Πριν λίγο καιρό, πολύ κουβέντα
γίνονταν για την ταινία του Netflix «Don't
Look Up», γιατί φάνηκε σαν μεταφορά για την κρίση που περνάμε με την επιδημία, με
τις αντιδράσεις που εμφανίζονται στην
ταινία να μοιάζουν τόσο οικείες με την πραγματικότητα
που βιώνουμε, ώστε να προκαλούν ανησυχία. Μ’ ένα εύπεπτο τρόπο η σάτιρα της ταινίας δείχνει την κοινωνία της εικόνας και του εντυπωσιακού
στιγμιότυπου που καταναλώνεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα τηλεοπτικά
προγράμματα, με τα μέσα ενημέρωσης να περιορίζονται στο να βομβαρδίζουν θεατές,
ακροατές και αναγνώστες με μηνύματα
χωρίς περιεχόμενο, τα οποία αμβλύνουν την πραγματικότητα ή την
αγνοούν εντελώς. Η τηλεθέαση και τα κλικ έχουν σημασία και δημιουργούν την
πραγματικότητα. Η ταινία, μ’ ένα κραυγαλέο ίσως τρόπο, δείχνει τη διαστρέβλωση
της άποψης της πραγματικότητας που προέρχεται από τη χειραγώγηση της
πληροφορίας, την επιπολαιότητα, την ψευδαίσθηση του απόλυτου ελέγχου ακόμη και
πάνω σε ανεξέλεγκτα φαινόμενα.
Αυτή
η χειραγώγηση και διαστρέβλωση της πραγματικότητας έφτασε με την επιδημία να
γίνεται κανόνας για τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο και τα συστημικά ΜΜΕ. Έτσι τις τελευταίες
μέρες επιμένουν στην προβολή μιας αμφισβητούμενης αποκλιμάκωσης κρουσμάτων της επιδημίας,
παρόλο που ο αριθμός των νεκρών από ή με
covid-19 αυξάνεται
συνεχώς, συνέπεια της καταστροφικής πολιτικής της κυβέρνησης στο θέμα διαχείρισης
της πανδημίας, που δεν περιλαμβάνει ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, αλλά
αντίθετα απαξίωσή του και συρρίκνωση του.
Και βέβαια σε καμιά περίπτωση δεν παραλείπεται να προβληθούν οι ευχαριστίες του
πρωθυπουργού στο εξουθενωμένο υγειονομικό προσωπικό, το οποίο όμως δεν
ενισχύεται με νέες προσλήψεις, οι εξαγγελίες
του για επιστράτευση του ιδιωτικού τομέα τονίζοντας τη συμμετοχή του στην
αντιμετώπιση της πανδημίας, παραβλέποντας όμως την οικονομική του ενδυνάμωση με την πολιτική
που ακολουθείται, ενώ ο κυνισμός του που αποκαλύπτεται με τη σύγκριση των νεκρών της επιδημίας με τη σωτηρία της οικονομίας βάζει το λιθαράκι για την εξαχρείωση του δημόσιου λόγου.
Αυτή
τη δεκαετία της οικονομικής και υγειονομικής κρίσης αποκαλύφτηκε πόσο το
κυρίαρχο πολιτικό σύστημα είναι υποδουλωμένο σε αδίστακτα οικονομικά
συμφέροντα, τα οποία θέτουν σε κίνδυνο τις ίδιες τις ζωές των πολιτών, λόγω του οικονομικού
πλεονεκτήματος που απολαμβάνει μόνο ένας μικρός κύκλος ανθρώπων. Η μόνη
χρηματοδότηση που η κυρίαρχη πολιτική τάξη εγκρίνει για την μεν παιδεία είναι η
αστυνομία και στα ίδια τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, για την δε υγεία η
επιδότηση του ιδιωτικού τομέα για αύξηση της κερδοφορίας του και υπεράνω όλων, χωρίς καμιά σύγκριση, η αύξηση
των στρατιωτικών δαπανών.
Καθώς
λοιπόν έχει διαμορφωθεί ένα σύστημα πληροφόρησης που είναι όλο και περισσότερο
διατεθειμένο να κρύψει την αλήθεια κάτω από το πρόσχημα της ελαφριάς και
αλόγιστης ψυχαγωγίας, που ψάχνει τρόπο για υποβάθμιση της σοβαρότητας ορισμένων
πληροφοριών, επιμένοντας στην κραυγαλέα
ευκολία του επιφανειακού και στην ανάλυση του ασήμαντου, βομβαρδίζοντας μας με ανεξάντλητες
πληροφορίες δεν είναι παράδοξο που βυθιζόμαστε
σ’ έναν ωκεανό πληροφοριών χάνοντας την πραγματικότητα. Κι έτσι ένα σύνολο ανεξέλεγκτων,
αναρίθμητων, κατασκευασμένων ή διαστρεβλωμένων πληροφοριών δημιουργούν έναν ιστό ψεύτικων ειδήσεων που φιλτράρεται μέσω των ΜΜΕ και των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης διαποτίζοντας την κοινωνία σαν ιός.
Η
άνοδος μάλιστα των κοινωνικών μέσων δικτύωσης έχει δώσει σε περισσότερους
ανθρώπους την ευκαιρία να μπορούν να επηρεάζουν μέσα σε ένα τεράστιο διαδικτυακό
κοινό. Αυτοί οι επηρεαστές, influencer, σε ρόλο ηγετών της κοινής γνώμης
θέλουν να διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τις
αγορές των καταναλωτών, συμβάλλοντας στο μύθο του παντοδύναμου ατόμου που
μπορεί να ξεχωρίζει και περιορίζοντας το άτομο σε ρόλο καταναλωτή. Κι αν στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο μάρκετινγκ που
χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αυτοί οι παράγοντες επιρροής επηρεάζουν σημαντικά τους
καταναλωτές με τις σκέψεις, τις στάσεις και τις απόψεις τους τις τάσεις της
ζήτησης για συγκεκριμένα προϊόντα, αυτή η επιρροή, με άγνωστες τις πηγές που
την τροφοδοτούν, μπορεί να επεκταθεί και
σε άλλα κοινωνικά ζητήματα, επεκτείνοντας και τη χειραγώγηση μ’ έναν πιο ευέλικτο
τρόπο. Κι αυτό αναδεικνύεται, με αρκετό
θόρυβο, κι αυτές τις ημέρες με το θέμα της καταγγελίας του βιασμού 24χρονης στη
Θεσσαλονίκη.
Παρακολουθώντας
όσα κυκλοφορούν από influencer, που έρχονται από το πουθενά, στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με την υπόθεση, έχει κανείς την εντύπωση πως
συμμετέχει σε τσακωμούς και μαλλιοτραβήγματα γειτονιάς των παλιών χρόνων, μόνο που εδώ τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα μπορεί να έχουν επικίνδυνες συνέπειες.
Και συνειδητοποιεί κανείς πόσο έχει αλλοιωθεί
η δημοσιογραφία, η οποία φαίνεται
να απουσιάζει από την έρευνα και τεκμηρίωση
των γεγονότων, έχοντας μετατραπεί σε θεραπαινίδα της εξουσίας, ενώ χρόνια τώρα
η αστική δημοκρατία επαίρονταν για την ανεξαρτησία της ενημέρωσης που ελέγχει
την εξουσία. Η τεκμηριωμένη, σε βάθος, πλήρης πληροφόρηση, άρα πιο ακριβή και
«πιο αργή», εγκαταλείπεται προς όφελος της πληροφορίας-κατανάλωσης, του
τηλεθεάματος, γιατί τα ΜΜΕ χρειάζονται χρήματα, πρέπει να είναι κερδοφόρες επιχειρήσεις.
Μόνο που αν συνεχίζουν προς αυτή την κατεύθυνση κινδυνεύουν να αυτοκαταστραφούν.
Γιατί η πληροφορία-ψυχαγωγία, η πληροφορία-κατανάλωση,
δεν κοστίζει σχεδόν τίποτα για παραγωγή
με YouTube, Facebook, Instagram κ.λ.π. Και ίσως τελικά μια επαγγελματική οργάνωση να μην
μπορέσει να ανταγωνιστεί τους αμέτρητους δημιουργούς «ειδήσεων» στα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης. Και να καταλήξουμε οι προβολείς να περιορίζονται να εστιάζουν σε χιλιάδες ασήμαντα
ή κατασκευασμένα γεγονότα μεταδίδοντας αποκλίνουσες απόψεις για την
πραγματικότητα, η οποία συνολικά να μας διαφεύγει.
Κι
αν όλα αυτά τα στοιχεία τροφοδοτούν τις σκέψεις εκείνων που πιστεύουν ότι τα
μέσα ενημέρωσης λειτουργούν ενάντια στην δημοκρατία, είναι γιατί πιστεύουν στην
ιδεατή εικόνα της που η κυρίαρχη ιδεολογία καλλιεργεί. Μόνο που τα παντός
είδους μέσα ενημέρωσης που κυριαρχούν στις αστικές μας δημοκρατίες δεν
επιδιώκουν άλλο από την αναπαραγωγή του συστήματος που τα υποστηρίζει. Κι αν η
αναλγησία με την οποία αντιμετωπίζονται τα δεινά που προκαλεί η υγειονομική
κρίση ή η σήψη που αναδύεται από ιστορίες όπως αυτές που καταγγέλλει η 24χρονη επιδιώκεται
από την κυρίαρχη ιδεολογία να θεωρηθούν ως εξαιρέσεις ή μια παροδική
δυσλειτουργία του συστήματος, είναι ακριβώς για να μείνει στο απυρόβλητο ο
καπιταλισμός που τα πυροδοτεί. Οι δυτικές κοινωνίες δέχονται όλες τις
επικρίσεις που μπορούν να βελτιώσουν το καπιταλιστικό παραγωγικό σύστημα, αλλά
απορρίπτουν κάθε πρωτοβουλία που θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση τα ίδια
τα θεμέλια αυτού του συστήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου