Το τραγούδι για την «Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου χώρα,
που έδιωξες τους Βούλγαρους κι ελεύθερη είσαι τώρα» - που οι μαθητές σχολείων
στο μετεμφυλιακό κράτος ήσαν υποχρεωμένοι με περηφάνια να το τραγουδούν και
χορεύουν, υποδεικνύοντας ως εχθρό τους Βούλγαρους του «σιδηρού παραπετάσματος»,
στη μεταπολίτευση μπήκε στο περιθώριο, μέχρι
που στην αρχή της δεκαετίας του ’90 το ξαναθυμήθηκαν στα σχολεία της Β. Ελλάδας
με μια μικρή τροποποίηση στους στίχους, αυτοί που εκδιώχθηκαν ήταν γενικώς οι
βάρβαροι- είναι ενδεικτικό της συγχώνευσης ιδεολογικοπολιτικών και εθνικών
σκοπιμοτήτων που υπηρετούν κάθε φορά τα αντίστοιχα συμφέροντα της κυρίαρχης
εξουσίας.
Τον
τελευταίο καιρό η αναθέρμανση του ζητήματος της ονομασίας της FYROM με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, κατόπιν
«υποδείξεως» του ΝΑΤΟ, δεν είναι που μπερδεύει την αξιωματική αντιπολίτευση για
τη θέση που θα πρέπει να κρατήσει, είναι που βρυκολακιάζει, εν μέσω μιας
παρατεταμένης οικονομικής κρίσεως που μοιάζει να συνηθίσαμε, πολλούς
εθνικιστικούς εφιάλτες.
Το χάος
στα Βαλκάνια που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κατέληξε στο τέλος της σε διαμελισμό της
Γιουγκοσλαβίας και σε βομβαρδισμό της Σερβίας από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ, με τα
νέα κράτη που προέκυψαν, μετά από συγκρούσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση να μην έχει
πρόβλημα να αναγνωρίσει. Η Γερμανία πρωτοστάτησε στη
διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, γιατί ενδιαφερόταν να εντάξει νέες χώρες - Σλοβενία, Κροατία- που θα προέκυπταν από τη διάλυση στο οικονομικό σύστημα σχέσεων, στα πλαίσια
της ενωμένης Ευρώπης, που θα την
βοηθούσε να παραμείνει κυρίαρχη οικονομική και πολιτική δύναμη, ενδυναμώνοντας
έτσι την ηγετική της θέση στην Ενωμένη
Ευρώπη, με τις ΗΠΑ βεβαίως να
ενδιαφέρονται για τα δικά τους συμφέροντα. Το μακρινό ’91, η κυβέρνηση
Μητσοτάκη με υπουργό εξωτερικών τον Α. Σαμαρά με παλινωδίες και χωρίς
συγκεκριμένη θέση συνυπέγραψαν τη διάλυσή της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής
Δημοκρατίας Γιουγκοσλαβίας, με τον υπουργό και την κυβέρνηση να καμαρώνουν για
τους τρείς όρους που ικανοποιήθηκαν από
το συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας, στην
περίπτωσή μας η εφαρμογή τους είχε να
κάνει με την «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Κι έτσι δημιουργήθηκε το πρόβλημα της ονομασίας που ένα τέταρτο του αιώνα τώρα, διαψεύδοντας τη
ρήση του Κ. Μητσοτάκη πως σε δέκα χρόνια κανείς δεν θα το θυμάται, αναδύεται
στην επικαιρότητα ή καταβυθίζεται αναλόγως συμφερόντων που πρέπει να
ικανοποιηθούν.
Γι’ αυτό
τώρα, που οξύνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, το ΝΑΤΟ, δηλ. οι ΗΠΑ, επείγονται να εντάξουν
την FYROM στην Ατλαντική συμμαχία, εκμηδενίζοντας την επιρροή της
Ρωσίας, και πιέζουν Αθήνα και Σκόπια για
επίσπευση της διαδικασίας επίλυσης του ονόματος. Κι επειδή το κουβάρι
συμφερόντων μοιάζει ολότελα μπερδεμένο, κόμματα όπως η Ν. Δημοκρατία,
οργανισμοί όπως η Εκκλησία της Ελλάδας παλινδρομούν και δεν μπορούν να πάρουν
θέση ούτε και για τα συλλαλητήρια που οργανώνονται για «το όνομά μας που είναι
η ψυχή μας», κατά τη ρήση του Α.Παπανδρέου, στο μακρινό ’93 που κάθε πολιτικός,
πλήν του ΚΚΕ, πλειοδοτούσε σε εθνικισμό.
Είναι που με την κατάλληλη χρήση
του εθνικών διαφορών κερδίζεται η εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών, γίνονται αποδεκτές οι πολιτικές της άρχουσας
τάξης και ταυτίζονται οι δικές της επιδιώξεις με πανεθνικά συμφέροντα,
εξαφανίζοντας ταξικές διαφορές. Όμως ακόμα κι αν φορέας και αγωγός της
εθνικιστικής ιδεολογίας και πολιτικής είναι η αστική τάξη, από κοντά και η
μικροαστική, κι αν γίνεται ο εθνικισμός όργανο στα χέρια εκείνων των δυνάμεων
που τάσσονται υπέρ του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και επιδιώκουν να
παρεμποδίσουν την ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης των μαζών η απάλειψή του
δεν γίνεται με τεχνητή επιτάχυνση, ιδιαίτερα όταν πυροδοτούνται συνεχώς εστίες
που τον τροφοδοτούν.
Με την
ανατροπή του υπαρκτού σοσιαλισμού ο εθνικισμός συνεχώς τροφοδοτείται, και όχι
μόνο στην Ευρώπη. Από τη μια το κεφάλαιο δημιουργεί ευρύτερες οικονομικές
ενώσεις προς όφελος του καπιταλισμού, και λαοί ακολουθώντας τους ηγέτες τους ζητιανεύουν
μια θέση ανάμεσα στα αστεράκια της ΕΕ, κι από την άλλη ανακαλύπτονται όψιμες
διαφορές που οδηγούν στον αλληλοσπαραγμό
για το δικαίωμα της απόσχισης και αυτοδιάθεσης κάθε επαρχίας. Κι αυτή η
αντίφαση δεν εξυπηρετεί παρά τα ίδια ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Όλη αυτή η
σοφιστεία περί δημοκρατιών, συνομοσπονδιών κλπ. είναι το θεωρητικό στήριγμα για
την πρακτική καταστροφή του έθνους –κράτους δηλ. της κεντρικής οικονομίας και
διακυβέρνησης και η δημιουργία μικρών προτεκτοράτων εύκολα διαχειρίσιμων. Κι
έτσι η αποσύνθεση της κρατικής κεντρικής κυριαρχίας στην οικονομία, στην
δημόσια υποδομή στον πλούτο να επιτρέψει ευκολότερα στον ιμπεριαλισμό να
κυριαρχεί.
Δεν
είναι μόνο στα Βαλκάνια που ΕΕ και ΗΠΑ χαράζουν νέα σύνορα φροντίζοντας να
θεσμοποιήσουν τα παρεμβατικά τους δικαιώματα, αλλά και σ’ όλο τον αραβικό κόσμο.
Προκαλώντας, για να εκμεταλλευτούν κατά περίπτωση, μειονοτικά ή θρησκευτικά προβλήματα επιδιώκουν να προσδιορίσουν την μοίρα των
λαών. Παράδειγμα τραγικό τα τεκταινόμενα στη Συρία, ενώ στις προ ημερών διαδηλώσεις διαμαρτυρίας στο Ιράν οι
πληροφορίες των δυτικών μέσων επικοινωνίας μοιάζει να ενσωματώνουν τις ευχές
για την ποθητή πολιτική κατάσταση στη χώρα, που θα ευνοούσε τα δυτικά
καπιταλιστικά συμφέροντα.
Κι εμείς έχουμε εξοικειωθεί, με τη βοήθεια των κυβερνήσεών μας και των ΜΜΕ
ή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, με τον πόλεμο και τις στρατιωτικές επεμβάσεις
ανά τον κόσμο και αν αδύναμα αντιδρούμε
στην κυρίαρχη πολιτική σχεδόν με αδιαφορία αντιμετωπίζουμε τη στρατιωτική
βαρβαρότητα του ΝΑΤΟ. Αλλά και ανά την Ευρώπη αδύναμα κινήματα θεωρούν πως η
όποια διαμαρτυρία μας ή αμυντικά ανακλαστικά μας δεν είναι ανάγκη να
ενσωματώνονται σε μια συγκροτημένη πρόταση οργάνωσης της αντίδρασής μας. Στη Μ.
Ανατολή μετά την απόφαση των ΗΠΑ για αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας
του Ισραήλ και τις γενναίες πράξεις αντίστασης νεαρών παλαιστινίων, η τριπλή
συμμαχία των ΗΠΑ, Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας μοιάζει να θέλει να εφαρμόσει ένα σενάριο της Συρίας στο
Ιράν, για αλλαγή του καθεστώτος, εκμεταλλευόμενη τα υπαρκτά οικονομικά
προβλήματα της χώρας που προκαλούν
δυσαρέσκεια σε μεγάλα τμήματα του
πληθυσμού.
Και στα
καθ’ ημάς, χιλιάδες διαδηλώνουν για ένα όνομα που αν και είναι «ένα πουκάμισο
αδειανό», υπάρχει κίνδυνος ιμπεριαλιστικά συμφέροντα να το μετατρέψουν σε
χιτώνα του Νέσσου που το δηλητήριο του να περάσει σε όλους μας. Και δεν είναι
μόνο πως βρήκαν λαμπρόν πεδίον οι φασίστες να ξαναεμφανιστούν θρασύτατα ή
κάποιοι συγκεκριμένα να χτίσουν καριέρες. Είναι που ένας λαός ταπεινωμένος,
φτωχοποιημένος, θυμωμένος, συνειδητά
οδηγείται από πολιτικούς, οικονομικούς και πνευματικούς ταγούς στον εκφασισμό με όχημα
τον εθνικισμό.
Γι’ αυτό και η ενίσχυση της δύναμης
του ΚΚΕ είναι μονόδρομος, γιατί είναι η
μόνη αντίρροπη δύναμη για να αποτραπεί αυτή η πορεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου