Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΝΑΛΟΓΙΩΝ …. ΣΥΝΕΧΕΙΑ

       Δυο χρόνια τώρα προσδοκούμε τη δημιουργία από την πλειοψηφία του λαού ενός ισχυρού στρατοπέδου  αντίστασης   στην πολιτική του μνημονίου,  που θα μπορούσε να  φθάσει  στην ακύρωσή του, στην καλύτερη περίπτωση, ή τουλάχιστον να αποφύγει τις δύσκολες και επικίνδυνες  διαδρομές, επιλέγοντας και επιβάλλοντας στους ταξικούς μας αντιπάλους μια διαφορετική επιλογή.
          Αυτό μέχρι σήμερα δεν έγινε, εξαιτίας μιας σειράς λόγων, που κυρίως θεωρείται ότι έχουν να κάνουν με την  ποιότητα των ηγεσιών των συλλογικών  οργάνων που εκπροσωπούν τη λαϊκή βούληση, είτε στην κεντρική πολιτική σκηνή είτε σε επίπεδο συνδικαλιστικών οργάνων ή πολιτικών κομμάτων.
            Αυτές οι ηγεσίες, επικρατεί η άποψη,  είτε έχουν φανεί πολιτικά υποδεέστερες των γεγονότων (κριτική για την αριστερά), είτε λειτουργούν ως πειθήνια όργανα  άλλων συμφερόντων, τελείως ξένων με αυτά των εργαζομένων, (πολιτικά κόμματα  που ασκούν εξουσία ή με αδιαφανείς συνεργασίες προσπαθούν  να ασκήσουν) είτε ενεργούν ως περίτρομη ή υποτελής ομάδα αγνοώντας τη δυναμική των εργαζομένων που θα μπορούσε να αναπτυχθεί ( σχεδόν η πλειοψηφία των  συνδικαλιστικών οργανώσεων).
           Σίγουρα όμως  είναι πολύ πιο  σύνθετοι οι μηχανισμοί, σχέσεις, συσχετισμοί και διεργασίες που επηρεάζουν τα εποικοδόμημα των πολιτικών αποφάσεων, για να εξαρτώνται μόνο από πρόσωπα,  τις οποίες όμως μόνο μέσα από ενδείξεις η πλειοψηφία μπορεί να υποψιαστεί.
        Κάποιες ενδείξεις  για τις σκοπιμότητες των κυβερνώντων, τα συμφέροντά τους και την ιδεολογία τους μεταφέρουν σε όλους μας  οι δημόσιες διακηρύξεις τους, ακόμα κι αν έχουν την τυπική μορφή ενός πρωτοχρονιάτικου μηνύματος.
        Καταλήγει ει  ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του  με τη βεβαιότητα  «για τις δημιουργικές δυνάμεις του ελληνικού λαού και για τη δυνατότητά του να αντιμετωπίζει αντιξοότητες και δυσκολίες. Αποτελεί πια κοινή συνείδηση ότι ήρθε η ώρα αποφασιστικών αλλαγών στη λειτουργία του ελληνικού κράτους και σε συλλογικές νοοτροπίες και αντιλήψεις. Στην ιστορία του ο ελληνισμός έχει δείξει ότι τα καταφέρνει στα μεγάλα περισσότερο από ό,τι στα μικρά. Στις μέρες μας κρίνονται τα μεγάλα». ενώ με την ευκαιρία της  τελετής των ευχών για τον νέο χρόνο, τόνισε πως αισθάνεται ότι "με τον Λ. Παπαδήμο έχει κατακάτσει ο κουρνιαχτός, παρόλο που του γίνεται πόλεμος»
       Με τη σειρά του  στο δικό του μήνυμα ο πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος τονίζει:
"Οι επόμενοι τρεις μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι. Τα εισοδήματα μειώθηκαν και η ανεργία αυξήθηκε. Χιλιάδες οικογένειες, ιδιαίτερα τούτες τις μέρες, υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης. Πρέπει να σταθούμε δίπλα τους, όπως αρμόζει σε μια κοινωνία ανθρωπιάς και αλληλεγγύης. Κανένας μόνος του. Είμαστε ένας λαός, ένα έθνος, σε κοινή δοκιμασία» για να  καταλήξει  «Ενωμένοι θα βγούμε από την κρίση. Υπερήφανοι θα κοιτάξουμε το μέλλον με αυτοπεποίθηση. Και ο κόσμος θα κοιτάξει ξανά την Ελλάδα με εμπιστοσύνη» Και για να ολοκληρώσει την εικόνα του κυβερνήτη που βρίσκεται κοντα στο λαό , ανήμερα της πρωτοχρονιάς  βρέθηκε  με άστεγους και απόρους στο γεύμα ανθρωπιάς που οργάνωσε ο Δήμος Αθηναίων στο Ρουφ.
        Επίκληση λοιπόν  πάλι στην εθνική ομοψυχία και  νεφελώδης αναφορά στην ιστορία του ελληνισμού, ενώ η εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού υπογραμμίζεται πως θεραπεύεται με την επίδειξη ανθρωπιάς και αλληλεγγύης, υποθέτουμε του τύπου γευμάτων σε ένα από τα οποία παραβρέθηκε και ο πρωθυπουργός.
        Δεν μπορεί κανείς παρά να απορήσει  όχι  τόσο με την έλλειψη πρωτοτυπίας στα πρωτοχρονιάτικα μηνύματα, όσο αδυναμίας  προσαρμογής της ιδεολογικής πλατφόρμας  της άρχουσας τάξης στα συγχρονα δεδομένα.
        Οι  διακηρύξεις  και τα μηνύματα  πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων της  περιόδου 1945-49,   του εμφυλίου,  πόσο, εκτός από τη χρήση της γλώσσας,  απέχουν από τα σημερινά των αντίστοιχων οργάνων εξουσίας;
      Από ανακοίνωση των Σοφούλη και Τσαλδάρη στις   5ης Ιανουαρίου 1948 : «…Περισσότεραι θυσίαι παρ’ όλων των καλών ελληνων θα χρειασθούν. Αγωνιζόμεθα  να προφυλάξωμεν αυτήν ταύτην  την ζωήν και ανεξαρτησίαν του ελληνικού λαού…Εις την εποχήν αυτήν της κρίσεως, ο σκοπός πρέπει να είναι ενιαίος εις τον αγώνα αυτόν, όπως μας επεβλήθη. Καλούμεν όλους τους τιμίους έλληνας να βοηθήσουν εις τον κοινόν  αυτόν σκοπόν και να ριφθούν εις τον εθνικόν αγώνα …»
     Από λόγο του βασιλιά Παύλου, στη ΒΡΑΔΥΝΗ,  14 Φεβρουαρίου 1949,  σε συγκέντρωση του εργατικού κέντρου Θεσσαλονίκης «… είμαστε όλοι μια οικογένεια. Ένα πράγμα θέλομεν όλοι. Την ευημερία του τόπου μας. Και να τα βγάλουμε πέρα με ό,τι  μπορούμε να διαθέσουμε, γιατί  χρειάζεται  ολοκληρωτικός  πόλεμος και γενικός συναγερμός. ….δεν θα ξεχάσω ποτέ  τον αύγουστον του 1947 που οι έλληνες εργάται  εδούλευσαν  μια  Κυριακή και εθυσίασαν ένα μεροκάματο τους δια την  έρανον ύπέρ των μαχουμένων…»  (η εθελοντική προσφορά μισθών των εργαζομένων που στην αρχή της πρωθυπουργικής θητείας του ανέφερε ο Παπανδρέου δεν  είναι … σύγχρονη αποκλειστικότητα)
        Και βέβαια  η παρουσία του Παπαδήμου στα συσσίτια για αστέγους, που η πολιτική  την οποία ο ίδιος ακολουθεί πολλαπλασιάζει,  πόσο διαφοροποιείται από την λεζάντα φωτογραφίας  της  ίδιας εποχής που μας πληροφορεί ότι «Η αεικίνητος Βασίλισσα Φρειδερίκη, ως επίτιμος πρόεδρος της «Φανέλλας του Στρατιώτου», επεσκέφθη χθες τους εις τον 3ον  στρατιωτικόν  νοσοκομείον  νοσηλευομένους τραυματίας και τους προσέφερε δέματα»;
       Η ιδεολογική συνάφεια των μηνυμάτων κυβερνώντων που απέχουν εβδομήντα χρόνια τι άλλο δείχνει παρά την ιδεολογική ένδεια των κυρίαρχων τάξεων, που πάλι καταφεύγουν σε ιδεολογήματα στα  οποία πίστευαν πως δεν  είχαν πια ανάγκη να στηρίζονται; (εθνική  ομοψυχία, ελληνισμός και εμμέσως με το είδος αλληλεγγύης που προβάλλουν, «αποκατάσταση» και του ρόλου της εκκλησίας).
      Και τότε και τώρα  ο ίδιος στόχος: Διατήρηση και ενδυνάμωση  μιας κοινωνίας άνισης και ιεραρχικά δομημένης, ταξινομημένης με βάση κριτήρια που οι κυρίαρχες οικονομικές λειτουργίες, εσωτερικές και εξωτερικές, υπαγορεύουν.

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ

       Σε μια προχθεσινή  εκπομπή  στη ΝΕΤ, από το  1995, σε επανάληψη,  για την Αλκη Ζέη της σειράς Μονόγραμμα, η συγγραφέας διηγιόταν τη ζωή της που ήταν συγχρόνως κι ένα οδοιπορικό στην νεώτερη ιστορία της Ελλάδας – κατοχή, εμφύλιος, εξορία, προσφυγιά, επαναπατρισμός, χούντα, αυτοεξορία, γυρισμός.
         Είκοσι χρόνια μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και  δυο χρόνια μετά το μνημόνιο στη χώρα μας κάποια λόγια  της συγγραφέως αποκτούν άλλο νόημα.
        Επισήμανση πρώτη: αναφερόμενη η συγγραφέας  στην πραγματικότητα που αντίκρισε  όταν έφτασε στην Τασκένδη τονίζει ότι δεν υπήρχε «ούτε μπάνιο ούτε τουαλέτα» και ότι στην αρχή όλες οι δυσκολίες την «παραξένεψαν», έκαναν να «σφιχτεί» η ψυχή της, ενώ αυτή πήγαινε πιστεύοντας ότι θα βρει «έναν επίγειο παράδεισο»
          Επισήμανση δεύτερη:  Αναφερόμενη στη δικτατορία υπογράμμισε ότι αμέσως μετά το πραξικόπημα έπρεπε να φύγει  για τη Γαλλία, γιατί κινδύνευε να πιαστεί, ο Γιώργος    (Σεβαστίκογλου)
        Η Αλκη Ζέη, νέα κοπέλα από αστική οικογένεια δεν ήταν η μόνη που τα χρόνια εκείνα ο πόλεμος και η αντίσταση ριζοσπαστικοποίησε. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, μικροαστικά και αστικά που είχαν αυτονομηθεί από τα παλιά κόμματα, τα οποία στην ουσία  είχαν επιβάλει τη δικτατορία, ενώ  δεν πρόσφεραν τίποτε  στα δύσκολα χρόνια, έλκονταν από τις επαγγελίες για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές για τις οποίες πρωτίστως μαζί με την εθνική απελευθέρωση αγωνιζόταν το ΕΑΜ. Το πρόγραμμά του και η δράση του ανταποκρίνονται στα αιτήματα μεγάλου  μέρους των λαϊκών και μικροαστικών ομάδων που συνειδητοποιούνται και ριζοσπαστικοποιούνται  όλο και περισσότερο. Στις δυνάμεις αυτές ανήκε ένα μεγάλο μέρος από την πιο συνειδητή ομάδα του ελληνισμού και από το  πιο φωτισμένο  τμήμα του, είτε στην εργατική τάξη είτε στη μεσαία  αστική τάξη είτε στο διανοούμενο και καλλιτεχνικό κόσμο της Ελλάδας.
        Μετά την ήττα του εμφυλίου, αγωνιστές από μικροαστικές οικογένειες ή αστικές, διανοούμενοι, εργάτες ή χωρικοί βρέθηκαν να στοιβάζονται στο τέρμα της … γης, την Τασκένδη.  Κάθε κοινωνική ομάδα, απ΄ αυτές που πήραν μέρος στον αγώνα, διαφορετικά,  με υλικούς όρους, φαντάζονταν  την κοινωνία που θα προέκυπτε από την επανάσταση . Όταν έφτασαν λοιπόν στην ΕΣΣΔ δεν έρχονταν σε μια πραγματική χώρα που  είχε προκύψει  30 χρόνια πριν από μια επανάσταση κι ένα εμφύλιο και αγωνιζόταν μέχρις εσχάτων στα χρόνια του πολέμου, αλλά στην γή της επαγγελίας, που φυσικά δεν ήταν. Ιδιαίτερα οι αγωνιστές που θα προέρχονταν από αστικές οικογένειες θα πρέπει να υπέστησαν το μεγαλύτερο σόκ.
          Σκέφτεται κανείς ότι αν  οι νικητές του εμφυλίου είχαν την τόλμη  να διευρύνουν τα στενά περιθώρια της ηγετικής τάξης του έθνους αποδεχόμενοι πολλούς από τους αγωνιστές, που περισσότερο επιδίωκαν μεταρρυθμίσεις κοινωνικές παρά επαναστατική ανατροπή, και μπορούσαν να ανεχτούν σε ένα ελάχιστο βαθμό κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, τότε ίσως πολλοί από τους αγωνιστές να είχαν ενσωματωθεί στο υπάρχον κοινωνικό σύστημα πολύ πιο νωρίς και ίσως και χωρίς μεγάλες  αλλαγές της κοινωνίας. Η πόλωση που το κυρίαρχο σύστημα  συντηρούσε από δική του ανασφάλεια περιθωριοποίησε έναν ολόκληρο κόσμο που δεν ήταν σίγουρα όλος επαναστατικός.
          Στα σύγχρονα χρόνια το κυρίαρχο σύστημα ενεργεί διαφορετικά. Αισθάνεται πολύ πιο σίγουρο και κάνει το παν για να μην αποκαλυφτεί το βάραθρο που ανοίγεται  ανάμεσα στους απλούς εργαζόμενους, εργάτες, μισθωτούς, και τις κυρίαρχες τάξεις. Συνεχώς το σύστημα δίνει την εντύπωση ότι προσφέρει εναλλακτικές λύσεις στην προσπάθεια να απορροφηθεί η συσσωρευμένη ένταση, ελπίζοντας ότι οι κοινωνικές πιέσεις θα αμβλυνθούν, χωρίς να μετατραπούν σε εκρηκτικά αδιέξοδα.
         Τότε οι κυβερνώντες επεδίωξαν για διάφορους λόγους την ένταση και την εκρηκτική διέξοδο του εμφυλίου, που τελικά περιθωριοποίησε και ως ένα βαθμό και διαταξικά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ισως δεν είναι σύμπτωση ότι η γενιά της αντίστασης, που είχε  καταφέρει μετά τον εμφύλιο να αστικοποιηθεί εν τω μεταξύ στο μεγαλύτερο μέρος της,  τον καιρό της χούντας ιδιώτευσε η “αυτοεξορίστηκε”  εκτός αν η ίδια η χούντα για δικούς της λόγους, δεν της το επέτρεπε.    Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια της Ζέη για τον άντρα της Σεβαστίκογλου που έφυγε αμέσως μετά τη χούντα στο Παρίσι.
       Στις μέρες μας, μέχρι και το μνημόνιο, οι κοινωνικές πιέσεις ήταν αρκετά περιορισμένες και η ισορροπία του συστήματος καλά κρατούσε. Κτιζόταν ένα οικονομικό κοινωνικό στρώμα  που τον ευκαιριακό πλουτισμό του πίστευε πως μπορούσε να μετατρέψει σε πολιτική εξουσία, ώστε να παγιώσει τα κεκτημένα του.  Το μνημόνιο ακυρώνει αυτές τις προσδοκίες, όχι όμως και την προσδοκία αυτών των μεσοστρωμάτων  για τη δυνατότητα του συστήματος  να ξαναβρεί τις ισορροπίες του συμπεριλαμβάνοντάς τους.
      Η πόλωση στη δεκαετία του ΄40 κινητοποίησε και ριζοσπαστικοποίησε ακόμα και  αστικά και μικροαστικά στρώματα.  Στις μέρες μας η καλλιέργεια ψευδαισθήσεων από τη μεριά των κυβερνώντων και η δική μας αδυναμία και δειλία ν’ αντικρίσουμε την πραγματικότητα μας οδηγεί στην πλήρη υποταγή στις αποφάσεις τους. 
    Οι μόνες αντιδράσεις από την εργατική τάξη ξεκινούν... η απεργία στη χαλυβουργία συνεχίζει.
        Δεν έχουμε όμως  δώσει σαν σύνολο   οι εργαζόμενοι    κανέναν κοινό αγώνα, ενώ υπάρχει ο  φόβος να  χάσουμε στον ταξικό πόλεμο. Αποδεχτήκαμε την  κοινωνική υποταγή μας στις αποφάσεις των κυβερνώντων, εγχώριων και διεθνών, με αναρίθμητες πράξεις νομιμοφροσύνης που υπογράφουμε κάθε μέρα αποδεχόμενοι νόμους που υπονομεύουν την επιβίωσή μας.
     Η  συνολική συνειδητοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση μας μοιάζει μακρινή ακόμα …

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

ΠΕΡΙ ΠΡΟΦΥΛΑΚΙΣΕΩΣ ΕΦΡΑΙΜ

         Προφυλάκιση για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου του ηγουμένου Εφραίμ,  παραίτηση οικονομικών εισαγγελέων  με καταγγελίες για παρέμβαση στο έργο τους,  χαρακτηρισμός της ενέργειάς τους ως βεβιασμένης και υπερβολικής από τους υπουργούς οικονομικών και δικαιοσύνης Βενιζέλου και Παπαϊωάννου, φέρνουν στο προσκήνιο  το ρόλο της δικαιοσύνης, για να βρει λύσεις σε διαμάχες ακόμα και πολιτικού χαρακτήρα. Το νομικό σύστημα επιφορτίζεται με την ευθύνη διευθέτησης των  πολιτικών σχέσεων.  
         Έχοντας εδώ και χρόνια χάσει μεγάλο μέρος του κύρους της και της αξιοπιστίας της,  η δικαστική  εξουσία προσπαθεί να αποδείξει την αυτονομία της  με αποφάσεις  που στρέφονται εναντίον φυσικών προσώπων  τα οποία παρανόμησαν και  θεωρούνται ότι εκπροσωπούν άρχουσες τάξεις.
         Συγχρόνως,  η δικαστική σφαίρα αποδεικνύεται  το πεδίο που επιτρέπει την έκφραση κοινωνικών  και πολιτικών συγκρούσεων  συγκεκαλυμμένων,  είτε με τη μορφή  σκανδάλων είτε δήθεν μεμονωμένων περιπτώσεων διαπλοκής  κλπ., που αντιμετωπίζονται  απλώς ως νομικές παραβάσεις.
          Αφού στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου τα αδικήματα των πολιτικών  παραγράφηκαν, η δικαιοσύνη  αποδεικνύει την ισχύ της με την απόφαση για προφυλάκιση του Εφραίμ. Την ίδια στιγμή, μ’ αυτή την απόφαση, φαίνεται να  αναδεικνύεται  η αλλαγή ισορροπιών ισχύος  στη χώρα μας.
          Στο μεταπολεμικό κράτος μας,  οι πυλώνες εξουσίας περιλάμβαναν, εκτός από τον στρατό και την αστυνομία, σταθερά την εκκλησία, που αναγνωρίζεται και από την πολιτική εξουσία σαν μια  υπολογίσιμη δύναμη μέχρι και την πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης. Η εκκλησία λειτουργούσε ενοποιητικά, για να κατασκευαστούν κοινωνικές ισορροπίες και συλλογικότητες που θα επέτρεπαν να λειτουργήσει η έννοια της εθνικής ενότητας πέρα από ταξικές διακρίσεις και διεκδικήσεις.
          Ο Α. Παπανδρέου ενώ στα λόγια αμφισβήτησε την ισχύ της, στην πράξη επεδίωξε ένα συμβιβασμό, όχι εις βάρος της εκκλησίας, ενώ στα χρόνια του «εκσυγχρονισμού» επί πρωθυπουργίας Σημίτη μέσα από ύμνους  προς δόξαν της πολυπολιτισμικότητας, της αυτονομίας των πολιτών, του αυτοκαθορισμού τους, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ. υποβαθμιζόταν  ο ρόλος της  εκκλησίας στην πολιτική ζωή. .
          Συγχρόνως, περιοριζόταν και  η επιρροή της στη διαμόρφωση της πολιτισμικής ταυτότητας των μεγάλων λαϊκών στρωμάτων, που παλιότερα καθόριζε και ήλεγχε, τις πιο πολλές φορές με συντηρητικό και οπισθοδρομικό τρόπο. Αυτό που ενδιέφερε τώρα ήταν η δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για εμπόριο, επιχειρήσεις, κυνήγι κέρδους, κατανάλωσης  κλπ. Η επιρροή του lifestyle  μέσα από την τηλεόραση,  τα αντίστοιχου περιεχομένου περιοδικά, ο διαφημιστικής μορφής  πολιτικός λόγος σχεδόν την αντικατέστησαν σ’  ένα μεγάλο βαθμό. Το σύστημα πια δεν την είχε ανάγκη. Η χειραγώγηση και έλεγχος  μπορούσε να γίνει με τα νέα μέσα.
      Το θρησκευτικό πεδίο, που για χρόνια είχε γίνει πρόσφορο έδαφος για να εκφράζονται ακόμα και αντιτιθέμενες πολιτικές τάσεις, δεν θεωρείται πια τόσο  σημαντικό. Η εθνική και θρησκευτική  ομογενοποίηση, τουλάχιστον στα χρόνια της ευμάρειας, ήταν ανεπαρκής και παρωχημένη στη διαμόρφωση ενός κοινωνικού πλαισίου αποδεκτού από όλες τις κοινωνικές  και οικονομικές δυνάμεις.  Η ουδετεροποίηση της θρησκείας  βαίνει ολοένα και αυξανόμενη και συρρικνωμένη στην κατάσταση ενός πολιτισμικού αγαθού, μεταξύ πολλών, αν και σεβαστού
         Η προφυλάκιση του Εφραίμ  φαίνεται να αναδεικνύει  τις νέες ισορροπίες ισχύος που προσπαθούν να επιβληθούν  στον ελλαδικό χώρο. Έχει όμως κανείς την εντύπωση ότι η απόφαση της δικαστικής εξουσίας παραβιάζει απλώς ανοιχτές θύρες.
       Το παιχνίδι των ισορροπιών όμως  δεν κρίνεται πια  στο επίπεδο του ντόπιου κρατικού μηχανισμού, αλλά του υπέρτατου οικονομικού συντονιστή  που ακούει στο όνομα αγορές, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Οίκοι αξιολόγησης κλπ.
        Η διαμάχη  που εκφράζεται μέσα από αντιθέσεις επίπεδες, αταξικές συνεχίζουν προσχηματικά μια σύγκρουση της οποίας τα χαρακτηριστικά ανήκουν σε άλλες εποχές και καταστάσεις, όχι  αυτήν που βιώνουμε τώρα.

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟ

       Παραμονή Χριστουγέννων 2011.
       Σκηνή 1η :  Σε εμπορικό δρόμο, μια νοικοκυρεμένα ντυμένη γυναίκα γύρω στα 60 απλώνει και δεν απλώνει το χέρι για ελεημοσύνη, μουρμουρίζοντας κάτι για λογαριασμό απλήρωτο…
         Σκήνή 2η : Σε παραδιπλανό εμπορικό δρόμο μια γυναίκα κοντά 35 χρονών, που η εμφάνιση και το ντύσιμό της δεν διαφέρει σε τίποτε από τις χιλιάδες γυναίκες της ηλικίας της που δουλεύουν σε  διάφορα καταστήματα, με συστολή σου ζητά να της αγοράσεις  οτιδήποτε θέλεις από το σούπερ μάρκετ
        Σκηνή 3η: Εξω από πρατήριο ψωμιού μια γιαγιά  ψευτοπουλά στυλό και ζητά να της πάρεις  ένα καρβέλι ψωμί, γιατί έχει και εγγόνι στο σπίτι
        Σκηνή 4η: Εξω από   σούπερ μάρκετ μια καλοντυμένη κυρία ζητά με χίλιες συγγνώμες μερικά ευρώ, ούτε πέντε, για να μπορέσει να συμπληρώσει το ποσόν για τα τρόφιμα που θέλει να αγοράσει
       Σκηνή 5η : ……..
       Σκηνή 6η:    …….
          Ατέλειωτα τέτοια περιστατικά σε μια χώρα που  οι  κυβερνώντες της  υποκρίνονται τους ηγέτες της και  σωτήρες της αδιαφορώντας για  το λαό της.
        Η επικράτηση της κοινωνικής συμπεριφοράς, που κυριάρχησε  χρόνια τώρα,  με καθαρά ωφελιμιστικό και ατομιστικό χαρακτήρα,  επινόησε εξαίρετες μεθόδους για να αποδυναμώνεται και να υπονομεύεται  κάθε έκφρασης αλληλεγγύης που δεν παίρνει  τη νέα μορφή φιλανθρωπίας. Η φιλανθρωπία στον καιρό της ευμάρειας έγινε μπίζνες, έπαιρνε μορφές φιλανθρωπικών τηλεοπτικών μαραθώνιων,  στον καιρό της κρίσης περιορίζεται στην ελεημοσύνη.
       Οι ελεημοσύνες, οι αγαθοεργίες κατευθύνονται σε θύματα της οικονομικής κρίσης, η οποία  ταυτίζεται με χτύπημα ακατανόητο της μοίρας, που όλοι μαζί δεν καταφέραμε  να αποτρέψουμε. Η δυστυχία είναι μεγάλη, δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα την νικήσουμε, αλλά πρέπει να είμαστε αποτελεσματικοί και πρακτικοί σ’ αυτόν τον μικρό  χώρο που ζούμε. Η κάθαρση από τον πόνο επιχειρείται μέσα από τη φιλάνθρωπη δωρεά.
      Ούτε λόγος βέβαια για αγώνα και ένταξη, για όραμα μιας ιδανικής κοινωνίας αλλά μόνο για προσφορά και υποστήριξη. Αυτό που ζητείται είναι οι πλούσιοι ή τουλάχιστον αυτοί που βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική κατάσταση, να μεταχειρίζονται τους φτωχούς με ευσπλαχνία.
        Αιώνες όμως τώρα έχει αποδειχτεί ότι η χριστιανική ευσπλαχνία είναι κάτι παραπάνω από άχρηστη ως τρόπος ανακούφισης της φτώχειας, αλλά υποστηρίζεται, ιδιαίτερα από τους κρατούντες, γιατί πάντα θεωρούνταν ένα μέσο προστασίας από τον κίνδυνο διεκδίκησης  δικαιωμάτων  από τους απόκληρους, οι οποίοι έτσι περιορίζονταν να θεωρούν ως μόνο τους δικαίωμα τα ψίχουλα που θα τους έριχναν οι πλούσιοι.  Οι κρατούντες δεν σταματούν να προπαγανδίζουν ασυστόλως, σε  μια εποχή αφθονίας που την περιόρισαν στους λίγους,  τις αρχές της λιτότητας, αυτοβοήθειας και συνεχούς αυτοβελτίωσης.
        Σχεδόν  το σύνολο της κοινωνίας μας  βυθίζεται στην ηττοπάθεια, έτσι καθώς βρίσκεται αντιμέτωπο με μια οικονομική καταστροφή που αρνείται να καταλάβει, έτσι που αργά αλλά σταθερά πέφτει στην ένδεια και στην ανέχεια και πολλοί βυθίζονται στην άβυσσο της επινόησης τεχνασμάτων πρόσφορων μόνο  για εφήμερη και στοιχειώδη επιβίωση.     Η οικονομική καταστροφή του λαού είναι μια γιγαντιαία διεργασία απόλυτου ταξικού διαχωρισμού, που σπρώχνει τους φτωχούς εργαζόμενους σε αχανή τέλματα αθλιότητας.
          Και κοντά σ’ αυτά διαπιστώνεται και η αύξηση της εγκληματικότητας και η διαφθορά των νέων φτωχών, που θα βαίνει αυξανόμενη, όσο κι αν εκθειάζεται η αξιοπρέπεια των φτωχών που θα πρέπει στωικά να  αποδεχτούν τη μοίρα τους. Η αύξηση της  εγκληματικότητας και της αναίτια συχνά βίας πολλές φορές θα είναι ένα είδος τυφλής προσωπικής αντίδρασης. Πολλές φορές θα είναι προσπάθειες των ανθρώπων  να ξεφύγουν από τη μοίρα του φτωχού, να μην την αποδεχτούν ή να την λησμονήσουν.
        Οσο θα αποστρέφουμε το βλέμμα μας από την κοινή μας «μοίρα» και θα αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε τις αιτίες της θα μένουμε απαθείς απέναντι στις δυνατότητες της συλλογικής δράσης.
       Το εργατικό κίνημα όμως μπορεί να δώσει απάντηση στην κραυγή διαμαρτυρίας του φτωχού, που δεν είναι απλά μια συλλογική αντίσταση κατά της αφόρητης δεινοπάθειας, αλλά η ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης.
     Δεν είμαστε αντιμέτωποι, όπως στις ελληνικές ταινίες του  ’60 που υποκρίνονταν τις αθώες, ο φτωχός και ο πλούσιος. Ξεκάθαρη υπόσταση αποκτούν και πάλι οι δυο συγκεκριμένες τάξεις, η εργατική και η τάξη των καπιταλιστών, με όποια μορφή.
      Ας συνειδητοποιήσουμε  ότι κανείς δεν θα εξασφαλίζει ή διατηρεί πια αξιοπρεπή εργασία απλώς και μόνο με περιστασιακή διαμαρτυρία. Οι 55 μέρες απεργίας στην ελληνική χαλυβουργία αναδεικνύουν στην πράξη τα σημαντικότερα όπλα του συλλογικού ταξικού αγώνα, την αλληλεγγύη και την απεργία - με την οργάνωση και την πειθαρχία που προϋποθέτει.
      Απαιτείται  συνεχής επαγρύπνηση, οργάνωση και δράση. Καιρός να ξαναμπεί στο προσκήνιο  η εργατική τάξη ως δρων υποκείμενο και όχι  απλώς ως πάσχον «αντικείμενο».
      Καλημέρα προλεταριάτο

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

       Βιώνοντας τις  ολέθριες συνέπειες  της  κυβερνητικής απόφασης  της 23ης  Απριλίου του 2010, όταν  σχεδόν θριαμβικά ο Γ. Παπανδρέου ανακοίνωσε από το Καστελλόριζο «ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης», ή αλλιώς μνημόνιο,  σχεδόν δυο χρόνια τώρα, πολλές φωνές ακούγονται για  σύμπραξη των αντιμνημονιακών δυνάμεων, και ιδιαίτερα των δυνάμεων της αριστεράς, για ανατροπή αυτής της πολιτικής. Τονίζεται  πως είναι επιτακτική η ανάγκη της ένωσης όλων των αριστερών τάσεων, γιατί αυτό που προέχει είναι η οργάνωση της         αντίστασης του λαού ενάντια  στη λαίλαπα του μνημονίου.
             Το αίτημα για σύμπραξη   φαίνεται να μην  εμφανίζεται με όρους αντιπαλότητας προς την κομμουνιστική αριστερά, αν και ξεπηδάει περισσότερο από τους κόλπους της υπόλοιπης αριστεράς. Το ΚΚΕ διεκδικώντας την κυριαρχία στον αριστερό χώρο βλέπει με καχυποψία αυτό το αίτημα, και υποψιάζεται  ότι  επιδιώκεται  να το συμπαρασύρουν προς την κατεύθυνση διαφορετικών   πολιτικών αναζητήσεων, που θέλουν να το  εκτρέψουν από την πιο στοιχειώδη αφετηρία του, που είναι η αλλαγή της κοινωνίας, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός.
         Από την άλλη, ο   βαθύς προβληματισμός  όχι μόνο για τη μορφή της αντίστασης αλλά και για τους στόχους της, που δεν μπορεί να περιορίζεται απλώς στην απόρριψη και κατάργηση των δανειακών συμβάσεων του ελληνικού κράτους, δεν  φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα τη μη κομμουνιστική αριστερά.
         Πάντως, είναι βάσιμος ο φόβος μήπως   η συνένωση όλων των αντιμνημονιακών κινημάτων, και ιδιαίτερα των αριστερών, με μόνη κοινή πλατφόρμα την αντίδραση στα μνημόνια,  χωρίς αμφισβήτηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής οδηγήσει πάλι από άλλους δρόμους στην παραδοχή των καπιταλιστικών αναγκών και στις μονοσήμαντες πολιτικές επιλογές που προσαρμόζονται στη λογική της αγοράς και τελικά του κεφαλαίου.     
           Η προσαρμογή όμως  στις ανάγκες του καπιταλισμού είναι η αιτία που επιβάλλει «πολιτικές μνημονίου» σε όσους τον διαχειρίζονται. Αυτό δε σημαίνει ότι  ακόμα και στην περίπτωση ανάληψης εξουσίας από ένα κομμουνιστικό κόμμα θα καταργηθούν δια μιας οι κεφαλαιοκρατικές παραγωγικές σχέσεις, σίγουρα όμως δεν θα θεωρείται   ότι η ανοχή στους νόμους αυτών των σχέσεων  είναι μια σοσιαλιστική πολιτική, αλλά ένα αναγκαίο στάδιο που με την πολιτική του και τον αγώνα του επιδιώκει  να συμβάλλει  στο ξεπέρασμά του.
        Τούτη την εποχή, που πίσω από πατριωτικές κορώνες κρύβεται η ταξική σύγκρουση,  είναι απαραίτητη η προβολή της κομμουνιστικής ιδεολογίας και ως εκ τούτου η διατήρηση και προβολή του κομμουνιστικού κόμματος, με όλες τις αγκυλώσεις η αδυναμίες που  μπορεί να το χαρακτηρίζουν.
      Η σύγκρουση είναι ταξική  και θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τη φθίνουσα σημασία του εθνικού κοινωνικού σχηματισμού σ’ αυτή τη σύγκρουση. Οι αντιθέσεις  μεταξύ εθνικών κοινωνιών αναδεικνύονται και χρησιμοποιούνται περισσότερο για να αποτρέψουν την  ταξική αλληλεγγύη μεταξύ των λαών.
       Αλλωστε, ο σχηματισμός μιας ενοποιημένης  διεθνούς οικονομίας, που τα τελευταία είκοσι χρόνια επεδίωξε να στηριχθεί στην ομογενοποίηση των διαφορετικών κοινωνικών σχηματισμών και κατέστησε δυνατή την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου, ισχυροποίησε τη θέση του κεφαλαίου  απέναντι στο διεθνές εργατικό κίνημα.
        Ετσι,  η αδυναμία μας ν’ αναγνωρίσουμε ταξικές αντιθέσεις στην πολιτική του μνημονίου και ο φόβος μας για το μέλλον, που δεν ελέγχουμε αλλά πιστέψαμε πως με τις ενέργειές μας υπονομεύσαμε, καθόρισαν ως ένα βαθμό τον μοιρολατρικό τρόπο που αποδεχτήκαμε το μνημόνιο.
        Εξάλλου, η ψαλίδα των κοινωνικών τάξεων, που πλήττει το μνημόνιο, είναι αρκετά μεγάλη, αλλά οι επιπτώσεις του δεν είναι ισοδύναμες για όλες τις τάξεις. Προβάλλοντας  στις αντιδράσεις μας τη διαταξική ενότητα απέναντι στο μνημόνιο, που το επέβαλλαν οι "εταίροι" μας, δίνεται η δυνατότητα για σύνθεση των συμφερόντων  των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων, για να παραχθεί μια συμπαγής πολιτική δραστηριότητα, που το αποτέλεσμά της δεν θα είναι το βάθεμα των ταξικών σχέσεων αλλά μάλλον η κλιμάκωση των διαφορών  μεταξύ των δυο αντίπαλων   πολιτικών σχηματισμών, μνημονιακών –αντιμνημονιακών, που θα τέμνουν οριζόντια τις  κοινωνικές τάξεις. Η σύμπραξη  όμως των διαφόρων τάσεων της αριστεράς θα πρέπει να γίνει για να αναδείξει τον ταξικό χαρακτήρα της σύγκρουσης και όχι τον διαταξικό της χαρακτήρα.
         Επιπλέον, η  επιδίωξη των κομμουνιστών για  συμμαχίες  με άλλες πολιτικές δυνάμεις, για να μπορούν να συνδιαμορφώσουν και επηρεάσουν την  γενικότερη πολιτική,  θα πρέπει να είναι αυτονόητη, αρκεί να μη επιδιώξουν την ιδεολογική και οργανωτική αφομοίωσή τους απ’ αυτές.
         Ο ρόλος ενός κομμουνιστικού κόμματος πάει πιο πέρα από την εκάστοτε συγκυρία και σε τέτοιες συμμαχίες  είναι πολύτιμη η επίγνωση που μπορεί να έχει το κομμουνιστικό κόμμα  του πραγματικού χαρακτήρα του κάθε ιστορικού,  συγκεκριμένου σταδίου  και η ικανότητά του να επιδιώκει μαζί με τις κυριαρχούμενες τάξεις την ανατροπή του. Ακόμα και η διατήρηση του τίτλου  είναι σημαντική, γιατί υποδηλώνει αναζητήσεις  που αφορούν στην αλλαγή της κοινωνίας με αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων, δηλ. την κατάργηση της  ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής.
       Η οικοδόμηση λοιπόν  συμμαχίας μεταξύ  των αριστερών κομμάτων και κινημάτων απαιτεί εφόδια για να είναι αποτελεσματική. Απαραίτητο είναι η οριοθέτηση  και η αποσαφήνιση του ιδεολογικού και πολιτικού χώρου  που θα εκφράζεται μ’ αυτή τη συμμαχία,  χωρίς να εγκαταλειφθεί η βασική προβληματική που αφορά στην  αλλαγή της κοινωνίας, αλλά αντίθετα θα πρέπει χαράσσεται  η συνολική στρατηγική για το σοσιαλισμό και την κοινωνία.  
      Και μη ξεχνάμε ότι   υπάρχουν ένα σωρό τάσεις στο πλαίσιο  των γενικών παραδοχών της αριστεράς, που είναι σίγουρο πως θα καταστήσουν εύθραυστες  τέτοιες συμμαχίες.
        Πολύς κόσμος, που  απαιτεί συμμαχία όλων αυτών των  αντιμνημονιακών δυνάμεων μάλλον σαν αντανάκλαση της συναίνεσης που έχει επιτευχθεί στο άλλο στρατόπεδο, προβάλλει σαν αιτία  τον κατακερματισμό των αριστερών δυνάμεων  για την αποδυναμωμένη λαϊκή αντίδραση.
       Μόνο που η σχέση ανάμεσα στα κόμματα η πολιτικούς σχηματισμούς και λαϊκές  τάξεις κάθε άλλο παρά γραμμική είναι. Τα κόμματα και οι οργανώσεις   πρέπει να  εξασφαλίζουν  ενότητα στόχων και δράσης στο λαϊκό κίνημα προσδίδοναντας στις ενέργειές του οργανωμένο χαρακτήρα,  συγχρόνως όμως  με την ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος  αναπτύσσονται και οι ίδιοι οι πολιτικοί  σχηματισμοί που εκφράζουν την εργατική τάξη.