφους και τα μέσα ενημέρωσης. Ενώ η πολιτική ηγεσία δίνει εγγυήσεις διαφάνειας και ελευθερίας για να αποκοιμίσει καλύτερα την κοινή γνώμη, ακολουθεί πανομοιότυπη λογική με όλες τις δυτικές δημοκρατίες. Ρυθμίζει τους κανόνες της δημοσιογραφικής εργασίας χωρίς να απαγορεύεται τίποτε, καταλαμβάνει το πεδίο επικοινωνίας που ελέγχεται από την  κυρίαρχη τάξη που εκπροσωπεί, περιθωριοποιώντας κάθε φωνή που αντιτίθεται. Κι έτσι ούτε και στη χώρα μας από τα συστημικά μέσα επικοινωνίας φτάνει η φωνή της ματωμένης Παλαιστίνης ούτε ακόμα και τα ερωτηματικά ή και αποκαλύψεις από δυστυχήματα όπως των Τεμπών που η εμπλοκή αξιωματούχων μοιάζει να το μετατρέπει σε έγκλημα.
         Την προηγούμενη εβδομάδα ή εκδίωξη από τη συνέντευξη Τύπου  στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ δυο δημοσιογράφων, τον ένα άντρες της ασφάλειας τον έβγαλαν σηκωτό από την αίθουσα, μοιάζει να συνοψίζει σε μια εικόνα το είδος της ελευθερίας που απολαμβάνει η δημοσιογραφία. Εκδιώχθηκαν οι δυο δημοσιογράφοι επειδή έκαναν άβολες ερωτήσεις. Ο ένας, Σαμ Χουσεϊνί,  ρωτούσε τον υπουργό εξωτερικών Α. Μπλίνκεν γιατί δεν βρίσκεται στη Χάγη για τα εγκλήματα πολέμου, ενώ ο άλλος, Μ. Μπλουμεντάλ, γιατί επέτρεψε τη δολοφονία εκατοντάδων δημοσιογράφων στη Γάζα. Οι υπόλοιποι δημοσιογράφοι  παρακολουθούσαν αμέτοχοι, το πολύ κάποιοι να κατέγραφαν στο περιστατικό στο κινητό τους.
          Μέσα ενημέρωσης περιέγραψαν τους δημοσιογράφους σαν ακτιβιστές κι εξέφρασαν την απορία τους που παρεισέφρησαν στην αίθουσα τύπου προσβάλλοντας με το είδος των ερωτήσεων τον οικοδεσπότη. Είναι χαρακτηριστικό ότι γίνεται αποδεκτό η κυβέρνηση να επιβάλλει περιορισμούς με πρόσχημα τη διασφάλιση της εύρυθμης διαδικασίας. Κι ενώ από τη μια, στα λόγια, υποστηρίζεται το δικαίωμα στους δημοσιογράφους να κάνουν σκληρές ερωτήσεις και να ζητούν ευθύνες από αξιωματούχους, από την άλλη όταν αυτό γίνεται πράξη το απαγορεύουν επικαλούμενοι υπέρβαση ορίων της καθιερωμένης ευπρέπειας και των κανόνων για τις δεσμεύσεις του Τύπου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση με τον Μπλίνκεν και τη γενοκτονία στη Γάζα, το πρόβλημα δεν ήταν η γενοκτονία, αλλά ότι οι δημοσιογράφοι ήταν ανεπαρκώς ευγενικοί σχετικά μ’ αυτήν. Και καταλήγουμε στο τραγελαφικό, οι δυτικοί αξιωματούχοι που αισθάνονται ταλαιπωρημένοι και προσβεβλημένοι με τις ερωτήσεις για τις ευθύνες τους να πρέπει να μας ενδιαφέρουν περισσότερο από τα παιδιά που διαμελίζονται και καίγονται από αμερικανικά στρατιωτικά εκρηκτικά.  Κι αυτός είναι ο δυτικός φιλελευθερισμός με λίγα λόγια και σε μια εικόνα.