Στο αστικό πολιτικό μας
σύστημα, ενώ φάνηκε όταν ξεκίνησε η οικονομική κρίση με την επιβολή των
μνημονίων να διαταράσσεται η ισορροπία του με την καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ, μέσα
σε λιγότερο από μια τριετία αυτή αποκαταστάθηκε. Ο ΣΥΡΙΖΑ σαν έτοιμος από καιρό,
τονίζοντας μάλιστα την αριστερή ριζοσπαστικότητά του και με σημαία του την
αντίθεση με τα μνημόνια, ανέλαβε
προθύμως να αποκαταστήσει το σχήμα του δικομματισμού που διατηρεί και αναπαράγει
τον ίδιο κοινωνικό σχηματισμό, παίρνοντας τη θέση του ΠΑΣΟΚ. Και μετά σχεδόν 10
χρόνια, αφού εκτέλεσε για την κυρίαρχη εξουσία επιτυχώς το ρόλο του,
παρακολουθούμε σε απευθείας σύνδεση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη διάλυσή του
εν μέσω χλεύης, εμπαιγμών και
γελοιοποίησης, με προεξάρχοντα τον εξ Αμερικής ορμώμενον Στ. Κασσελάκη. Και αποδεικνύοντας για μια ακόμα φορά τον ύποπτο ρόλο που πάντα παίζει η
σοσιαλδημοκρατία στους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες.
Στην
Ελλάδα η κατοχική αντιστασιακή δράση, η ένοπλη
ταξική σύγκρουση, με επικεφαλής το ΚΚΕ, ενάντια
στην εγχώρια αστική τάξη που συνεπικουρούνταν από τις ξένες δυνάμεις της Βρετανίας
και μετά των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την αντιδικτατορική
αντίσταση γενικά της Αριστεράς δημιούργησε μια σύγχυση για τα όρια και το
περιεχόμενο της Αριστεράς. Αν προπολεμικά τα κομμουνιστικά κόμματα βρέθηκαν
υποχρεωμένα να λειτουργούν ως αντιφασιστικές δυνάμεις και λιγότερο ως δυνάμεις
κοινωνικής ανατροπής, στη χώρα μας το μετεμφυλιακό κράτος και η δικτατορία
επέβαλλαν τη διατήρηση ως κύριο χαρακτηριστικό του κομμουνιστικού κινήματος τον αντιφασισμό που συνοδευόταν από το αίτημα
του εκδημοκρατισμού. Γιατί μέχρι τη δικτατορία αναπαραγόταν ο κοινωνικός
σχηματισμός χρησιμοποιώντας τον καταπιεστικό μηχανισμό του κράτους. Μετά τη δικτατορία
ξεκίνησε ο εκσυγχρονισμός του κρατικού φορέα και του πολιτικού συστήματος κατά
τα ευρωπαϊκά πρότυπα, αφού διακαής πόθος σχεδόν του συνόλου της αστικής μας τάξης
ήταν η ένταξη στην τότε ΕΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ
πήρε από το κίνημα που είχε σχέση με το εργατικό κίνημα τον αντιφασισμό, την
αντιδεξιά γραμμή, την πάλη κατά σκανδάλων και γενικά της καθεστηκυίας τάξης που
προκαλεί ανώμαλες πολιτικές καταστάσεις και χειραγώγησε τις διεκδικήσεις του.
Το μάξιμουμ αυτών των διεκδικήσεων έγινε το κράτος πρόνοιας κι έπαψε στην κοινωνία να
τίθεται ζήτημα σοσιαλιστικής επανάστασης και κοινωνικής ανατροπής. Η κυρίαρχη και μόνη προοπτική έγινε ο
εκσυγχρονισμός και εκδημοκρατισμός με σύσσωμους τους μικροαστούς να ομνύουν στο
όνομα του Α. Παπανδρέου.
Κι ύστερα ήρθαν τα μνημόνια που απείλησαν με
οικονομικό αφανισμό μικροαστούς και μικρομεσαίους, που νιώθοντας προδομένοι από
το ΠΑΣΟΚ, στράφηκαν σ’ εκείνη την πολιτική δύναμη, το ΣΥΡΙΖΑ, που στο νέο
απειλητικό περιβάλλον με έωλες υποσχέσεις ανέλαβε να εφησυχάσει φόβους και ανησυχίες.
Το πρόβλημα είναι όμως ότι η αστική τάξη σε ήρεμες περιόδους οικονομικής
σταθερότητας και σε αντιπαράθεση με το αντίπαλο δέος του σοσιαλισμού, μπορεί να διαθέτει τρόπους να ενσωματώνει
στρώματα εργαζομένων στο σύστημα, όπως έγινε με το ΠΑΣΟΚ, γι’ αυτό και δημιουργήθηκε
κίνημα γύρω από αυτόν τον πολιτικό φορέα. Με μοναδική όμως κυρίαρχη
ιμπεριαλιστική δύναμη τις ΗΠΑ, με την
οικονομική κρίση, τα μνημόνια και την ένταση των απαιτήσεων του καπιταλισμού
δεν αφήνονταν στο ΣΥΡΙΖΑ περιθώρια εξισορρόπησης
των αρνητικών τους συνεπειών στην κοινωνία, χωρίς ρήξη και ανατροπή. Χωρίς λοιπόν
αμφισβήτηση του ρόλου του κεφαλαίου, αφήνοντας άθικτη την οικονομική δομή η
σοσιαλδημοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ σαν
κυβέρνηση δεν έκανε άλλο από το να ψηφίζει και να εφαρμόζει νόμους που νομιμοποιούσαν τις επιθέσεις του
κεφαλαίου στον κόσμο της εργασίας.
Ήταν
λοιπόν θέμα χρόνου να αποκαλυφτεί για δεύτερη φορά η χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατίας,
με τη μορφή αυτή τη φορά της ριζοσπαστικής
Αριστεράς. Πλήρως απροετοίμαστη, με την ασυνέπειά της φανέρωνε διάτρητη την ιδεολογία
της και ξεκάθαρη την προθυμία της να
σαρώσει όλα τα στηρίγματα μιας φιλολαϊκής πολιτικής διαμορφώνοντας θεσμούς και
καταστάσεις κομμένους και ραμμένους στα καπιταλιστικά συμφέροντα. Έκδηλη πια η ανεπάρκειά της, έβλεπε η συνταγή της
να μην έχει πέραση σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα και φάνηκε εύλογη για τους απογοητευμένους ψηφοφόρους της η αποχώρηση της από την εξουσία για να
αναλάβουν οι αυθεντικοί συντηρητικοί, που προέκυψαν στην πορεία αρκούντως ακροδεξιοί.
Όμως η αποτυχία
της σοσιαλδημοκρατίας να αναιρεθούν κάποιες από τις συνέπειες της καπιταλιστικής
επίθεσης φέρνει στο προσκήνιο εκείνες τις δυνάμεις που έναν αιώνα τώρα με
συνέπεια, μέσα από πάλη και αγώνες, μιλούν για ανατροπή του καπιταλισμού, τους κομμουνιστές.
Εξάλλου, ο εκφυλισμός του ΣΥΡΙΖΑ και η
γελοιοποίησή του, μια καρικατούρα πολιτικής πια, με έναν πρόεδρο από το πουθενά που οι
παρατρεχάμενοι της κυρίαρχης εξουσίας χρεώνουν συλλήβδην στην αριστερά για να
την απαξιώσουν, δεν καταφέρνουν να αγγίξουν το ΚΚΕ που πολύ νωρίς διαχώρισε τη
θέση του από το είδος της Αριστεράς που πρέσβευε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι μεταλλάξεις
του. Και έτσι έχει απομείνει ο μόνος αντίπαλος στην καπιταλιστική λαίλαιπα,
οργανωμένος και ισχυρός, το Κομμουνιστικό κόμμα, που τα τελευταία χρόνια όσο
αυξάνει ο κόσμος που συσπειρώνεται μαζί του περνά από τη λογική της άμυνας στη
λογική της επίθεσης.
Κι αν ο κυρίαρχος λόγος επιμένει
στην ταύτιση της Αριστεράς με το ΣΥΡΙΖΑ σε μια προσπάθεια διάλυσής της πια ως
αυτόνομης πολιτικής δύναμης, το κάνει όχι μόνο
με σκοπό να διαγράψει κάθε ελπίδα για προοπτική κοινωνικού μετασχηματισμού, αλλά και
για να παρασύρει δεξιότερα το πολιτικό εκκρεμές
του πολιτικού συστήματος, διαμορφώνοντας καταστάσεις για δημιουργία του
δεύτερου πόλου στο δικομματικό σύστημα. Γιατί έχοντας μείνει χωρίς πολιτική η σοσιαλδημοκρατία, θα
πρέπει το πολιτικό μας σύστημα να εφεύρει τον άλλο πόλο του δικομματισμού για
να συνεχίσει απρόσκοπτα να λειτουργεί η αστική μας δημοκρατία χωρίς ατυχήματα, δηλ. χωρίς τον κίνδυνο να αναδειχθεί και εκλογικά ισχυρή πολιτική δύναμη το ΚΚΕ.
Έχοντας αποδειχθεί φρούδες
ελπίδες οι υποσχέσεις για ισορροπία ανάμεσα σε μια καπιταλιστική οικονομία και
ένα αστικό κράτος που δήθεν προσπαθεί να
αναιρέσει ορισμένες από τις κοινωνικά ανεπιθύμητες συνέπειές της, αποδεικνύεται
ότι η επιβολή του κόσμου της εργασίας στην
οικονομία συνεπάγεται την κατάργηση του καπιταλισμού. Η αστική τάξη δηλ. παράγει
αντιθέσεις που επανατροφοδοτούν τον αγώνα της εργατικής τάξης, επιβεβαιώνοντας
το ΚΚΕ και καθιστώντας το ξανά το μοναδικό πόλο συσπείρωσης κάθε αντικαπιταλιστικού
και αντιϊμπεριαλιστικού αγώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου