Τετάρτη 21 Αυγούστου 2024

ΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΪΟΝ

 

Τελευταία οι  προβληματισμοί για τη «βαριά μας βιομηχανία» τον τουρισμό,  με τις συνέπειες που προκαλεί η αύξησή του στην καθημερινή  ζωή και στο περιβάλλον μοιάζει να πληθύνονται. Οι διαμάχες που προκαλούνται και σχετίζονται με πρακτικές τουρισμού  και οι διαμαρτυρίες των κατοίκων δεν αφορούν αποκλειστικά την αύξηση των τουριστών, αλλά  αμφισβητούν και το είδος των αστικών εξελίξεων και μετασχηματισμών και για το ποιον ευνοούν και ωφελούν.
        Πέρυσι, το Μάρτιο του 2023, με την άγρια επίθεση που  δέχτηκε ο αρχαιολόγος στην εφορία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων  Μ.  Ψαρρός ήρθαν στο προσκήνιο  με ρεπορταζ και ειδήσεις οι  πολεοδομικές και άλλες αυθαιρεσίες στα τουριστικά νησιά και ιδιαίτερα στη Μύκονο, όπου υπηρετούσε ο αρχαιολόγος. Αποκαλύψεις για τις παρανομίες στις παραλίες, καθώς τότε ξεκινούσε και η καλοκαιρινή περίοδος του τουρισμού,  συμβάλανε ώστε η αντίθεση του κόσμου για την παράνομη κατάληψη των παραλιών από επιχειρηματίες και τον περιορισμό της πρόσβασης σε αυτές να εκφραστεί με διαμαρτυρίες σε πολλά νησιά και τουριστικούς προορισμούς της χώρας. Κι ένα πλήθος από άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της κεντρικής πολιτικής σκηνής έδειχναν έκπληκτοι για τις παρανομίες. Με σθένος διαβεβαίωναν την πάταξη των παρανομιών που χρόνια ολόκληρα παραδόξως αγνοούσαν, μέχρι που άρχισαν να πληθαίνουν οι διαμαρτυρίες, τις οποίες έσπευσαν οι πέριξ της κυρίαρχης εξουσίας δημοσιογράφοι να βαφτίσουν υποτιμώντας τες κίνημα πετσέτας.
          Φέτος η κυβέρνηση μέσω  του Υπουργείου  Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, έβγαλε και ανακοίνωση στις 24 Ιουλίου, δεν έχανε ευκαιρία  να διαφημίζει την επιβολή προστίμων σε επιχειρηματίες που καταλάμβαναν αυθαίρετα τμήματα παραλιών και δεν συμμορφώνονταν με το νομοθετικό πλαίσιο. Συγχρόνως επαναλαμβάνει τις προθέσεις της να διευθετήσει το πρόβλημα της βραχυχρόνιας μίσθωσης καταλυμάτων που περιορίζουν την προσφορά κατοικίας για ενοικίαση, αλλά και αλλάζουν τον χαρακτήρα ολόκληρων γειτονιών  με τη συγκέντρωση σ’ αυτές μεγάλου αριθμού τουριστών.
          Από την άλλη δημοσιογράφοι, όπως ο Α. Πορτοσάλτε που  προτείνει να παραχωρηθούν οι τουριστικοί τόποι εξ ολοκλήρου στους τουρίστες, αφού «δεν χωράμε» και να μην πηγαίνουμε διακοπές στον τόπο μας την περίοδο της τουριστικής αιχμής, θριαμβολογούν για την αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό.  Ενώ την ίδια λογική εκφράζει και  η  έκτακτη ανακοίνωση στα τέλη Ιουλίου της Τοπικής Κοινότητας Θήρας για ελάττωση των μετακινήσεων των πολιτών για διευκόλυνση των τουριστών.  Και αυτή η λογική της προτεραιότητας του τουρισμού δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κάτι ακραίο, αλλά μάλλον ως προάγγελος του μέλλοντος που διαμορφώνεται στον τουριστικό τομέα. 
         Καθώς η οικονομία της Ελλάδας αναπτύσσεται μονοδιάστατα, βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στον τουρισμό, αφού η συνολική συνεισφορά του άμεσα και δευτερογενώς, αντιστοιχεί μέχρι και  34% του ΑΕΠ, οδηγεί  τη μετατροπή όλης της χώρας σε τουριστικό κατάλυμα και τους κατοίκους της σε εργαζόμενους παροχής υπηρεσιών. Επομένως επειδή  ο τουρισμός αποτελεί μια από τις κύριες πηγές εισοδήματος χρησιμοποιείται  ως  μοχλός ανάπτυξης, στο βαθμό που καταλαμβάνει  μια θέση σημαντική στην οικονομική και χρηματοοικονομική δομή της εθνικής οικονομίας και έτσι ασκεί μεγάλη επιρροή στους άλλους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας ευρύτερα. Ο τουρισμός λοιπόν εξελίσσεται σε έναν τομέα ανάπτυξης που είναι σχετικά εύκολο να προωθηθεί με ελάχιστες δημόσιες επενδύσεις, όσες είναι απαραίτητες και μόνο αναγκαίες με την αναμόρφωση των αστικών χώρων και τη χρήση μάρκετινγκ.
         Η ανάπτυξή του αντανακλάται  τόσο στην παρουσία τουριστών και  στην επιθυμία των τοπικών αρχών ή επιχειρήσεων να αυξηθεί ο αριθμός τους  στην επικράτειά τους, όσο και  στην αρνητική στάση απέναντι στον τουρισμό και  στο  τουριστικό «βλέμμα» μέσα από το οποίο ερμηνεύεται ο κόσμος. Ο τουρισμός δεν είναι ένα αυτόνομο φαινόμενο που μπορεί να διαχωριστεί από το αστικό του πλαίσιο και πολύ περισσότερο από το είδος της οικονομίας που υπηρετεί. Οι διαφορετικές μορφές του και οι ξεχωριστές πρακτικές του αναμειγνύονται με τις κανονικές αστικές πρακτικές σ’ ένα καπιταλιστικό περιβάλλον,  όπως είναι η στέγαση, η αναψυχή, η κινητικότητα, η κατανάλωση.  Ως εκ τούτου, τα όρια μεταξύ τουριστικών και μη τουριστικών αστικών πρακτικών είναι ασαφή, ρευστά και αλληλοκαλυπτόμενα.
           Ο τουρισμός αλλάζει και μεταμορφώνει πόλεις και αστικούς χώρους και αντίστροφα, ενώ αυτοί οι μετασχηματισμοί δεν είναι πάντα επιθυμητοί από την μεριά  των κατοίκων. Γιατί η ανάπτυξη  του τουρισμού σημαίνει την προετοιμασία μιας περιοχής, ενός προορισμού, τη διαμόρφωση του χώρου που με τη σειρά του διαμορφώνει τις χρήσεις του. Δηλ.  ο τουριστικός προορισμός είναι ένα προϊόν που «κατασκευάζεται. Η εξέλιξη μάλιστα των τουριστικών πρακτικών αμφισβητεί τις αντιθέσεις που υπάρχουν μεταξύ τουριστικών και μη τουριστικών προορισμών. Οι τουριστικοί προορισμοί γίνονται συνηθισμένοι τόποι, ενώ οι συνηθισμένοι τόποι γίνονται τουριστικοί προορισμοί. Οι νέες τάσεις στις τουριστικές πρακτικές για αναζήτηση αυθεντικών εμπειριών ή νέων τρόπων αξιοποίησης  αυτής της αυθεντικότητας, καθώς οι νέοι τουρίστες φαίνεται να αναζητούν όλο και περισσότερο μια αυθεντική εμπειρία ή και μια εξατομικευμένη συγκίνηση, κάνουν θολά τα όρια μεταξύ του εδώ και του αλλού και ανάμεσα στο εξωτικό και το καθημερινό.
            Κι αν ο τουρίστας αναζητά  ταξίδια για να ξεφύγει από την αποξένωση της σύγχρονης ζωής, η αναζήτηση αυτή  είναι  καταδικασμένη σε αποτυχία, λόγω της ίδιας της φύσης της τουριστικής πρακτικής, η οποία χρησιμοποιείται από τους τουρίστες και από την αγορά. Ο τουρίστας ως παραθεριστής αναζητά, ανεξάρτητα από τη χώρα, την ίδια άνεση ζωής που έχει συνηθίσει, πράγμα που συνεπάγεται ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου ξενοδοχειακούς πόρους των οποίων τα πρότυπα τείνουν να είναι παγκοσμιοποιημένα και ομογενοποιημένα. Ταυτόχρονα ως ταξιδιώτης ψάχνει για το αυθεντικό. Ο τουρισμός όμως έχει γίνει έχει γίνει ένα στοιχείο μάρκετινγκ που στοχεύει να κάνει έναν προορισμό ή μια εμπειρία του τουρισμού να ξεχωρίζει και διαμορφώνει τη φύση για να εφεύρει την παραλία, το βουνό ή την ύπαιθρο. Η φύση γίνεται η κληρονομιά της ανθρώπινης δράσης και ο τουρισμός επινοεί αυτήν την κληρονομιά. Προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην τουριστική ζήτηση της αλλαγής του τοπίου και της αυθεντικότητας, οι κοινωνίες λοιπόν είναι καταδικασμένες να αναζωπυρώνουν ένα ανασυσταμένο παρελθόν ή ακόμη και να αναδημιουργούν από το μηδέν έναν πολιτισμό που εξαφανίστηκε εδώ και πολύ καιρό.
         Εν ολίγοις, η τουριστική βιομηχανία είναι μια ζωντανή απόδειξη ότι το κεφάλαιο δεν δημιουργείται μόνο στους χώρους παραγωγής,  αλλά και στους χώρους  αναπαραγωγής και κυκλοφορίας του. Το κεφάλαιο μπορεί να κάνει εμπόρευμα  ακόμα και την ανάγκη να σπάσει το διαχωρισμό παραγωγικού χρόνου και ελεύθερου χρόνου, την ίδια στιγμή που εμείς κινούμαστε ανυποψίαστοι στο χώρο τους ελεύθερου χρόνου.    

Δεν υπάρχουν σχόλια: