Δυο χρόνια από το έγκλημα των Τεμπών, η ολιγωρία, η απροθυμία, το λιγότερο, και η ενοχή,
το πιο πιθανό, της εκτελεστικής εξουσίας στην αναζήτηση των
αιτίων οδήγησε σε συνεχείς παλινδρομήσεις διακηρύξεων και συμπεριφορών της. Η επίμονη έρευνα όμως των συγγενών των θυμάτων για την
αποκάλυψη του ρόλου κυβέρνησης και σιδηροδρομικής επιχείρησης, της Hellenic train, σ’ αυτό το έγκλημα τροφοδότησε την καχυποψία, τουλάχιστον, της μεγάλης πλειοψηφίας για τις προθέσεις και τις
σκοπιμότητες της κυβέρνησης και ενίσχυσε τη βεβαιότητα της συγκάλυψης. Η οργή και η κρίση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση οδήγησε
στην παλλαϊκή συγκέντρωση του προηγούμενου μήνα, που φοβίζοντας την κυβέρνηση
και τους παρατρεχάμενους της την ωθεί τώρα εσκεμμένα, και με ποικίλους τρόπους,
να υπονομεύσει για να αποτρέψει τις απεργιακές συγκεντρώσεις στην επέτειο των
δυο χρόνων από το τραγικό έγκλημα.
Κατ’ αρχάς, χρησιμοποιώντας κλασικά
την τρομοκράτηση για συμμετοχή στην
απεργία, όπως με την επίδοση απόλυσης σε εργαζομένη στο εργοστάσιο τροφίμων «Καλλιμάνη»
και τη σύλληψη από την αστυνομία μελών του Εργατικού Κέντρου Πάτρας που την
υπερασπίστηκαν. Επιπλέον, επιστρατεύοντας διανοούμενους, δημοσιογράφους και
πολιτικούς, που παντοιοτρόπως έχουν προσδεθεί εμφανώς ή και διακριτικά αν όχι
στο άρμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων μιας
αστικής εξουσίας που πρωτίστως την ενδιαφέρει η απρόσκοπτη εξυπηρέτηση ταξικών της
συμφερόντων, για να γίνει κύριο μέλημα τους τις τελευταίες ημέρες η απαξίωση
και αποτροπή οργανωμένων διαμαρτυριών και συμμετοχών στις συγκεντρώσεις της Παρασκευής
με σωματεία, πολιτικές οργανώσεις και κόμματα. Οι αναφορές στις πλατείες των
αγανακτισμένων είναι ενδεικτικές των στόχων όλων αυτών που προσπαθούν να αποτρέψουν
τις διαδηλώσεις, επισείοντας κινδύνους
αυτών των κινητοποιήσεων, προβάλλοντας το δίλημμα Μητσοτάκη ή χάος, με την
υπενθύμιση της κατάληξης των πλατειών στην κυβέρνηση Τσίπρα και στο τρίτο
μνημόνιο. Συγχρόνως όμως απαξιώνουν και κάθε κινητοποίηση και διαμαρτυρία
υποκρινόμενοι άγνοια των λόγων που τις προκαλούν, εκθειάζοντας την αστική μας δημοκρατία
και υπεραμυνόμενοι μιας δικαιοσύνης, της οποίας την ανεξαρτησία από την
εκτελεστική εξουσία δυσκολεύονται και οι ίδιοι να αποδείξουν.
Κυβερνητικοί και παρατρεχάμενοι εκφράζουν
κατ’ επανάληψη την εμπιστοσύνη τους προς την δικαιοσύνη διαβεβαιώνοντας την
ανεξαρτησία της από την εκτελεστική εξουσία, ενώ διαψεύδονται από τον ίδιο τον
πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκης. Ο οποίος για
το θέμα των Τεμπών με την επιστολή του στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ι.
Ντογιάκο πριν δυο χρόνια, προτρέπει να αναθέσει την υπόθεση «στο υψηλότερο δυνατό
ανακριτικό επίπεδο» και «το πόρισμα τη επιτροπής (για) να καταστεί μέρος της δικογραφίας», μιας
επιτροπής εμπειρογνωμόνων για τα αίτια του δυστυχήματος που ο ίδιος διόρισε, επεμβαίνοντας
έτσι απροκαλύπτως στο έργο της δικαιοσύνης.
Με το εγκληματικό δυστύχημα στα Τέμπη η αστική μας δημοκρατία αποκάλυψε
την υποκρισία της. Η διάκριση των εξουσιών που αποτελούσε κατάκτηση της εποχής
του διαφωτισμού για αποφυγή του κινδύνου υπερσυγκέντρωσης ισχύος στα χέρια του
ηγέτη, θεωρούνταν για κάθε κράτος που αυτοχαρακτηρίζονταν ως κράτος δικαίου εγγύηση ότι η εξουσία ελέγχεται και δεν αυθαιρετεί.
Με το έγκλημα στα Τέμπη αποδεικνύεται ότι η επίκληση στη διάκριση των εξουσιών
δεν γίνεται για την προστασία από την ανεξέλεγκτη
κρατική επιβολή, αλλά χρησιμοποιείται για βασικό επιχείρημα υπέρ της διατήρησης
της κρατικής εξουσίας ως ανεξέλεγκτης, με χειραγώγηση της λαϊκής δυσαρέσκειας. Για
όλες τις κυβερνητικές αυθαιρεσίες κάθε φορά λέγεται ότι θα αποφανθεί η δικαιοσύνη, το δικαστικό σώμα της
οποίας ελέγχεται από την εκτελεστική. Γι' αυτό και οι παραλείψεις και ολιγωρίες των δικαστών στο εγκληματικό δυστύχημα των Τεμπών είναι δύσκολο να θεωρηθούν τυχαίες.
Η διασταύρωση ή και σύγχυση των
εξουσιών επώδυνα διαπιστώθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων την
εποχή των μνημονίων, επειδή είχαν και
άμεση επίπτωση στην εξαθλίωση ενός ολόκληρου λαού. Τότε που κυβερνιόταν η χώρα με πράξεις νομοθετικού
περιεχομένου, που τα ανώτατα δικαστήρια επικύρωναν ως συνταγματικές,
δικαιώνοντας σχεδόν πάντα τις κυβερνητικές αποφάσεις. Η ισχυρή εκτελεστική
εξουσία υλοποιούσε τους στόχους της κυρίαρχης τάξης και το δικαστικό σύστημα
εξασφάλιζε την ισχύ της με τη συναίνεση
των εκμεταλλευομένων τάξεων που συνέχιζαν να έχουν εμπιστοσύνη στην αστική
δημοκρατία.
Αυτό λοιπόν
που τώρα φοβίζει την κυρίαρχη εξουσία είναι όχι μόνο το πλήθος αυτών που
διαδηλώνουν, και το οποίο θα μπορούσε και να τιθασεύσει όπως ακριβώς έγινε με τους απολιτικούς αγανακτισμένους των πλατειών μέσω της σοσιαλδημοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η
μετατροπή των φωνών οργής και διαμαρτυρίας σε πολιτικό λόγο. Η προκήρυξη
απεργίας από τα ταξικά σωματεία την ίδια ημέρα της επετείου δείχνει μια
διαφορετική κατεύθυνση από την απλή εκδήλωση και έκφραση μιας διάθεσης ή
ψυχολογικής κατάστασης. Σε όλο αυτό το πλήθος με τις συγκεντρώσεις, απεργίες
και κάθε είδους συλλογικές κινητοποιήσεις γίνονται διεργασίες που το κατευθύνουν
σε ένα συνειδητό, οργανωμένο, πολιτικό ρόλο. Ο φόβος λοιπόν όλο αυτό το πλήθος
να μετατραπεί από αντικείμενο πολιτικής χειραγώγησης με μαζική ψεύτικη συνείδηση,
σε υποκείμενο πολιτικών συμβάντων ενεργοποιεί κυβερνητικά στελέχη με χυδαίο,
φασιστικής κοπής, λόγο, όπως ο Α. Γεωργιάδης ή Μ. Βορίδης ή πανεπιστημιακούς, όπως
ο Σ. Καλύβας, με τον καμουφλαρισμένο
ανορθολογισμό του ειδήμονα, για να κινδυνολογούν,
στην προσπάθειά τους να υπερασπιστούν τις
πασιφανώς ύποπτες αντιδράσεις της κυβέρνησης
και φυσικά όλου του συστήματος εξουσίας.
Το
γεγονός ότι οι οργανωμένες κομμουνιστικές δυνάμεις στους χώρους δουλειάς με τα ταξικά σωματεία έχουν πάρει επάνω τους την επιτυχία της απεργίας, με ενημέρωση,
συμπαράσταση, οργάνωση των εργαζομένων αναπτερώνει τις ελπίδες ότι δεν θα παραμείνει αυτή η κινητοποίηση σαν η έξοδος ενός
αλυσοδεμένου φυλακισμένου που δεν μπορεί να σπάσει τα δεσμά του και ξαναγυρνά στη
φυλακή.
Το εγκληματικό δυστύχημα των Τεμπών φαίνεται να λειτουργεί καταλυτικά
στη διάρρηξη της εμπιστοσύνης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού προς το σύστημα,
που μπορεί να γίνει αφετηρία για ταξικούς αγώνες. Επειδή όμως η κυρίαρχη
εξουσία, οργανωμένη και ισχυρή, καραδοκεί κάθε φορά για να χειραγωγήσει και να
ελέγξει προς το συμφέρον της, ο κίνδυνος να κατευθυνθεί η δυσαρέσκεια και η
οργή προς κάθε είδους μεταμφιεσμένου φασισμού
είναι υπαρκτός. Γι’ αυτό οι προτροπές για διαμαρτυρίες και συγκεντρώσεις έξω
από κόμματα και συνδικάτα είναι εκ του πονηρού. Επειδή στην πολιτική σκηνή
υπάρχουν από τη μια όλα τα παρακλάδια των αστικών κομμάτων που διαφοροποιούνται
στα πρόσωπα και σύρονται στις διαμαρτυρίες για να πέσει ο Κ. Μητσοτάκης και από
την άλλη το Κομμουνιστικό Κόμμα, που καταγγέλλει τον καπιταλισμό και το κέρδος
που ρημάζουν τις ζωές των εργαζομένων, κυρίως όταν δεν συναντούν οργανωμένη
ταξική αντίσταση, ενώ στους χώρους δουλειάς από τη μια
οι εργοδότες και από την άλλη τα ταξικά σωματεία, γι’ αυτό οι αναφορές σε ακηδεμόνευτες
κινητοποιήσεις και ατομικές διαμαρτυρίες γίνονται για αποδυνάμωση των
κομμουνιστών που οργανώνονται σε κόμμα και συνδικάτα.
Κανένας όμως άνθρωπος δεν «είναι νησί ακέραιο», κανείς δεν
διαμαρτύρεται για κοινωνικά προβλήματα ως άτομο, αλλά ως μέλος μιας κοινότητας. Όλοι οι εργαζόμενοι
έχουν κοινά συμφέροντα και μόνο οργανωμένοι μέσα από ταξικά συνδικάτα μπορούν ν’
αγωνιστούν και να διεκδικήσουν, όπως οργανωμένα αντιμετωπίζει τους εργαζόμενους
η κυρίαρχη εξουσία. Το έγκλημα στα Τέμπη είναι έγκλημα του καπιταλισμού όπως και
η εξαθλίωση των εργαζομένων. Σε θέση μάχης είναι από τη μια τα συμφέροντα των
καπιταλιστών από την άλλη οι ζωές των εργαζομένων. Τα κέρδη τα δικά τους και οι
ζωές οι δικές μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου