Εν μέσω δυο πολέμων με ενεργό
ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σ’ αυτούς, σε λιγότερο από τρεις βδομάδες
διεξάγονται οι εκλογές για την ανάδειξη μελών του κοινοβουλίου της. Και είναι τις
εκλογές του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου που επιδεικνύουν οι πολιτικές ηγεσίας της
Ευρώπης ως απόδειξη για το δημοκρατικό χαρακτήρα των θεσμών της, όσον αφορά τη
μορφή διακυβέρνησής της, με την εφαρμογή των τυπικών μηχανισμών της
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Βέβαια, ουσιαστικά η ύπαρξη
δημοκρατικού ελλείμματος στην Ένωση και τους θεσμούς της είναι κραυγαλέα,
υπολειπόμενη ακόμη και από την αστική δημοκρατία, εφόσον όλη η αρχιτεκτονική
της Ευρωπαϊκής Ένωσης ευνοεί την εκτελεστική εξουσία, με επικάλυψη
τεχνοκρατική, έναντι της νομοθετικής εξουσίας. Είναι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που
αποτελείται από τους αρχηγούς κρατών και
κυβερνήσεων των κρατών μελών που φαίνεται ότι καθορίζει τις πολιτικές
κατευθύνσεις και προτεραιότητες της Ε.Ε, σε αφανή σύμπραξη όμως με λόμπι και πολυεθνικές, γιατί
η ΕΕ παραμένει πάνω απ’ όλα ένωση καπιταλιστικών κρατών, παρά τις διακηρύξεις
και υποσχέσεις για μετατροπή της σε Ένωση λαών. Την πραγματική ιεραρχία της εξουσίας
στην Ε.Ε την αποτελεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα,
μαζί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που έχουν ευήκοα ώτα στα πολυεθνικά συμφέροντα
και τούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και είναι σε θέση να επιβάλλουν πολύ επιζήμιες
πολιτικές στους λαούς της Ευρώπης.
Ένα πολύ μεγάλο μέρος των νόμων
που υιοθετούν τα εθνικά κοινοβούλια, σχετικά με ζητήματα που επηρεάζουν την
καθημερινή ζωή των πολιτών σε ολόκληρη την Ευρώπη, αποφασίζεται σε επίπεδο Ε.Ε
και στη συνέχεια απλώς μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο από τα εθνικά κοινοβούλια.
Εξάλλου, οι Συνθήκες της Ε.Ε έχουν ουσιαστικά ενσωματώσει τον πιο άγριο καπιταλισμό
στο ίδιο τον ιστό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κωδικοποιώντας όρους και προϋποθέσεις
για αύξηση κερδοφορίας του κεφαλαίου. Γιατί στην οικοδόμηση της ενότητας της
ευρωπαϊκής αγοράς κυριαρχεί η ταξική στρατηγική που δημιουργεί ευκαιρίες για τις πολυεθνικές εταιρείες.
Αυτή η δομή της όμως διευκολύνει τα μέγιστα τις πολιτικές
ηγεσίες των συμμετεχόντων εθνικών κρατών, γιατί μεταφέροντας εξουσία στην Ε.Ε
μειώνεται το πολιτικό κόστος της εφαρμογής αντιδραστικών πολιτικών με την εκτόπιση της
ευθύνης σε εξωτερικούς θεσμούς και παράγοντες. Καθιστώντας λοιπόν ισχυρότερη τη βούληση της Ευρώπης,
εμφανίζονται οι εγχώριες πολιτικές ηγεσίες αδύναμες, ώστε να μειώνονται οι
πιέσεις προς αυτές από κοινωνικούς φορείς. Αλλά συγχρόνως, με τον εξωραϊσμό των
στόχων και της πολιτικής της Ε.Ε δημιουργούνται και ελπίδες σε μεγάλα τμήματα
του πληθυσμού για δημοκρατικότερη άσκηση της πολιτικής, προσβλέποντας σ’ αυτή
όταν τους απογοητεύει η εγχώρια πολιτική ηγεσία. Πάνω σ’ αυτήν την ιδεολογική
στρέβλωση πατά και ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης με την επιστολή που
περηφανεύεται ότι έστειλε στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν για παρέμβαση της Ε.Ε,
ώστε να εξομαλυνθούν οι διαφορές τιμών των πολυεθνικών μεταξύ των αγορών
των κρατών-μελών.
Καθώς η πολιτική της Ευρωπαϊκής
Ένωσης με τις συνέπειές της έχει καταφέρει να εδραιωθεί, για τα αστικά κόμματα η συζήτηση έχει
ξεπεράσει την αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής οικοδόμησης και του ενιαίου νομίσματος
και επιδιώκεται να αποσυνδεθεί η Ε.Ε με τα σύμφωνα σταθερότητας της από τις σκληρές πολιτικές λιτότητας που
προκαλούν πραγματικές κοινωνικές καταστροφές. Ο προβληματισμός επικεντρώνεται στην ανάδειξη ενός πολιτικού
σχεδίου γι’ αυτήν που μπορεί να τη βελτιώσει, όπως είναι για τα κεντροαριστερά
κόμματα η καταπολέμηση της φτώχειας, η πράσινη ανάπτυξη, η διεύρυνση και
υπεράσπιση δικαιωμάτων ή για τα ακροδεξιά η καταπολέμηση της μετανάστευσης.
Έχοντας αλλάξει τουλάχιστον τον
τρόπο έκφρασής της η ακροδεξιά -που αποφεύγεται να χαρακτηρίζεται φασιστική και
δεν διεκδικεί πια ναζιστικές και
φασιστικές ιδεολογίες του 1930, δεν εξυψώνει πλέον τη φυλή αλλά την ταυτότητα,
τις εθνικές αξίες, την πατρίδα και τον πολιτισμό της- αντιτάσσεται στην αύξηση
της μετανάστευσης επισείοντας την πολιτιστική απειλή που αντιπροσωπεύει το
Ισλάμ. Ο λόγος της μ’ αυτόν τον τρόπο έχει αποκτήσει εμβέλεια που διαπερνά όλα
τα αστικά κόμματα. Το σύνθημα του υποψήφιου
ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας
Γ. Αυτιά που ξέθαψε ατόφιο από το ιδεολογικό της οπλοστάσιο «Πατρίδα,
Θρησκεία, Οικογένεια», είναι ενδεικτικό των φασιστικών στοιχείων που έχουν
διαχυθεί στον κοινωνικό και πολιτικό ιστό. Γιατί η ακροδεξιά χρησιμοποιείται
για άλλη μια φορά για να απορροφήσει τους κραδασμούς από τους φόβους των
μικροαστών, που τρομοκρατημένοι από τον κίνδυνο να υποβαθμιστούν κοινωνικοοικονομικά
στρέφονται στις ακροδεξιές ή και φασιστικές δημαγωγίες που υπόσχονται
βεβαιότητες στο κοινωνικό τους status.
Βέβαια, η αντίληψη ότι η λύση για
το δημοκρατικό έλλειμμα της Ε.Ε
συνίσταται στην κοινοβουλευτικοποίησή της παραβλέπει ότι η ύπαρξη μιας ευρωπαϊκής υπερεθνικής δημοκρατίας ακόμα
και στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού προϋποθέτει μια πολιτική
κοινότητα με κάποια ομοιογένεια ανάμεσα στα μέλη κράτη, και όχι τις χαοτικές
διαφορές όπως ανάμεσα σε Γερμανία και Βουλγαρία ή Ελλάδα.
Αυτό όμως που κυρίως θα πρέπει να
ενδιαφέρει τους εργαζόμενους της Ε.Ε είναι να μπορέσει να επιτευχθεί η ταξική τους
ενότητα εντός της ένωσης. Δεν υπάρχει όμως ακόμα καμιά ταξική ενότητα σε
ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως το είδαμε και στις αγροτικές κινητοποιήσεις που
εξαπλώθηκαν το χειμώνα σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης και δεν κατάφεραν να συντονιστούν σε μια ομοιογενή ευρωπαϊκή μορφή παρά παροδικά.
Γιατί από την ίδρυσή της η Ε.Ε ήταν ένωση καπιταλιστών που απέβλεπε με τη δομή και νομοθεσία της και στην αποτροπή μιας
ταξικής ένωσης των εργαζομένων. Γι’ αυτό
και τις τελευταίες δεκαετίες η μόνιμη
μέριμνά της είναι νόμοι και ψηφίσματα που βάζουν στο στόχαστρο το κομμουνιστικό
κίνημα, αναθεωρεί την ευρωπαϊκή ιστορία αγώνων των κομμουνιστών, δημιουργεί
νομοθετικά προσκόμματα στην οργάνωση των εργαζομένων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι
ευρωπαϊκές εκλογές θα πρέπει και καλά να αγνοούνται ή να μποϊκοτάρονται, ακόμα
κι αν η συμμετοχή σ’ αυτές, όπως και σε κάθε εκλογή, προσθέτει μια δημοκρατική
επένδυση στο σύστημα, τροφοδοτώντας ίσως και την ψευδαίσθηση ότι η Ε.Ε μπορεί
να μεταρρυθμιστεί και να ενδώσει σε δημοκρατικές πιέσεις. Γιατί οι ευρωεκλογές μπορεί να γίνουν αφετηρία για
την μετατόπιση της πολιτικής ισορροπίας περισσότερο εντός των μελών κρατών και οι ταξικές διαιρέσεις που ισχύουν στα κράτη
μέλη της να μπορούν να αντικατοπτρίζονται στις πολιτικές αντιπαραθέσεις εντός των θεσμών της
ΕΕ. Γι’ αυτό και θα πρέπει να ενισχυθεί
το ΚΚΕ και σ’ αυτές τις εκλογές. Και βέβαια το ζήτημα είναι να μη σταματά η συμμετοχή στα κοινά με την
ψηφοφορία αλλά να είναι μια από τις εκφράσεις του λαού, με κυρίαρχες βέβαια τις
κινητοποιήσεις σε διαμαρτυρίες και τις οργανώσεις σε σωματεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου