Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ

Η απεργία – αποχή, που ξεκίνησε από την προηγούμενη σχολική χρονιά, από τις διαδικασίες που προβλέπονται από τον νόμο 4823/21 σχετικά με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των σχολικών μονάδων αποκάλυψε το παλιό γνώριμο πρόσωπο μιας εξουσίας που φτιασιδώθηκε για να μοιάζει διαφορετικό. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επιβολή των κυβερνητικών αποφάσεων είναι τα ίδια τα παλιά, καθαιρέσεις διευθυντών, γιατί συμμετείχαν στην απεργία-αποχή, πιέσεις σε εκπαιδευτικούς για διακοπή της απεργίας, πειθαρχικές διώξεις κατά νεοδιόριστων εκπαιδευτικών. Δεν είναι μόνο που η κυβέρνηση πιέζει να επιβάλλει την εκπαιδευτική της πολιτική, είναι που θέλει γενικά να κάμψει κάθε μορφή αντίδρασης στους στόχους της, εκφοβίζοντας με μιαν αυταρχικότητα που ν’ αποτρέπει από κάθε αντίσταση στην πολιτική της.
         Στο επίκεντρο της πολιτικής του Υπουργείου βρίσκεται η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, με    υποδόριες απόψεις να διαχέονται που αποδίδουν τα προβλήματα της παιδείας στην ευθύνη των εκπαιδευτικών ως ανάξιων. Κι αυτές οι απόψεις,  υποβαθμίζοντας την αξιολόγηση των υπολοίπων παραγόντων, σχολικά κτίρια, βιβλία, προγράμματα κλπ. παρόλο που η εκπαίδευση είναι κάτι το πολυσύνθετο, αφού για τη διαμόρφωσή της παίρνουν μέρος  πολλοί παράγοντες, είναι επικίνδυνα απολογητικές της ιεραρχημένης εκπαίδευσης.                              
        Αν όμως  ουσία της αξιολόγησης είναι η ανατροφοδότηση, ώστε να είναι  τελική επιδίωξη της αξιολόγησης η συμβολή της  στην βελτίωση των εκπαιδευτικών πραγμάτων, για να ωφεληθούν απ’ αυτό όσο γίνεται οι μαθητές, τότε θα πρέπει να στοχεύει στη βελτίωση των εκπαιδευτικών, για να ανακαλύψουν δυνατότητες και αδυναμίες, ν’ αποκτήσουν περισσότερη αυτογνωσία. Το τι λοιπόν  αξιολογείται έχει άμεση σχέση  με τις προσδοκίες που έχουμε από τον εκπαιδευτικό, που δεν μπορεί να είναι  διαφορετικές από το γενικό σκοπό και τις επιμέρους επιδιώξεις  της Εκπαίδευσης.   
         Συνεχίζεται όμως η τρέχουσα πρακτική της αξιολόγησης στο σχολικό πλαίσιο να συνδέεται με τη λειτουργία της ταξινόμησης και όχι της διάγνωσης πώς θα έπρεπε να είναι, και αυτή η ταξινόμηση να  ορίζεται σε αριθμούς ποσοτικοποιώντας την εκπαιδευτική διαδικασία. Η εκπαίδευση και η μάθηση στην πραγματικότητα γίνονται προϊόντα και ο κίνδυνος να μετατραπούν τα σχολεία σε παρόχους και οι εκπαιδευτικοί σε φορείς προσχεδιασμένων πακέτων μάθησης είναι ορατός. Κι αυτό, γιατί τίθεται στόχος για το σχολείο να ανταποκριθεί σε μια συνεχώς αναπτυσσόμενη αγορά και στην εμπορευματοποίηση της γνώσης, προμηθεύοντας εξειδικευμένο προσωπικό στην αγορά εργασίας
         Παρόλες λοιπόν  τις διακηρύξεις και τις μεγαλοστομίες, τελικά και το πρόβλημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών φαίνεται ότι αντιμετωπίζεται όχι ενταγμένο μέσα στο πλέγμα της εκπαιδευτικής  διαδικασίας, αλλά μάλλον ξεκομμένα απ’ αυτό, κλείνοντας το μάτι  στις αλλαγές της οικονομίας και τις πολιτικές που αυτή επιβάλλει. Μοιάζει να λειτουργεί ακόμα και εκβιαστικά, τη στιγμή που επηρεάζει την υπαλληλική κατάσταση του εκπαιδευτικού και φαίνεται ότι μάλλον ενδιαφέρεται να δημιουργεί πειθήνια όργανα και όχι ελεύθερες προσωπικότητες, με κριτική στάση  απέναντι στα προβλήματα εκπαίδευσης και ζωής.  
        Στις μέρες μας διανύουμε περίοδο έξαρσης της αξιολόγησης σε όλους τους τομείς δραστηριότητας. Μόνο που και στην εκπαίδευση η αξιολόγηση δεν είναι αυστηρά εσωτερική υπόθεση του εκπαιδευτικού θεσμού. Οι διαδικασίες της εκπαιδευτικής αξιολόγησης και φυσικά οι σύμφυτες  με αυτές εξουσιαστικές σχέσεις αποτελούν μια σημαντική περίπτωση, έναν βασικό  παράγοντα της αξιολογικής διάστασης του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων, που αναδεικνύει τη διαπλοκή και αλληλεπίδραση της εκπαίδευσης, της αξιολόγησης, της εξουσίας στη διάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων. Η σχετική με την αξία μάλιστα ορολογία  ανέκυψε από έναν κόσμο στον οποίο άμεσα προβάλλει στο προσκήνιο  η ποσοτική πλευρά  των ανταλλακτικών αξιών των εμπορευμάτων. Τα σχετικά με την αξιολόγηση στοιχεία βασικά στηρίζονται στην εξίσωση των εργασιακών δυνάμεων διαφόρων ανθρώπων, στην εξίσωση της ποικιλομορφίας των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων που πραγματοποιείται στη λεγόμενη αγορά εργασίας, με την υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο.
       Το ιδεολόγημα της αξιοκρατίας εκφράζει το μηχανισμό ιδεολογικής αφομοίωσης των κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων και της κυρίαρχης ιδεολογίας της αστικής τάξης, έτσι που ο καθένας να συμμορφώνεται με τη θέση και το ρόλο του στην κοινωνία, γιατί κατέχει αυτό που του αξίζει. Στο ιδεολόγημα της αξιοκρατίας κατέληξε  το αίτημα της ανερχόμενης αστικής τάξης περί ισότητας και ελευθερίας. Αυτά τα αιτήματα πια έχουν επαναπροσδιοριστεί υποβαθμιζόμενα  στην τυπική αρχή των ίσων ευκαιριών ή δυνατοτήτων. Η αξιολόγηση λοιπόν από το σχολείο ως εφαρμοσμένη εκδοχή του ιδεολογήματος των ίσων ευκαιριών αντί να διασφαλίζει  την ισότητα εκλογικεύει την ανισότητα. Και ουσιαστικά μέσω αυτής της αρχής πραγματοποιείται μια εδραίωση του ανταγωνισμού ως βασικού αξιώματος του κυρίαρχου τρόπου ζωής. Ο ανταγωνισμός αυτός αποκτά νόημα στο βαθμό που αναδεικνύει, εγκαθιδρύει και επικυρώνει ιεραρχικά συστήματα κοινωνικών κατηγοριών. Και καθώς τα κριτήρια είναι ασαφή και διάχυτα και οι δοκιμασίες αλλεπάλληλες, το άτομο ενστερνίζεται το κόστος και τη μόνιμη απειλή της αποτυχίας ως προσωπική ενοχή και βρίσκεται σε μόνιμη ανασφάλεια. Και το αίτημα για  δικαιοσύνη εξαντλείται στους όρους διεξαγωγής του κοινωνικού ανταγωνισμού κι επικεντρώνεται στην αναζήτηση αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης. Κι έτσι να εξυψώνεται τεχνηέντως η κοινωνική αξία  των αρίστων και προικισμένων.
         Και είναι το εξεταστικοκεντρικό εκπαιδευτικό σύστημα που προσφέρεται ως προνομιακό πεδίο δοκιμών αυτών των ιδεολογημάτων, που γίνεται ένας δοκιμασμένος τρόπος διατήρησης της ταξικής δομής της κοινωνίας μέσω του αποκλεισμού των παιδιών με κατώτερη κοινωνικοοικονομική προέλευση, μέσω του ανταγωνισμού μεταξύ σχολείων και εκπαιδευτικών. Η αξιολόγηση μαθητών και εκπαιδευτικών αποτελεί το εκπαιδευτικό ανάλογο των εμπορευματικών και χρηματικών σχέσεων που κυριαρχούν στην κοινωνία. Βέβαια, το εκπαιδευτικό σύστημα μ’ ένα ιεραρχικό καταμερισμό αρμοδιοτήτων και αξιωμάτων, με μια οργάνωση που διέπεται από τυπικούς και απρόσωπους κανόνες καθολικής ισχύος θέλει να ενισχύει την επίφαση  της αμερόληπτης, υπερταξικής και εμφορούμενης από το γενικό συμφέρον λειτουργίας.  
         Και τελικά, η υποβάθμιση του εκπαιδευτικού σε εκτελεστικό όργανο, η υπαγωγή της παιδαγωγικής αλληλεπίδρασης σε προκαθορισμένα μοντέλα συμπεριφοράς και μάθησης  με στόχο την προσαρμογή στις απαιτήσεις της οικονομίας της αγοράς δημιουργούν μια αλλοτριωτική ρουτίνα που οδηγεί στην αντιμετώπιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας ως μετρήσιμου φυσικού μεγέθους. Και στο τέλος η βασική μέριμνα του εκπαιδευτικού συρρικνώνεται  στην αναζήτηση αντικειμενικών κριτηρίων για την αποδοχή της ποσοτικής ιεράρχησης ανθρώπων στην εκπαίδευση. Το ποσοτικά συγκρίσιμο και μετρήσιμο σημασιοδοτείται ως αντικειμενικό και κοινωνικά ουδέτερο. Έτσι  η αξιοκρατία  χρησιμοποιείται για να  δικαιολογεί την κυριαρχία, μέσα στο αστικό καθεστώς,  με το επιχείρημα ότι ασκείται από τους περισσότερο προικισμένους πνευματικά και τους περισσότερους δραστήριους εκπροσώπους  όλου του λαού.

 

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ…

 

Ο πόλεμος Ρωσίας και Ουκρανίας κλιμακώνεται ελεγχόμενα μεν,  επικίνδυνα δε, πριν τις δρομολογημένες διαπραγματεύσεις,  με την απόφαση  του  απερχόμενου πρόεδρου των ΗΠΑ  Μπάιντεν να άρει την απαγόρευση της Ουκρανίας για εκτόξευση αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς ATACMS στο έδαφος της Ρωσίας. Στη Γάζα η γενοκτονία  συνεχίζεται, με σκοπίμως ανεξέλεγκτο το Ισραήλ.  Το ένταλμα σύλληψης κατά του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και του πρώην υπουργού Άμυνάς του Γιοάβ Γκάλαντ  που  εξέδωσε την Πέμπτη το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, μπορεί να μην απειλεί κανέναν στην πραγματικότητα, αφού δεν υπάρχει μηχανισμός εκτέλεσης του εντάλματος της σύλληψης, αλλά μοιάζει να καθησυχάζει με την ελπίδα για μια χαραμάδα απόδοσης της  δικαιοσύνης. 
         Κάπως έτσι συρράξεις και στρατιωτικές επεμβάσεις, τα παμπάλαια μέσα της βίας,  συνεχίζουν να αποτελούν τα κύρια και πιο σημαντικά  εργαλεία για τη διαμόρφωση των νέων συσχετισμών στα πλαίσια των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Η συνοχή και οι μακροπρόθεσμες στοχεύσεις κρατών, δηλ. των ΗΠΑ με ακολούθους τους την ΕΕ,  και διεθνών συστημάτων, δηλ. του ΝΑΤΟ, που προωθούσαν, παρά τις όποιες διαφορές,  βήμα βήμα τα συμφέροντα τους, στις μέρες μας έχουν καταλήξει στην αποδοχή μιας γενοκτονίας και στη δρομολόγηση ενός παγκόσμιου πολέμου.
        Στα καθ’ ημάς, η ειδησεογραφία καταναλώνει πληροφορίες εν είδει κουτσομπολιού, με τον ευτελισμό του ΣΥΡΙΖΑ και των πέριξ αυτού εκκολαπτόμενων κομμάτων, αγνοώντας σχεδόν πλήρως και επιδεικτικά τις απεργιακές κινητοποιήσεις και αποφεύγοντας στο ζήτημα της νεκραναστημένης, από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μ.Χρυσοχοίδη, τρομοκρατίας να αναφέρει όνομα, Ν. Ρωμανός, και το ιστορικό του 31χρονου   που συνελήφθηκε, σε εφαρμογή από πειθήνιους δικαστές  του τρομονόμου 187Α, για ένα αποτύπωμα σε μια σακούλα στο ανατιναγμένο σπίτι των Αμπελοκήπων. Και βέβαια το λιβάνισμα της κυβέρνησης και των πρωτοβουλιών του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη από τα ΜΜΕ έχει γίνει η καθημερινότητά μας.       
       Κάπως έτσι, γεγονότα, δράσεις ή αποφάσεις της πολιτικοοικονομικής ζωής μας με την επιλεκτική τους χρησιμοποίηση από τα συστημικά ΜΜΕ, προβάλλοντάς τα αποσπασματικά και  αποκομμένα από στρατηγικούς σχεδιασμούς των κέντρων εξουσίας του ιμπεριαλιστικού και καπιταλιστικού συστήματος, στα πλαίσια της παγκόσμιας αναδιάταξης του, στοχεύουν να διαμορφώνουν την αντίστοιχη αντίληψη που έχουμε για τον κόσμο.   
          Επί δεκαετίες τώρα η άλωση των μηχανισμών διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, των ιδεών μας και   η εκμετάλλευση ευαισθησιών μας από την κυρίαρχη εξουσία υποδούλωσε σ’ αυτή, σε μεγάλο βαθμό, μνήμη και σύμβολα. Γι’ αυτό και οι υποσχέσεις για περισσότερη δημοκρατία και για  διεύρυνση δικαιωμάτων, όπως στην Ουκρανία ή στο Ιράν,  γίνονται ακόμα πιστευτές, ενώ απλώς  διευκολύνουν τη δικαιολόγηση  επεμβάσεων προς όφελος ιμπεριαλιστικών στόχων. Το ίδιο  και η πολιτική των μεταρρυθμίσεων που τις τελευταίες δεκαετίες υιοθετήθηκε από τις πολιτικές ηγεσίες των καπιταλιστικών κρατών, εκμεταλλεύτηκε λαϊκά αιτήματα για μεταρρυθμίσεις, μεταβάλλοντας τελείως το περιεχόμενό τους. Οι μεταρρυθμίσεις της κυρίαρχης εξουσίας στηρίζονται στη λογική του κέρδους και κάνουν επισφαλείς τις θέσεις εργασίας αφαιρώντας την εγγυημένη θέση εργασίας και περιορίζοντας έως κατάργησης την παροχή κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών.
       Φαίνεται  να συνεχίζουμε, η πλειοψηφία, να  σκεφτόμαστε με όρους πολιτικού επιφαινόμενου, χωρίς να παρακολουθούμε τις υποδόριες μετατοπίσεις, ιδεολογικές, πολιτικές, οικονομικές που διέτρεχαν και διατρέχουν όλο το πολιτικοοικονομικό σύστημα. Κι ενώ με  την οικονομική κρίση αποκαλύφτηκαν οι πραγματικοί στόχοι του πολιτικού συστήματος και χρόνο το χρόνο φαινόταν να εξαντλείται η δραστικότητά του, οι ποικίλες αναδιαμορφώσεις του  πολιτικού τοπίου από την πολιτική ηγεσία  που θα διευκολύνουν απρόσκοπτα την οικονομία της αγοράς, αδιαφορώντας  για αποδυναμώσεις του κοινωνικού ιστού, κατάφεραν την επιβίωσή του. Και καθώς συνεχίζεται να  αποκαλύπτεται ο εκφυλισμός της εξουσίας σε μια αυταρχική διαχειριστική ασυναρτησία που καταποντίζεται στην εξαχρείωση, το πολιτικό κατεστημένο προσπαθεί να ξαναστήσει στα πόδια του τον χρεωκοπημένο δικομματισμό της Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ, με εφεδρεία το νεότευκτο κόμμα του Κασσελάκη. Το δε Κομμουνιστικό Κόμμα όταν δεν απαξιώνεται,  επιλέγεται να αγνοείται ως μη υπάρχον από την κυρίαρχη εξουσία.
       Οι κοινωνικού όροι όμως  ύπαρξης των λαϊκών στρωμάτων τροφοδοτούν μια έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια, που, επειδή υπάρχει φόβος να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, οι σύγχρονοι μηχανισμοί παραγωγής της συναίνεσης πλασάρουν στο λαό διάφορα δημαγωγικού τύπου ιδεολογήματα για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του,  ώστε με τρόπο ανέξοδο να έχουν στο χέρι τους τον κόσμο. Η ανάπτυξη που όλο είναι προ των πυλών, η ασφάλεια που εξασφαλίζεται με την αυστηροποίηση των ποινών είναι κάποια απ’ αυτά που ανασύρονται κάθε φορά που απειλείται να διαρραγεί η συναίνεση. Ο Μ. Χρυσοχοϊδης μάλιστα αρέσκεται σε πρώτη ευκαιρία έστω και αμηχανίας της εξουσίας,  να ανασύρει την απειλή της τρομοκρατίας, νάχουμε να πορευόμαστε.
       Επιπλέον,  απεργίες, διαμαρτυρίες και κάθε κινητοποίηση των λαϊκών στρωμάτων συκοφαντούνται και απαξιώνονται από  το φόβο μήπως  αποτελέσουν πρώτη ύλη της πιο οργανωμένης και δυναμικής αντίδρασης. Γι’ αυτό διανοούμενοι και πολιτικοί αναλαμβάνουν το μετασχηματισμό τους σε ακίνδυνους κοινωνικούς προβληματισμούς ή ανώδυνους βερμπαλισμούς, για  να συγχωνευτούν στο ιδεολογικό επίπεδο με τις πολιτικές ανάγκες της κυρίαρχης εξουσίας, να ανασυντεθούν έτσι που να δικαιώνουν τις προοπτικές της κυρίαρχης τάξης. Επιτυχημένο παράδειγμα ιδεολογικής χειραγώγησης είναι η εκμετάλλευση του δικαιωματισμού, που  με την αποσπασματικότητά του, την ατομικιστική εστίασή του, αποκόπτοντάς τον από την υλική βάση της κοινωνίας και των κοινωνικών σχέσεων, τα τελευταία χρόνια κατέληξε  να χρησιμοποιείται επιτυχώς από την άρχουσα τάξη ως όχημα ενοποίησης όλων των συμφερόντων με τα δικά της, εξαφανίζοντας κοινωνικές τάξεις, την πάλη τους και την ιστορικότητά τους.  
        Και κάπως έτσι χρόνια τώρα η μπόρα της ανεργίας, της οικονομικής δυσπραγίας και εξαθλίωσης γίνεται αποδεκτή πιο ομαλά και η αγανάκτηση, απογοήτευση, απελπισία των μεγάλων μαζών εγκλωβίζεται στις συνθηματολογίες και τα εκβιαστικά διλήμματα. Και επειδή πρέπει να  μείνουν οι κινητοποιήσεις τυφλές, χωρίς θετική διατύπωση του μετασχηματισμού της κοινωνίας που είναι οι αναγκαίες προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν συνοχή και προοπτική των κοινωνικών αγώνων γι’ αυτό και  επιδιώκεται η περιθωριοποίηση του ΚΚΕ.

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ

 

Υπάρχει κάτι λάθος με τη δημοκρατία και τον πολιτισμό της Δύσης που βοηθά  ένα κράτος όπως το Ισραήλ να συνεχίζει ένα χρόνο τώρα να σφάζει ανθρώπους και να ερημώνει τη γη τους. Η ιστορία της πολιτισμένης Δύσης είναι γεμάτη από παραδείγματα φρικτών μαζικών φρικαλεοτήτων, στις οποίες φυσικά   δεν ανταποκρίθηκε με την κατάλληλη αποστροφή και επείγουσα ανάγκη εκείνη την εποχή που συνέβαιναν. Αργότερα βέβαια οι ηγεσίες και η κυρίαρχη τάξη της Δύσης κοιτάζοντας πίσω στο παρελθόν και εκ των υστέρων καταδικάζουν τις φρικαλεότητες του παρελθόντος, όπως το Ολοκαύτωμα, αρνούνται όμως να αναγνωρίσουν την επανάληψή τους στην Παλαιστίνη.
        Και τώρα, μετά τις φρικαλεότητες του ναζιστικού καθεστώτος τις οποίες η Δύση διαβεβαίωνε ότι δεν θα επέτρεπε την επανάληψή τους, οι ηγεσίες της δημοκρατικής Δύσης υποστηρίζουν το Ισραήλ στη διάπραξη της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη. Θηριωδίες γίνονται στη Γάζα σε καθημερινή βάση εδώ και δεκατρείς μήνες και οι ηγεσίες της Δύσης αδιαφορούν. Και είναι τόσο ηθικά χρεοκοπημένοι που δεν διστάζουν να βρίσκουν δικαιολογίες, με γενικές καταδίκες της βίας και αποδοχή του δικαιώματος στην αυτοάμυνα, για να επιβληθεί ένας τέτοιος εφιάλτης στους συνανθρώπους τους.
         Για να παρασύρουν όμως και την  πλειοψηφία να συμπορεύεται  μαζί τους  παντού με ένα βομβαρδισμό μηνυμάτων προσπαθούν να πείσουν ότι όσοι υποστηρίζουν το δικαίωμα για μια πατρίδα των Παλαιστινίων δεν αντιλαμβάνονται σωστά την πραγματικότητα. Κι αυτά τα μηνύματα μπορεί να είναι φανερά και ξεκάθαρα, όπως η προπαγάνδα των μέσων μαζικής ενημέρωσης, αλλά και οι συζητήσεις  των απολογητών του Ισραήλ στο Διαδίκτυο. Μπορεί επίσης να είναι και πιο  διακριτικά, όπως τα ανείπωτα μηνύματα που εκπέμπονται, όταν κανείς γύρω μας δεν μιλάει για τη Γάζα και αυτή η φρίκη περιθωριοποιείται σαν είδηση κι εντάσσεται σε μια κανονικότητα συμπεριφοράς. Και είναι και μ’ αυτόν τον τρόπο, πέρα από την στρατιωτική υποστήριξη,  που οι ηγέτες μας συμπράττουν σε  μια ενεργή γενοκτονία. Και θέλουν να καθοδηγούν με την προπαγάνδα τους και όλη την κοινωνία για να δικαιολογεί τα χειρότερα πράγματα στον κόσμο με τον πιο άθλιο τρόπο.
          Η κυρίαρχη δυτική κοσμοθεωρία συρρικνώνει τη γη σε χώρες που ευθυγραμμίζονται με τις ΗΠΑ και αποτελούν τη Διεθνή Κοινότητα, ενώ ενεργεί σαν τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που ζουν στις φτωχές χώρες της Αφρικής και Ασίας  να μην μοιράζονται έναν πλανήτη μαζί μας. Κι έτσι να μην  σκεφτόμαστε πραγματικά όλη την εκμεταλλευτική ιμπεριαλιστική εξόρυξη πόρων και εργασίας που καθιστά εφικτό τον τρόπο ζωής μας, παρόλο που επηρεάζει άμεσα σχεδόν κάθε στιγμή της ζωής μας. Η κυρίαρχη δυτική πολιτική και κουλτούρα προσποιείται ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν υπάρχει, όπως και ότι στο εσωτερικό των δυτικών χωρών  δεν υπάρχει εργατική τάξη. Η αντίληψη για τη δημοκρατία μας ως κάτι χωρίς ταξικό περιεχόμενο συσκοτίζει την διαίρεση κεφαλαίου και εργασίας με συγκρουόμενα συμφέροντα, για να παγιδευτεί το εργατικό κίνημα μεταξύ αντίδρασης και προοδευτισμού της ίδιας της αστικής τάξης, εξαφανίζοντας την πάλη των τάξεων.
         Γι’ αυτό και οι φιλοκαπιταλιστές οικονομολόγοι και κοινωνιολόγοι επιδιώκουν να αυξήσουν το κοινωνικό βάρος των μικροαστικών στρωμάτων εις βάρος της εργατικής τάξης. Από τη μια μεριά, μειώνουν την εργατική τάξη μόνο σε βιομηχανικούς εργάτες, από την άλλη, αναφέρονται σε μεγάλα ενδιάμεσα κοινωνικά στρώματα μεταξύ αστικής και εργατικής τάξης, στα οποία δεν φαίνεται να ασκείται άμεσα η εκμετάλλευση του κεφαλαίου. Αφομοιώνουν τη «μικροαστική τάξη» με τις «μεσαίες τάξεις» και ενσωματώνουν σε αυτές ένα μεγάλο κλάσμα του μισθωτού εργατικού δυναμικού. Το τέχνασμα αποδίδει, γιατί έτσι  η εργατική τάξη εξαφανίζεται και τα μεσοστρώματα, που ταλαντεύονται μεταξύ εργατικής και αστικής τάξης,  κολακεύονται  ότι αναπτύσσονται συνεχώς και ευημερούν χάρη στα θαύματα του καπιταλισμού, τουλάχιστον στη θεωρία. Για να δημιουργείται έτσι μια στρεβλή ταξική συνείδηση  στους εργαζόμενους που θα επιτρέπει στις κυβερνήσεις να υποστηρίζουν ακόμα και μια γενοκτονία.
          Κι αν όταν ο καπιταλισμός δεν κλονίζεται και είναι ικανός για συσσώρευση μπορεί τα μικροαστικά στρώματα να απολαμβάνουν προνόμια, όμως η γενική κρίση του καπιταλισμού λειτουργεί σαν ψαλίδι που συνθλίβει ό,τι υπάρχει ανάμεσα στην εργατική και κυρίαρχη τάξη. Μπορεί λοιπόν να μοιάζει ανακουφιστικό να ζει κανείς στη Δύση του καπιταλισμού που βιώνει μόνο τα οφέλη των μαζικών δολοφονιών και της ιμπεριαλιστικής εξόντωσης και να είναι τραγικό να ζει κανείς εκεί που γίνονται οι δολοφονίες και κάθε είδους εκμετάλλευση. Μόνο που  αν μοιάζει ωραίο να ζει κανείς στο δυτικό κόσμο αυτό δεν σημαίνει ότι το κακό δεν θα φτάσει κι εδώ και αυτό φυσικά   δεν θα είναι μόνο η οικονομική δυσπραγία.  Οι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι της Ευρώπης είναι η απόδειξη ότι πουθενά στον κόσμο των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων οι λαοί δεν είναι ασφαλείς. 
          Κι όμως η αντίδραση των λαών στη Δύση για τη γενοκτονία που υποστηρίζεται από την κυρίαρχη τάξη της Δύσης δεν έχει μαζικότητα και ένταση ανάλογη του μεγέθους της φρίκης. Δεν είναι μόνο η επιδέξια χειραγώγηση  των  κυβερνήσεων των καπιταλιστικών κρατών, αλλά και τα  νομιμοφανή τεχνάσματα που χρησιμοποιούν για  να περιορίσουν έως και να απαγορεύσουν τις διαμαρτυρίες συμπαράστασης στους Παλαιστίνιους. Η εσκεμμένη μάλιστα  σύγχυση της κριτικής του Ισραήλ με τον αντισημιτισμό δίνει πρόσχημα στις δημοκρατικές μας κυβερνήσεις να ισχυριστούν ψευδώς τον αντισημιτισμό για να επιτεθούν στα δικαιώματα, ακόμα και να απειλήσουν την ιθαγένεια των εθνικών μειονοτήτων όπως στη Γερμανία, επιδοκιμάζοντας τη γενοκτονία ταυτόχρονα.  
          Το Ισραήλ και οι ανά τη Δύση  σύμμαχοί του βρίσκουν συνέχεια νέους τρόπους για να παρουσιαστεί ως θύμα ενώ διαπράττει γενοκτονία, όπως να διαστρεβλώνουν το νόημα τω λέξεων.  Έτσι π. χ. χρησιμοποιείται η λέξη πογκρόμ για να γίνει αναφορά σε Ισραηλινούς χούλιγκαν  για την αποκρουστική συμπεριφορά τους στο Άμστερνταμ, που κατέστρεψαν παλαιστινιακές σημαίες και τραγούδησαν για τη δολοφονία των παιδιών στη Γάζα που  προκάλεσαν την αντίδραση των κατοίκων της πόλης. Ποτέ όμως δεν έχει χρησιμοποιηθεί στις περιπτώσεις που ένοπλοι Ισραηλινοί έποικοι με βιαιότητα πυρπόλησαν σπίτια και ελιές των Παλαιστινίων για να τους τρομοκρατήσουν και διώξουν από τη γη τους κι αυτό γίνεται δεκαετίες τώρα.
          Η Γάζα δεν είναι από εκείνα τα θέματα όπου θα πρέπει να σεβαστείς τις απόψεις της άλλης πλευράς, γιατί η άλλη πλευρά είναι αυτή που διαπράττει και υποστηρίζει τη γενοκτονία.  Και η υποστήριξη μια γενοκτονικής σφαγής δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτή. Γι’ αυτό κι αν ακόμα άμεσα δεν μπορούμε να σταματήσουμε τη σφαγή είναι σημαντικό να κρατάμε το βλέμμα μας καρφωμένο σ’ αυτό που συμβαίνει σ’ εκείνη τη γωνιά του κόσμου. Κι επειδή η Παλαιστίνη είναι το μέτωπο που με τον πιο τραγικό τρόπο αντιμετωπίζεται ο ιμπεριαλισμός, ο καπιταλισμός και η αποικιοκρατία, κάθε αγώνας όπου γης που στρέφεται ενάντια σ’ αυτά γίνεται και αγώνας συμπαράστασης στην Παλαιστίνη. Γι’ αυτό και στη μεθαυριανή επέτειο το Πολυτεχνείου η  διαδήλωση ενάντια στον ιμπεριαλισμό  θα πρέπει να είναι μαζική, γιατί θα είναι συγχρόνως και μια διαδήλωση συμπαράστασης στους Παλαιστίνιους, έμπρακτη εκδήλωση της  αλληλεγγύης μας στον πολύπαθο λαό.