Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

ΣΕ ΦΟΝΤΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ



Φαντάζει τουλάχιστον παραδοξολογία  σε κοινωνίες εντελώς ρημαγμένες, στις οποίες όλα τα  ενδεχόμενα είναι πιθανά, και με εκρηκτικές συγκρούσεις, που φυσικά δεν λύνονται με εκλογές, να καλείται πάλι ο λαός να ψηφίσει, έχοντας προκαθορισμένες επιλογές που ελάχιστα αλλάζουν τα δεδομένα της κοινωνικής πραγματικότητας. Και το εκλογικό σώμα τι ακριβώς με την ψήφο του διεκδικεί πια, όταν όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί, εκτός από το ΚΚΕ, μιλούν για συνεργασίες και συμπράξεις μετεκλογικές στη βάση του υπάρχοντος συστήματος;
Ο δημαγωγικός χαρακτήρας των απόψεων που εκφράζονται και των αντίστοιχων πρακτικών μοιάζει να  οδηγούν σε αδιέξοδους λαβυρίνθους, ακριβώς γιατί όλοι ετούτοι οι πολιτικοί σχηματισμοί, από Χ.Α μέχρι το μόρφωμα του Π. Λαφαζάνη, έχουν στόχο «την καπιταλιστική ανάπτυξη που θυσιάζει τις λαϊκές ανάγκες στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους». Η αντίληψη για  μετασχηματισμό της κοινωνίας με εκλογικές διαδικασίες ή με τη μετατροπή των πολιτικών θεσμών σε όργανα παρέμβασης στο βασικό χώρο της οικονομίας και της παραγωγής, χωρίς τα μέσα παραγωγής ν’  αλλάξουν ιδιοκτησία, που η σοσιαλδημοκρατία ευαγγελιζόταν,  έχει πια χρεωκοπήσει. Και το ΚΚΕ είναι πια η μόνη πολιτική δύναμη  που μιλά για μετασχηματισμό, όχι βέβαια με εκλογές, αλλά με την ανατροπή του ισχύοντος status quo, και ο δρόμος για την ανατροπή  μπορεί να ανοίξει «όταν με τη συμμετοχή στον αγώνα, στο κίνημα, όταν με την ψήφο, αμφισβητηθεί το ίδιο το σύστημα και η εξουσία του».
Ανασταίνει ο Π. Λαφαζάνης και οι συν αυτώ τον αντιμνημονιακό λόγο που εξεμέτρησε το ζην με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αποκαλύπτοντας το κενό από πίσω του. Ήταν ένας λόγος  διαταξικός, αντιφατικός που ήθελε να υπερβαίνει τις  ταξικές αντιθέσεις, τη στιγμή που τις ζουν σ’ ένα μεγάλο εύρος κοινωνικά στρώματα με διαφορετικούς και ανταγωνιστικούς ταξικούς προσδιορισμούς. Γι’ αυτό και ενώ οι λύσεις είναι ανταγωνιστικές, ταξικά προσδιορισμένες φαίνονταν πως μπορούσαν να συνυπάρχουν μέσα στον ίδιο αντιμνημονιακό λόγο, ώσπου στο τέλος, όταν ήρθε η ώρα της εφαρμογής συγκεκριμένης πολιτικής, αποκαλύφτηκε η απάτη, που η Λαϊκή Ενότητα με προσποιητή αφέλεια επιμένει να συνεχίζει.
Χρόνια μας έλεγαν ότι η αλλαγή της κοινωνίας δεν είναι απαραίτητο να γίνει στον τομέα των παραγωγικών σχέσεων, που νοούνται ως στεγνές οικονομικές  σχέσεις,  αλλά να ξεκινήσει συνολικά από τον άνθρωπο  και τις κοινωνικές του σχέσεις, και  ότι υπάρχουν  πολλοί άλλοι τομείς μεγάλης βαρύτητας, στη βάση των οποίων οργανώνεται και αναπαράγεται ολόκληρη η κοινωνία. Κι έτσι ήρθαν  στο προσκήνιο νέες συγκρούσεις, όπως της  νέας και παλιάς γενιάς, των ανδρών και γυναικών  ή και προβληματισμοί όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος κλπ. Στη  ρίζα βέβαια αυτής της αντίληψης βρίσκεται  η σκέψη ότι ο καπιταλισμός έχει πολλές ισοδύναμες αντιθέσεις. Και μια από αυτές είναι και  η πάλη των τάξεων, που κι αυτή νοείται σχεδόν αποκλειστικά ως συνδικαλισμός, όπως άλλη είναι  η καταστροφή του περιβάλλοντος ή η απειλή πολέμου κλπ. Όλες αντιθέσεις ισοδύναμες, κατά παράθεσιν αντιμετωπιζόμενες. Σε μια τέτοια όμως παραθετική σύλληψη της κοινωνίας, όπου η αυτονομία της κάθε αντίθεσης επιβάλλει την αποδοχή  του οτιδήποτε  φτιάχνεται στη βάση αυτής της αντίθεσης, ο σεβασμός της ιδιαιτερότητας μεταφράζεται σε μεμονωμένες και αποσπασματικές δράσεις επί του μερικού, αφήνοντας στο απυρόβλητο την ίδια την ουσία του καπιταλισμού. Κόμματα και  κινήματα δημιουργούνταν λοιπόν στη βάση  αντιθέσεων που θεωρούνταν στην αρχή  το  ίδιο σημαντικές με την αντίθεση κεφαλαίου –εργασίας, μέχρι που σχεδόν αυτή η βασική αντίθεση εξαφανίστηκε από το προσκήνιο. Κι έτσι η ίδια η οριζοντίως αθροιστική σύλληψη των αντιθέσεων του καπιταλισμού υπαγόρευε την οριζόντια αθροιστική παραθετική σύλληψη δράσεων και ενεργειών.
Εκπαιδευμένοι λοιπόν από την αστική ιδεολογία για τη δυνατότητα παρέμβασης του ίδιου του συστήματος σε επιμέρους, ισοδύναμες αντιθέσεις πιστέψαμε πως και το μνημόνιο ήταν μια επιμέρους αντίθεση μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα και όχι η έκφραση της ταξικής αντίθεσης του εργαζόμενου με το κεφάλαιο. Διάφορα λοιπόν  κινήματα και κόμματα με σημείο αναφοράς το αντιμνημονιακό λόγο δεν θεωρούνταν παρά προϊόντα  των σύγχρονων αντιθέσεων του καπιταλισμού στις οποίες μπορούσαν και οι αστικές δυνάμεις να παρεμβαίνουν πολλές φορές εξομαλύνοντάς τες. Χαρακτηρίζονταν επομένως προοδευτικά, δηλ. τίποτε και μαζί και αντικαπιταλιστικά, δηλ. σχεδόν τα πάντα, χωρίς όμως να προβάλλεται η σύγκρουση με τον καπιταλισμό στον ίδιο τον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Γι’  αυτό και  στην πραγματικότητα ανέξοδα για το ίδιο το σύστημα, διάφορα κόμματα και κομματίδια μπορούσαν να ορίζονται στη βάση της αντίθεσης μνημονιακοί –αντιμμημονιακοί, χωρίς να στρέφονται ενάντια στον καπιταλισμό ακόμα κι αν το διακήρυσσαν,  απλούστατα γιατί αυτή η αντίθεση δεν θεωρούνταν βασική. Κι έτσι η  βασική αντίθεση κεφάλαιο–εργασία, ο πραγματικός χαρακτήρας της ΕΕ, μια ιμπεριαλιστική, καπιταλιστική ένωση, και  ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έμεναν στο απυρόβλητο κι ασχολούμασταν όλοι με τα συμπτώματα και τις συνέπειες του.
Εξάλλου,  σε μια τέτοια αθροιστική σύλληψη της κοινωνίας αντιστοιχεί και ένα ολοένα  και πιο αθροιστικό οριζόντιο κόμμα. Γι’ αυτό ένα εθνικιστικό κόμμα σαν τους ΑΝΕΛ μπορούσε να έχει αντιμνημονιακό λόγο και να συνεργάζεται με ένα κόμμα της Αριστεράς, το οποίο είχε στο επίκεντρο των προβληματισμών του προτάσεις για επιμέρους αντιθέσεις που όμως δεν στρέφονταν εναντίον του καπιταλισμού.  Κι έτσι καλλιεργείται η αντίληψη ότι δεν χρειάζεται συνολική ερμηνεία της πραγματικότητας, για να ακυρωθεί  ο καθοδηγητικός ρόλος του κόμματος  κι επομένως ένα κόμμα σαν το ΚΚΕ να φαίνεται ότι δεν έχει να παίξει κανέναν ρόλο συνολικά απέναντι στην κοινωνία.
Κι έτσι φτάσαμε μετά  πέντε χρόνια καπιταλιστικής επίθεσης  ακόμα  να μην έχουν γίνει διαφανείς οι ταξικές πολιτικές και επιλογές των κομμάτων, κι όλο να ανακαλύπτονται νέες ψευδείς συγκρούσεις για να μην φανούν τα πραγματικά μέτωπα σύγκρουσης. Και αν όλα τα κόμματα και κομματίδια, ακόμα κι αν καλλιεργούν το έδαφος για το φασισμό, βρίσκονται σε αγαστή συμφωνία στην εκφορά αντιφαστιστικού λόγου,  είναι γιατί  ο αντιφασισμός  μπορεί να χρησιμοποιείται  ως αμυντική ιδεολογία που αντιστέκεται όχι στην καπιταλιστική επίθεση για την ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, αλλά στην παραμόρφωση του συστήματος και στη διαστρέβλωση του σε ανελεύθερο και καταπιεστικό. Σαν αμυντική ιδεολογία όμως υπάρχει η ελπίδα, για την άρχουσα τάξη, να μην προωθήσει αγώνες που στρέφονται ενάντια στο σύστημα που γέννησε το φασισμό, αλλά αντίθετα να το υπερασπίσει  μη θεωρώντας το φασισμό γνήσιο τέκνο του καπιταλισμού. Μόνο που οι ίδιες διαδικασίες που ανοίγουν το δρόμο της νέας καπιταλιστικής ανασυγκρότησης καθιστούν εξίσου επίκαιρη και τη σοσιαλιστκή διέξοδο από την κρίση.
               Δια ταύτα «Καμιά λαϊκή ψήφος (…)να μην χαθεί προς τα κόμματα του κεφαλαίου που ψήφισαν μνημόνιο. Καμιά ψήφος να μην δοθεί στους ναζιστές εγκληματίες της ΧΑ. Καμιά ψήφος να μην δοθεί στους καιροσκόπους του ΣΥΡΙΖΑ 2, της ονομαζόμενης ΛΑΕ. Μαζί με το ΚΚΕ για να γίνει ο λαός κυρίαρχος της οικονομίας και της εξουσίας για μια πραγματικά αληθινή εργατική λαϊκή κυριαρχία, εξουσία»


Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

ΠΡΟΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΑΛΙ



Κι όλες αυτές τις ημέρες, από την παραίτηση της κυβέρνησης, συνωστίστηκαν μέσα σ’ αυτόν τον χρόνο  ο ευτελισμός της βουλής, η γελοιοποίηση της διαδικασίας προς τις εκλογές, ο εκχυδαϊσμός των επιχειρημάτων των παρουσιαζόμενων σαν πολιτικών αντιπάλων, με φόντο την  εξαθλίωση και κατατρεγμό  χιλιάδων προσφύγων. Στα Μέσα Ενημέρωσης είχαν την τιμητική τους ο θλιβερός γυρολόγος μιας αναζητούμενης αριστεράς, Π. Λαφαζάνης με συμπλήρωμά του την Ζ. Κωνσταντοπούλου, σε ρόλο στριφνής …εθνικόφρονης δασκάλας.
Αυτή η αριστερά που μιλούσε κάποτε για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό μέσα από εκλογές, που ανέλαβε την εξουσία με την αντιμνημονιακή ρητορική κατέληξε στην υιοθέτηση του τρίτου μνημονίου, εξασφαλίζοντας όμως  με τη διάσπαση τη συνέχιση του μύθου περί αριστερών επιλογών μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, ξεχνώντας όμως πως  τα «σίκουελ είναι χειρότερα από τις πρώτες ταινίες».
 Η Αριστερή Πλατφόρμα που μετονομάστηκε σε Λαϊκή Ενότητα, χρησιμοποιώντας ασυστόλως σύμβολα και ονόματα για να τα  εξουδετερώνει, παρουσιάζεται ότι έχει αποκρυσταλλωμένες θέσεις και εμπεδωμένες αντιμνημονιακές συμπεριφορές, ξεχνώντας τους επτά μήνες που στήριζε την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Χωρίς  ξεκαθαρισμένη ταυτότητα, χωρίς ουσιαστική σύνδεση με την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους γενικότερα, με μια ιδεολογία ρευστή αγωνίζεται απλώς για να υπάρξει, για μια θέση στον ήλιο σαν ανάχωμα για το ΚΚΕ. Προβάλλεται σαν αντίσταση στη διαλυτική επίδραση του ΣΥΡΙΖΑ πάνω στις αριστερές ιδέες και γενικά το αριστερό κίνημα, ακόμα μια αμυντική στάση για να μην οπισθοδρομήσουν όλες οι δυνατότητες της αντιμνημονιακής διεξόδου μέσα στον καπιταλισμό. Και ξανάρθε στο προσκήνιο  το νεφελώδες  αντιμνημονιακό μέτωπο, με την καλλιέργεια του μύθου της συνεργασίας των προοδευτικών πολιτικών και κοινωνικών αντιμνημονιακών δυνάμεων, μ’ επιμονή σε προσκλήσεις προς το ΚΚΕ, σε μια προσπάθεια μέσα από ένα περίπλοκο παιχνίδι εξισορροπήσεων να συγκρατήσει τον κόσμο στο περιχαρακωμένο πεδίο των αστικών συμφερόντων, συνεχίζοντας τις ψευδαισθήσεις που καλλιεργούσε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν τις τελευταίες εκλογές. Χρησιμοποιούνται τα ίδια τερτίπια (τι απλή αναλογική, τι αλλαγή εκλογικού νόμου θυμήθηκαν)  που μυρίζουν σκοπιμότητα, που μοιάζουν με εκβιασμούς.
Σαν τους μονοκύτταρους οργανισμούς που αναπαράγονται με διχοτόμηση, το ίδιο και στο αστικό πολιτικό σύστημα το ξεπέρασμα, στα χρόνια του μνημονίου,  του πολιτικού πλαισίου που επιτρέπει τη δικομματική εναλλαγή αντικαταστάθηκε με τη διαίρεσή τους σε μικρότερα κομματίδια σε μια προσπάθεια απορρόφησης των μεγάλων λαϊκών μαζών στις γραμμές τους, οι ίδιες με του δικομματισμού με άλλη ονομασία, με βάση  θολές εξαγγελίες  που ενισχύουν  τη σιγουριά ότι υπάρχει μόνο καπιταλιστική διέξοδος από την κρίση. Όλα ετούτα τα κομματίδια  του ελληνικού αστισμού, και ο ΣΥΡΙΖΑ  πια με ληξιαρχική πράξη την υπογραφή του τρίτου μνημονίου απροκάλυπτα συγχωνεύτηκε μ’  αυτά,  μάχονται  για το ποιο θα ηγηθεί  της καπιταλιστικής  διεξόδου. Εφεδρεία το  κόμμα του Π. Λαφαζάνη, μαζί με άλλα κομματίδια όπως ο ΑΝΤΑΡΣΥΑ,. στο οποίο χρεώνεται πια η προσπάθεια για  να χάσει κάθε αίγλη το κομμουνιστικό κίνημα, για να πάψει να είναι το αντίπαλο δέος του ελληνικού αστισμού. Ένα κόμμα αναγκαστικά με  ασαφείς ιδεολογικές οχυρώσεις, ώστε να μπορεί να αντιστοιχεί σε όλο το εύρος  των δυνάμεων που κινούνται μεταξύ ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς συγκεκριμένες ταξικές αναφορές, χωρίς στέρεες εσωτερικές οχυρώσεις φυσικά και δεν αποφεύγει τον καιροσκοπισμό και την ταύτιση με καταστάσεις που τώρα καταγγέλλει.  
Κι όλα αυτά στηρίζονται στην  έλλειψη ταξικής συνείδησης, που  υποθάλπει την αστάθεια πολιτικών συμπεριφορών σε όλα τα επίπεδα. Χρόνια ολόκληρα όλοι αυτοί οι προοδευτικοί κι αριστεροί που είναι και αντικομμουνιστές επαίρονταν για τις αποστάσεις  και τις αμφισβητήσεις τους, πολιτικού ή ιδεολογικού χαρακτήρα, από το ΚΚΕ και σηματοδότησαν ατελώς και μερικευτικά την τεράστια περιπτωσιολογία των εναλλακτικών, από όπου κόμματα και κομματίδια του καιρού της κρίσης άντλησαν στελέχη και ακροατήριο.
 Στα πέντε χρόνια των μνημονίων προβάλλονταν όλοι ετούτοι οι αριστεροί που διαφωνούσαν με σοβαρά σημεία της στρατηγικής του ΚΚΕ και αντιδρούσαν  με την πρακτική του απομακρυνόμενοι από τις οργανωμένες δομές του και  συγκροτώντας πολιτικές ομάδες και κινήσεις που μέσω της συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ ένα μεγάλο μέρος τους  έφτασαν στην εξουσία συμμετέχονας ή στηρίζοντας την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ. Τελικά σε ελάχιστο χρόνο, ένα μεγάλο μέρος τους  γνώρισε την οργανωτική αποσύνθεση και τα ιδεολογικά αδιέξοδα, μετά τη διάψευση των μεγάλων μύθων για την πίεση, με εκλογές ή δημοψηφίσματα, της ΕΕ κι ένα άλλο, που φιλοδοξεί να στεγάσει ο Π. Λαφαζάνης, προσπαθεί να διασωθεί παίζοντας την εναλλακτική λύση ενός πολιτικού συστήματος που εξαντλείται.   Μοιάζει όλοι ετούτοι, ανέστιοι ιδεολογικά, ασαφείς πολιτικά, να  είναι διαθέσιμοι για το οποιοδήποτε ιδεολογικό και κομματικό βόλεμα, αυξάνοντας τις επιφυλάξεις για την πολιτική φερεγγυότητα της αριστεράς, επιμένοντας να συμπεριλαμβάνεται  σ αυτήν και το ΚΚΕ, που είναι πάντα ο στόχος είτε με φιλική είτε με εχθρική επίθεση.  Κι όλα αυτά   τα κομματίδια που ιδρύονται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, σ’ αυτές τις εκλογές έχει την τιμητική του το αριστερό πρόσημο σ’ αυτά,  παίζουν το παιχνίδι αυτό είτε με το φόβητρο της Χ.Α, ενώ καλλιεργούνται φασιστικές πρακτικές,  είτε με φωτοβολίδες του αντιμνημονιακού αγώνα μέσα στην ΕΕ, είτε με τις διακηρύξεις  για την υπεράνω των κακιών και λαθών της κομμουνιστικής αριστεράς δική τους πρακτική. Και μ’  αυτόν τον τρόπο συντηρούνται αντιδράσεις, επιφυλάξεις και αποστάσεις που εμποδίζουν την ανάπτυξη μιας νέας δυναμικής για ταξική συνειδητοποίηση και  αντικαπιταλιστική αντίδραση.

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2015

ΕΠΙΜΟΝΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ



Δεν είναι ότι μας ξεπερνούν τα γεγονότα όσο τα είδος των αναλύσεων και σχολιασμών γι’ αυτά, που επιδιώκουν, λειτουργώντας πια σαν άλλοθι μιας απραξίας που μας εξουδετερώνει, την καθήλωσή μας σε λεπτομέρειες χωρίς νόημα, σε πρόσωπα χωρίς σημασία, σε διαδικασίες χωρίς αποτέλεσμα.   Δημοψήφισμα, έλεγχοι κεφαλαίου, τρίτο μνημόνιο, διάσπαση ΣΥΡΙΖΑ, ιδιωτικοποιήσεις, Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου, Μέρκελ, Τσίπρας κλπ. υπαινιγμοί υπουργών, ψηφοφορίες, εκλογές  κλπ. όλα γεγονότα που δείχνουν μια κινητικότητα της πολιτικοοικονομικής σκηνής, η οποία όμως εδώ και πέντε τουλάχιστον χρόνια παραμένει στην πραγματικότητα ίδια. Η ουσία είναι πως  η επίθεση του κεφαλαίου είναι βίαιη και  απροκάλυπτη  ανεξάρτητα από τις μορφές που παίρνει. Πέντε χρόνια έχει κανείς την εντύπωση ότι αποδέχονται μοιρολατρικά την επίθεση  αυτοί που την υφίστανται,  σε σημείο που να αναρωτιέται κανείς, έτσι ανυπόμονοι που έχουμε γίνει, μήπως και πραγματικά δεν υπάρχει διέξοδος. Και ακριβώς αυτή η αντίληψη που διαπερνά μεγάλα στρώματα του πληθυσμού είναι που δείχνει την νίκη, προς το παρόν, του κεφαλαίου.
               Πώς είναι δυνατόν να ξεπεραστεί η κυρίαρχη αντίληψη που διαποτίζει μεγάλα στρώματα των υποτελών τάξεων και τις στερεί την αυτογνωσία τους; Πώς έγινε και ζητήματα που έμοιαζαν λυμένα, όπως υποκειμενικότητα, ατομική ζωή και κοινωνία να κυριαρχούν σε ανθρώπους που δεν έχουν εξασφαλίσει ούτε τους βασικούς υλικούς όρους επιβίωσης; Πώς είναι δυνατόν να συνεχίζουμε να πιστεύουμε πως η ανεργία, η φτώχεια κλπ. είναι εν πολλοίς αποτέλεσμα ατομικής ευθύνης, όπως εκπαιδευτήκαμε να πιστεύουμε εκείνα τα χρόνια της υπόσχεσης για ευμάρεια, όταν ήταν διάχυτη η αντίληψη πως τα ταξικά όρια συγχέονταν από την σχετική ρευστότητα των κοινωνικών βαθμίδων και την ατομική προσδοκία ανταγωνιστικής ανόδου; Η  κυρίαρχη σκέψη οικοδομείται πάνω σε ένα μεταμφιεσμένο ιδεαλισμό με κυρίαρχο τον ατομικό άνθρωπο δοξασμένο μέσα στα αδιέξοδά του, τις υπαρξιακές ανησυχίες του και την προσωπική του ευθύνη ανασταίνοντας δήθεν τον ζωντανό άνθρωπο πέρα από τους υλικούς όρους που τον καθορίζουν. Ανυψώθηκε η  αντίφαση ανάμεσα στο άτομο, μέσα στην απελπισμένη αστική μοναξιά του, και στην κοινωνία σε φυσικό δεδομένο αναλλοίωτο που χρειάζεται μόνο συνδρομή ειδικών για να ξεπεραστεί και όχι αλλαγή της κοινωνίας. Και μετατέθηκε το πρόβλημα  στην ατομικότητα που απολυτοποιήθηκε για να καταδικαστεί κάθε συλλογική δράση. Κι εμείς εξαπατημένοι, με έλλειψη ταξικής αυτογνωσίας, αλλοτριωμένοι αδυνατούσαμε κι ακόμα αδυνατούμε να δούμε σε όλα αυτά τις αντανακλάσεις και προβολές ενός αποξενωμένου κόσμου σε ταξική διάρθρωση.
               Κι ενώ το κεφάλαιο με σιδερένια πυγμή, οργανωμένα και συστηματικά καταστρέφει τις ίδιες τις ζωές μας εμείς ψελλίζουμε τα λόγια που μας έμαθαν, για ελεύθερα όντα που αυτόνομα και  δημιουργικά, ατομικά ο καθένας, θα αντιδρούν   στα χτυπήματά του, χωρίς να καταπιεστεί ο ατομισμός μας και να χαθεί η ελευθερία μας. Τόσο χαθήκαμε στις συγκεκριμένες  σχέσεις  προσώπων, στην προβολή των  ιδιαιτεροτήτων τους, τον εμπλουτισμό της εσωτερικής τους ζωής, που εξαφανίστηκαν παραγωγικές δυνάμεις, ταξικές σχέσεις, υλικές συνθήκες κλπ.
               Καραβιές προσφύγων, χιλιάδες άνεργοι, αμέτρητοι φτωχοί κι εμείς κονιορτοποιούμε τη βασική αιτία που τους δημιουργεί σε αμέτρητες ατομικές περιπτώσεις (π.χ οι χαμένοι αδελφοί πρόσφυγες που ξαναβρέθηκαν), αναζητώντας, με κυρίαρχο το συναίσθημα,  τη νοηματική πολλαπλότητα  των γεγονότων στο ατομικό επίπεδο, για να μη χαθεί το συγκεκριμένο, πέρα από ιμπεριαλισμούς, ταξικές σχέσεις, καπιταλιστική παραγωγή. Κι ενώ η κυρίαρχη σκέψη  μοιάζει να  επιμένει στο συγκεκριμένο, στην πραγματικότητα οδηγεί στο  υπερβατικό και την αφαίρεση, όταν θεωρεί  μια πραγματικότητα ανεξάρτητα από την ολότητα στη οποία εντάσσεται και όταν όλα τα γεγονότα αποκομμένα και αποσπασματικά ακροθιγώς εξετάζονται σε σχέση με το ίδιο το πολιτικοκοινωνικό σύστημα -τόσο όσο για να το δικαιώσουν.
Και όλη αυτή η διάχυτη αντίληψη, που εκφράζει την κυρίαρχη τάξη,  κατάφερε την καθολική της ενσωμάτωση στη δική μας σκέψη ώστε ο κομμουνιστικός λόγος, ξεκάθαρος και στοχευμένος στα συμφέροντα της εργατικής τάξης  να θεωρείται αρτηριοσκληρωμένος, αφηρημένος, ξύλινος και δογματικός  γιατί, λέει,  παραμερίζονται ιδιομορφίες, ελεύθερες σκέψεις αποκλείονται, απολυτοποιούνται αρχές, περιθωριοποιούνται οι ετερότητες, καταδικάζεται η ατομικότητα που καταστρέφεται με την πειθαρχία στη συλλογικότητα και την οργάνωση. Μόνο που κι έτσι, μένει η απορία, για ποια ατομικότητα μιλάμε όταν οι συνθήκες εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης την έχουν σακατέψει σωματικά αλλά και πνευματικά;

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ



Μετά από εξάμηνη σκληρή διαπραγμάτευση, σύμφωνα με την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τους δανειστές ή εταίρους, ανάλογα με  την επικοινωνιακή περίσταση, η κυβέρνηση καταλήγει, μέσα από μια τεθλασμένη πορεία η οποία περιλάμβανε κι  ένα δημοψήφισμα του οποίου τα αποτελέσματα όλοι έχουν ξεχάσει, να συμφωνεί σε χρόνο ρεκόρ στην αποδοχή ενός τρίτου μνημονίου. Στο μεταξύ ο πρωθυπουργός, για να μην ξεχνάμε πόσο αριστερή είναι η κυβέρνηση, στις δηλώσεις του μετά τη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 7 Αυγούστου στο υπουργείο Εσωτερικών για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ρεύματος αποδίδει την προσφορά της χώρας, από το υστέρημά της,  προς τους μετανάστες σε ουμανιστική υποχρέωση ενώ δεν παραλείπει να ασκήσει σκληρή κριτική στην ΕΕ για τους μετανάστες, υπογραμμίζοντας ότι το πρόβλημα είναι διεθνές και ευρωπαϊκό, όχι ελληνικό και η ΕΕ δεν έχει κανένα άλλο νόημα, αν το καθένα μέλος κοιτάει μόνο τα συμφέροντά του. Και βέβαια για να υπενθυμίσει τον «αγώνα» του στις διαπραγματεύσεις  σύνδεσε τις εξετάσεις που δίνει η ΕΕ στο θέμα της Ελλάδας στο μεταναστευτικό με το αρνητικό αποτέλεσμα των εξετάσεων που έδωσε η Ευρώπη σε οικονομικό επίπεδο ως προς τη χώρα μας.
               Στην Ελλάδα, τον περασμένο Ιούλιο, περισσότεροι από 54.000 μετανάστες, η αύξηση της τάξης του 70% από την περσινή αντίστοιχη περίοδο, πέρασαν τα θαλάσσια σύνορα της. Και σύμφωνα με την  Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες το 63% των νεοεισελθόντων είναι Σύροι πρόσφυγες. Πάει να πει πρόσφυγες πολέμου. Κι επειδή η Ελλάδα ως χώρα του ΝΑΤΟ με τις βάσεις της χρησιμεύει ως ορμητήριο ιμπεριαλιστικών εξορμήσεων συμμετέχοντας μάλιστα και στρατιωτικά στους πολέμους στο Ιράκ, Αφγανιστάν κι αλλαχού αν χρειαστεί, διαμορφώνει κι αυτή τις συνθήκες  που δημιουργούν αυτούς τους πρόσφυγες. Εν ολίγοις δεν είμαστε ως χώρα καθόλου άμοιροι ευθυνών για το κύμα προσφύγων από καθημαγμένες περιοχές,  απλώς είμαστε ένας αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα των καπιταλιστικών συμφερόντων. Αυτό δε σημαίνει πως η εκμετάλλευση και η χρήση  του μεταναστευτικού προβλήματος στη χώρα μας δεν γίνεται για τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης.  
Οι σκοπιμότητες της αστικής τάξης των ιμπεριαλιστικών χωρών και των συμμάχων τους εξυπηρετούνται με  επιτήδειες μεθοδεύσεις και λαϊκίστικα ιδεολογήματα σχετικά με τη μετανάστευση  Ακόμα και η απαίτηση για ανοιχτά σύνορα που προβάλλουν τμήματα της αριστεράς δεν εξυπηρετεί σ’ έναν καπιταλιστικό κόσμο παρά την κυρίαρχη τάξη με την όξυνση του ανταγωνισμού μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης και την στοχοποίηση των μεταναστών σαν αιτίων της ανεργίας και λοιπών δεινών. Αποσυνδέοντας λοιπόν από τις αιτίες δημιουργίας του το κύμα  προσφύγων που κατακλύζει τη χώρα μας, δεν είναι καθόλου δύσκολο να στρέφεται μεγάλο μέρος του πληθυσμού ενάντια στα θύματα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής και όχι ενάντια σ’  αυτήν την πολιτική.
Οι μετανάστες και πρόσφυγες είναι περισσότερο εκτεθειμένοι σε ανελέητη εκμετάλλευση κι αυτό έχει οικονομικές αλλά και κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες. Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες πολύ εύκολα θα δεχτούν τις χαμηλότερες θέσεις εργασίας και τα χαμηλότερα μεροκάματα. Συγχρόνως μη έχοντας πολιτικά δικαιώματα είναι τελείως ανήμποροι να αναλάβουν οποιαδήποτε δράση για να υποστηρίξουν  τις θέσεις τους. Δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα να οργανωθούν σε δράσεις συλλογικές για διεκδίκηση δικαιωμάτων, γιατί θέτουν σε κίνδυνο την όλη τους κατάσταση όχι μόνο γιατί η κυρίαρχη εξουσία εύκολα θα τους τσακίσει, αλλά και γιατί θα έχουν τις περισσότερες φορές να αντιμετωπίσουν την παράλογη εχθρότητα και των ντόπιων εργαζομένων.  
               Ηδη από τη δεκαετία του ’90 με την εισροή εργατικών χεριών από τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού δημιουργήθηκε σε μεγάλα τμήματα του ντόπιου εργατικού δυναμικού η συνείδηση μιας εργατικής αριστοκρατίας που έφτασε να υποστηρίζει ή και να συναινεί στην εκμετάλλευση ενός άλλου τμήματος της εργατικής τάξης, των μεταναστών. Κι έτσι η μετανάστευση στην πραγματικότητα συμβάλλει  στη σταθεροποίηση του καπιταλιστικού συστήματος, όχι μόνο  οικονομικά αλλά και πολιτικά. Εξ ορισμού εξαιτίας της φύσης και της έντασης της εκμετάλλευσής του ο μετανάστης εργάτης δεν έχει τη δυνατότητα να παίξει συνειδητά οποιονδήποτε πολιτικό ρόλο ή να αναλάβει οποιαδήποτε δράση για την υπεράσπισή του. Κι ενώ και οι ντόπιοι και οι μετανάστες εργάτες έχουν τα βασικά χαρακτηριστικά του προλεταριάτου, -δεν έχουν στην κυριότητά τους ή στον έλεγχό τους τα μέσα παραγωγής, εργάζονται υπό τη διεύθυνση άλλων και για τα συμφέροντα άλλων χωρίς να έχουν κανένα έλεγχο στο προϊόν της εργασίας τους-, η πλήρης εξαθλίωση, η γκετοποίηση και η συστηματική αποστέρηση από πολλά κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των  μεταναστών δίνει την ψευδαίσθηση στους ντόπιους για διαφοροποίηση τους από αυτούς. Κι έτσι η χρήση των μεταναστών από τον καπιταλισμό δεν περιορίζεται μόνο στην στυγνή εκμετάλλευσή τους  για μείωση του κόστους εργασίας αλλά και για τη διαίρεση και αποδυνάμωση του εργατικού κινήματος με δούρειο ίππο τον εθνικισμό, ενώ ο φασισμός καραδοκεί,  και τη διαίρεση της εργατικής τάξης.
               Τα κύματα προσφύγων και μεταναστών που κατακλύζουν νησιά, περιοχές των μεγάλων πόλεων υποβαθμίζοντας την όποια ποιότητα ζωής σ’ αυτές κι επηρεάζοντας τα ντόπια χαμηλά κοινωνικά στρώματα,  χρησιμοποιούνται και για μετάθεση προβλημάτων του καπιταλισμού στις πλάτες τους αφήνοντας το ίδιο το σύστημα στο απυρόβλητο. Άλλωστε κι αυτό το πρόβλημα της μετανάστευσης και προσφυγιάς είναι μια καλή ευκαιρία για αξιοποίηση της ανθρωπιστικής ευαισθησίας του καπιταλιστικού κόσμου, την ίδια στιγμή που το δημιουργεί. Εξάλλου κατά την αριστερά και η κρίση που βιώνουμε είναι πρωτίστως ανθρωπιστική.