Βλέποντας κανείς στις οθόνες τις
χιλιάδες κόσμου που βγήκαν στον Πειραιά να γιορτάσουν τη νίκη δεν μπορεί να μην
αναρωτηθεί πώς βρέθηκε τόσος πολύς κόσμος με τέτοιο έξαλλο ενθουσιασμό να έχει πλημμυρίσει
τους δρόμους. Ακούγοντας τον πρόεδρο του Ολυμπιακού Β. Μαρινάκη να αποθεώνεται
από το πλήθος μιλώντας για την πραγματοποίηση των ονείρων, για
«ατέλειωτο λαό» που μαζί με παίκτες και προπονητή δίνουν τη δύναμη «να
συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε»
ζητοκραυγάζοντας για το Θρύλο, τον Πειραιά και την Ελλάδα μένει με την
απορία για την λαϊκή εμβέλεια του συγκεκριμένου επιχειρηματία με τις πολλές
σκιές στη δράση του.
Όλοι αυτοί οι επιχειρηματίες που
είναι ιδιοκτήτες ποδοσφαιρικών ομάδων είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα της
επιρροής του ποδοσφαίρου στις μεγάλες μάζες. Η ιδιοκτησία μιας ομάδας είναι ένας
ιδανικός τρόπος για τους επιχειρηματίες να ενισχύσουν τους δεσμούς με μια
κοινότητα, όχι για εμπορικούς λόγους, για να προωθούν προϊόντα απευθείας στους
υποστηρικτές τους, αλλά για να εξασφαλίσουν πολιτικά πλεονεκτήματα που θα τους
επιτρέπουν ελιγμούς και διεκδικήσεις για τις επιχειρηματικές τους ή άλλες
δραστηριότητες. Επειδή λοιπόν τίποτε
δεν
μοιάζει με το ποδόσφαιρο που μπορεί να προσελκύει τέτοια μαζική υποστήριξη,
αφού σε πολύ λίγες περιοχές της ζωής υπάρχουν
ευκαιρίες για δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να ενώνονται μαζί σε μια
συλλογική φωνή, χωρίς να είναι επαναστατική, το ποδόσφαιρο απολαμβάνει την
υποστήριξη πλούσιων ιδιοκτητών, παγκόσμιων μέσων μαζικής ενημέρωσης και χορηγών
εταιρειών. Όλοι αυτοί δηλ. που επιθυμούν
να έχουν πρόσβαση και να επηρεάζουν όχι μόνο φιλοδοξίες καταναλωτών αλλά και
επιλογές πολιτών στα εκατομμύρια των
οπαδών των ποδοσφαιρικών ομάδων που παρευρίσκονται και παρακολουθούν τα
παιχνίδια τους σε όλον τον κόσμο.
Με την εξύψωση του ανταγωνισμού και
τον θρίαμβο των νικητών, το ποδόσφαιρο αποκρυσταλλώνει κοινωνικά, πολιτικά,
εθνικά και διεθνή ζητήματα. Σήμερα έχει γίνει μια κερδοφόρα οικονομία, ένα
θέαμα με τ’ αστέρια του, τους ναούς του, τις μεγάλες μάζες του, τα πάθη του,
τις υπερβολές τους, ενώ είναι συγχρόνως και η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, το
παιχνίδι.
Χιλιοειπωμένο, αλλά όχι φθαρμένο κλισέ, είναι ότι το
ποδόσφαιρο, κι ας είναι πολλές φορές
συνώνυμο της διαφθοράς, έχει γίνει μια
μεγάλη επιχείρηση, που έχει όμως
τη δύναμη να κινητοποιεί τα πλήθη. Εξάλλου είναι ευρέως αναγνωρισμένος ο
εμπορικός χαρακτήρας του αθλητισμού, που είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο και
παρατηρείται κάτι παραπάνω από μισό αιώνα για την πλειοψηφία των αθλημάτων.
Μέχρι πριν 5 ή έξι δεκαετίες τα περισσότερα αθλήματα διοργανώνονταν σε ερασιτεχνικό
επίπεδο, ενώ και στον επαγγελματικό
αθλητισμό τα ποσά που διακυβεύονταν ήταν αμελητέα. Ο εμπορικός αθλητισμός
πια έχει γίνει μια από τις πιο ορατές εκδηλώσεις της καπιταλιστικής
παγκοσμιοποίησης, με τις αναμεταδόσεις
και τις χορηγίες να έχουν μετατρέψει
συλλόγους και παίκτες σε οχήματα για την παραγωγή χρημάτων. Ο χώρος του
αθλητισμού και ιδιαίτερα του ποδοσφαίρου λειτουργεί σαν ένας μικρόκοσμος του
καπιταλισμού. Σ’ αυτόν βέβαια το χώρο εκδηλώσεις μονοπωλιακής εξουσίας που να γίνονται
μάλιστα αντιληπτές δεν μπορεί να λειτουργήσουν, γιατί οι ομάδες και οι αθλητές
χρειάζονται ανταγωνιστές. Γιατί πρέπει το παιχνίδι να είναι συναρπαστικό,
πρέπει κάποιος να παίζει καλά, για να ταυτίζονται οι φίλαθλοι που παρακολουθούν
μαζί του, συμμετέχοντας στο παιχνίδι κι αυτοί, νιώθοντας τη μαγεία του
ποδοσφαίρου κι έτσι να αυξάνονται τα έσοδα για
τις ομάδες-εταιρείες και τους παίκτες.
Μπορεί λοιπόν η χαρά και ο
ενθουσιασμός να είναι αυτονόητη συνέπεια
της νίκης του Ολυμπιακού στον τελικό του
Conference League ενάντια της Φιορεντίνα, όμως και ο προβληματισμός για την
ένταση, το πάθος και τη μαζικότητα των πανηγυρισμών στη συγκεκριμένη συγκυρία
δεν μοιάζει παράδοξος.
Για άλλη μια φορά γεννούνται τα
ίδια εύλογα ερωτήματα Γιατί κατορθώνει
το ποδόσφαιρο να βγάλει τόσους ανθρώπους στο δρόμο, που καμιά κινητοποίηση, για
πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα, τα τελευταία χρόνια δεν έχει κατορθώσει;
Είναι που συγκεντρώνει το ποδόσφαιρο πολλούς ανθρώπους που δεν έχουν καμιά
σχέση μεταξύ τους, βάζοντας πολλά δυσάρεστα στην άκρη, ξεπερνώντας τα πάντα και
ζώντας μόνο τη στιγμή της θριαμβευτικής νίκης; Είναι επειδή αυτές οι
συγκεντρώσεις επιτρέπουν την πρόσβαση σε μια κοινή ταυτότητα, τη μετάβαση από
μια θέση παθητικού θεατή σε θέση συμμετέχοντος, χωρίς όμως καμιά ευθύνη, καμιά
διακινδύνευση; Οι πανηγυρισμοί για την ποδοσφαιρική νίκη ανταποκρίνονται σε μια
θεμελιώδη ανάγκη συμμετοχής στη συλλογική οικοδόμηση ενός κοινού νοήματος, μιας
στιγμής της Ιστορίας, ειδικά όταν πρόκειται για ζήτημα συλλογικής χαράς και
ένταξης έστω και παροδικά σε συλλογικότητες που απορροφούν τις ταξικές;
Αυτές βέβαια οι επιδράσεις
συλλογικού ζήλου έχουν λίγη διάρκεια, παρόλο που η συναισθηματική τους ένταση
είναι τέτοια που καλύπτει τις παράφωνες φωνές. Όταν μάλιστα νιώθουμε την ομάδα μας να απειλείται, η κοινή
ταυτότητα μας ωθεί να ενωθούμε πίσω από τα σύμβολα της ομάδας για να την
προστατέψουμε. Κι επειδή η αγάπη για την
ομάδα κάποιου μπορεί να μετατραπεί σε θυμό, να εκφυλιστεί σε επιθετικότητα,
ακόμη και σε βία εναντίον εκείνων που θεωρούνται επιτιθέμενοι ή απλώς ότι
μοιράζονται λιγότερο αυτήν την ομαδική ταυτότητα, γι’ αυτό και οι βιαιότητες
μπορεί να μη λείπουν από τέτοιες εκδηλώσεις.
Όσοι λοιπόν κατέβηκαν στους δρόμους
κυματίζοντας τα σύμβολα του Ολυμπιακού
μετακινήθηκαν από ένα προσωπικό επίπεδο ταύτισης σε ένα συλλογικό. Και είναι
αυτές οι μαζικές εκδηλώσεις χαράς για τη νίκη σ’ ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι που
αντικατοπτρίζουν την τάση να βλέπει ο καθένας τους άλλους αλλά και τον εαυτό
του με ομαδικούς όρους.
Κατά τη διάρκεια των λεγόμενων έκτακτων γεγονότων,
θετικών ή αρνητικών γεγονότων που έρχονται σε ρήξη με την καθημερινή ζωή και στα οποία εμπλέκονται καθημερινοί άνθρωποι, οι
συγκεντρώσεις επιτρέπουν την πρόσβαση σε μια κοινή ταυτότητα, τη μετάβαση από
μια θέση παθητικού θεατή σε θέση συμμετέχοντος. Μια απειλή, μια
αντιπαράθεση, είναι όλα καταλύτες για εμπλοκή της μεγάλης πλειοψηφίας, για
κοινή ταυτότητα.
Γίνεται λοιπόν εμφανές πόσο ο
καθένας έχει ανάγκη την ομάδα, πόσο σε κάθε ευκαιρία καθένας εκφράζεται από την
άποψη της συλλογικής ταυτότητας εκείνης που έχει νόημα για τους εμπλεκομένους.
Και το ερώτημα αιωρείται, για τις αιτίες που η
ταξικής πάλη δείχνει αδύναμη να εκφραστεί με τη δυναμική και μαζικότητα
που βλέπουμε σε τέτοιες εκδηλώσεις.
Είναι επειδή
η απειλή σε κοινωνικό επίπεδο δεν βιώνεται άμεσα και συγκεκριμένα που δεν μπορεί να δημιουργήσει για την
πλειοψηφία συλλογικό νόημα; Είναι που οι ταξικές αντιπαραθέσεις, εξαιτίας της
προπαγάνδας και χειραγώγησης, δεν
βιώνονται σαν τέτοιες; Είναι που χρειάζεται ένα έκτακτο γεγονός να βιωθεί ως
απειλή για την ίδια την ύπαρξη του καθενός για να ενεργοποιήσει γύρω από ένα
συναίσθημα τις μεγάλες μάζες, όπως έγινε με το έγκλημα στα Τέμπη;
Γι’ αυτό η ταξική συνειδητοποίηση
είναι καίρια. Γι’ αυτό και η ενδυνάμωση του ΚΚΕ σε εκλογές είναι απαραίτητη,
για καθοδήγηση και οργάνωση ταξικών αγώνων. Για να βιώνονται οι ταξικές
συγκρούσεις ως τέτοιες, για να αντιλαμβάνεται η πλειοψηφία των εργαζομένων πόσο
ζωτικής σημασίας είναι τα ταξικά προβλήματα. Για να νιώθουμε ότι μπορούμε να
δράσουμε ως ομάδα με ταξικό πρόσημο, ότι ανήκουμε στην ίδια κοινωνική τάξη για να αναπτύσσεται η ταξική αλληλεγγύη. Όσο
περισσότερο θετικά ανταποκρινόμαστε σε όλα αυτά τόσο περισσότερο τείνουμε να
κινητοποιούμαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου