Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

ΘΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

 

Και καθώς η κυρίαρχη εξουσία επαίρεται ότι η αστική μας δημοκρατία έχει νικήσει τους εχθρούς της και βασιλεύει ανίκητη, θεωρείται ότι δεν τίθεται θέμα σχέσεων βίας και εξουσίας και ότι η βία έχει εξοβελιστεί από τη σφαίρα της πολιτικής ζωής που βουλιάζει στη συναίνεση, για να χάνονται οι διακριτές ταξικές διαφοροποιήσεις. Αυτό όμως δεν εμποδίζει την πολιτική μας ηγεσία, η οποία  έχοντας τη δύναμη κάθε φορά που κατασκευάζει τη συναίνεση  για αντιλαϊκές πολιτικές να προσποιείται η ίδια το θύμα πολιτικής βίας, βαφτίζοντας διαμαρτυρίες ακόμα και με φυλλάδια βίαιες ή τρομοκρατικές.
           Και μπορεί να  δίνεται η εντύπωση  από  το πρόσφατο  περιστατικό του γρονθοκοπήματος μέσα στη Βουλή ανάμεσα σε δυο βουλευτές ακροδεξιών κομμάτων  με συμπεριφορά μαχαλόμαγκων ότι αυτή η βεβαιότητα για  εξοβελισμό της βίας  είναι διάτρητη,  στην πραγματικότητα όμως έχει να κάνει μόνο με τον εκφυλισμό της αστικής πολιτικής.  Που δίνει μια ανέλπιστη ευκαιρία στον πρόεδρο της Βουλής Κ. Τασούλα να ευθυγραμμιστεί, για να μη γίνει η πολιτική ζωή θύμα της βίας,  με την κυβερνητική πολιτική αυστηροποίησης των ποινών ως θεραπεία για περιορισμό  παραβατικών συμπεριφορών, που φυσικά αυτές περιλαμβάνουν και κινητοποιήσεις ενάντια σε αντιλαϊκές αποφάσεις. Προανήγγειλε λοιπόν νέο κανονισμό της Βουλής που θα προβλέπει αυστηρότερη αντιμετώπιση παρεκτροπών, όχι μόνο περιστατικών βίας αλλά και τοξικότητας, αφήνοντας μεγάλα περιθώρια αυθαιρεσίας στον ορισμό της έννοιας.
           Από την κυρίαρχη εξουσία όμως και τους παρατρεχάμενους της  ανακαλύπτεται εκείνη η βία που είναι  εγκαταστημένη στην κοινωνική ζωή, διάσπαρτη και πολυμορφική,  και συνδέεται με αισθήματα ανασφάλειας ή παραβατικότητας. Λόγος λοιπόν γίνεται για ενδοοικογενειακή βία, για βία νεανική, για βία στο σχολείο κλπ. χωρίς να αναζητούνται οι τρόποι άρθρωσης μεταξύ πολιτικής και κοινωνικής ζωής.
          Τους τελευταίους μήνες η βία στα σχολεία κατείχε περίοπτη θέση στις ειδήσεις των μέσων ενημέρωσης. Μάλιστα οι αναφορές από τα μέσα ενημέρωσης σε περιστατικά βίας μέσα και γύρω από τα σχολεία τους τελευταίους μήνες πολλαπλασιάζονταν σε τέτοιο βαθμό που αύξανε την καχυποψία για τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε αυτή η δυσανάλογη προβολή. Έμοιαζε τα μέσα ενημέρωσης σαν να επέμεναν να εκτείνουν  τη μηδενική ανοχή  και σε πράξεις αυθάδειας, αντικοινωνικής συμπεριφοράς και διάφορες διαταράξεις που χωρίς να είναι εγκληματικές αφορούσαν συμπεριφορές ή αντιλήψεις.
           Η προ δεκαπενθημέρου ανακοίνωση από τον υπουργό Παιδείας Κ. Πιερρακάκη των μέτρων για την πάταξη της σχολικής βίας δεν φαίνεται να διαλύουν αυτές τις καχυποψίες, με τον εστιασμό που γίνεται και πάλι στην αυστηροποίηση των ποινών στους μαθητές. Η επικέντρωση της δημόσιας ανησυχίας, όπως την εκφράζανε τα μέσα ενημέρωσης,  στα προβλήματα ασφάλειας των σχολείων αποδείχτηκε λοιπόν μια ευκαιρία για να επιβεβαιωθεί η σημασία της σύνδεσης πρόληψης και παρέμβασης  στη σχολική βία με τις ποινές και την καταστολή. Και μοιάζει να επικρατεί ξανά η άποψη ότι τα άτομα των οποίων η συμπεριφορά θεωρείται προβληματική περισσότερο πρέπει να ελέγχονται και να τιμωρούνται παρά να υποστηρίζονται.
          Το πρόβλημα του σχολικού εκφοβισμού αναδύεται ως μια νέα κατηγορία που επιτρέπει την καλύτερη παρακολούθηση και τον έλεγχο της νεανικής απειθαρχίας, την χειραγώγηση των νέων που γλιστρούν από τις χαραμάδες της σχολικής πειθαρχίας. Από τις συμμορίες των νέων μέχρι τα περιστατικά εκφοβισμού διευρύνεται η σφαίρα του απαράδεκτου όταν πρόκειται για την νεανική απειθαρχία, που περιλαμβάνει την κλασική αστυνόμευση, αλλά επεκτείνεται και σε μια προσπάθεια αναχαίτισης της ίδιας της πιθανότητας της απειθαρχίας.
          Έχοντας οικειοποιηθεί  η εκπαιδευτική κοινότητα, και ευρύτερα η κοινωνία,  την κατηγορία του εκφοβισμού, αυτός έχει διευρυνθεί  ορίζοντας  ψυχολογική και λεκτική βία, πιο αόρατη και ύπουλη, αλλά όχι λιγότερο επιβλαβή. Κι έτσι η πανταχού παρουσία  των παραγόντων κινδύνου  είναι αρκετή για να παρακινήσει και να νομιμοποιήσει τις πειθαρχικές μεθόδους και καταστολή, ενώ η πρόληψη και η καταπολέμηση της βίας αφορά πλέον όλους τους ανθρώπους, είναι κοινή ευθύνη. Ασφάλεια δεν σημαίνει πλέον μόνο να είσαι ασφαλής από μικροεγκλήματα και ξυλοδαρμούς, αλλά και από εξευτελισμούς, αποκλεισμούς, προσβολές και δυσφήμιση. Το σύνθημα μηδενική ανοχή δεν το κραδαίνει πλέον μόνο η αστυνομία  και φορείς δημόσιας ασφάλειας του, αλλά και παιδαγωγοί ή ψυχολόγοι. Το νέο πρόβλημα της βίας υπερβαίνει τις νομικές κατηγορίες. Έλεγχος και αστυνόμευση νομιμοποιούνται ως αναγκαίοι για την πρόληψη βίαιων περιστατικών, επεκτείνονται παντού, κάθε κινητοποίηση χαρακτηρίζεται βίαιο περιστατικό και ακόμα και οι διοικήσεις και καθηγητές  πανεπιστημίων βρίσκουν δικαιολογίες για τιμωρίες φοιτητών εξ αιτίας της συμμετοχής τους σε καταλήψεις.
        Καθώς λοιπόν  η βία έχει εξατομικευτεί, αποσπαστεί και αυτονομηθεί από το κοινωνικό σύνολο, οι μαθητές παλεύουν με προβλήματα συμπεριφοράς, παρορμητικότητας ή σχέσης με την τεχνολογία και η επιθετικότητα και η αμφισβήτηση βρίσκουν την προϋπόθεση της δυνατότητας εκδήλωσής τους στη μη συμμορφούμενη προσωπικότητα των παιδιών, ανεξάρτητα από τις σχέσεις εξουσίας ή κυριαρχίας από τις οποίες μπορεί να προκύψουν συγκρούσεις. Και έτσι εντείνεται η ανησυχία για την επικίνδυνη φύση των νέων και ο φόβος της κοινωνικής αποδιοργάνωσης.  
         Όσο όμως κι αν η λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων αντιμετωπίζεται  σαν να είναι αποκομμένη από τα κοινωνικά δρώμενα, ανεξάρτητη από  πολιτικές επιλογές, χωρίς εξάρτηση από  ιεραρχικές σχέσεις,  δεν μπορεί όμως να παραβλέψει κανείς τη σύνδεσή της σχολικής βίας με την πολιτική, όχι μόνο στους στόχους της παρέμβασης και στην έκταση της ανάδειξης του φαινομένου, αλλά και τις αιτίες πυροδότησής της.   Εξάλλου για  να μπορεί η ανοικτή χρήση βίας, όχι βέβαια από τη μεριά του κράτους αλλά από τη μεριά του λαϊκού παράγοντα, να απονομιμοποιηθεί και να  ομαλοποιηθεί η συναίνεση και ενσωμάτωση θα πρέπει οι νέες γενιές να εκπαιδεύονται στην απόρριψή της άσκησής της, αλλά  και στην αποδοχή της από την κρατική εξουσία.
          Ο εκπαιδευτικός χώρος εμφανίζεται με έμμεσο τρόπο, και στα καθ’ ημάς και σε όλη την καπιταλιστική Δύση,  σαν ένα θεμελιακό στοιχείο της  αναπαραγωγής του συστήματος και των κατασταλτικών  μορφών του. Γι’ αυτό  και οι επιχειρήσεις καταστολής των διαμαρτυριών κατά της σφαγής στη Γάζα σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ, αντίθετες με τη διακηρυγμένη πολιτική της χώρας,  αντιμετωπίζονται από αστυνομία και πρυτάνεις με βιαιότητα. Και όσο οι συγκρούσεις  αναπτύσσονται, χάνεται το φωτοστέφανο της ανεξαρτησίας και της ουδετερότητας  και η εκπαίδευση εμφανίζεται  σαν ένα ακόμα από τα όργανά του συστήματος.
         Στις ΗΠΑ κλιμακώνονται οι κινητοποιήσεις στα πανεπιστήμια κατά της σφαγής στη Γάζα και εναντίον της συνεργασίας των πανεπιστημίων με το Ισραηλινό κράτος. Ομοσπονδιακή κυβέρνηση και διοικήσεις πανεπιστημίων αλληλοσυμπληρώνουν τις ενέργειές τους για να καταστείλουν και να συκοφαντήσουν τις κινητοποιήσεις κατηγορώντας τες για αντισημιτισμό και αποδίδοντάς τες χαρακτηριστικά βιαιότητας. Οι επιχειρήσεις καταστολής δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά. Αποκαλύπτουν τη δυσοίωνη πραγματικότητα, της διάβρωσης της αστικής δημοκρατίας  και των διαφημιζόμενων ελευθεριών της για χάρη του Ισραήλ, δηλ. για χάρη των διακυβευόμενων ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Κι όμως δεκαετίες ολόκληρες οι δυτικές χώρες  δικαιολογούσαν επεμβάσεις και εισβολές  σε χώρες σε όλο τον κόσμο λόγω της έλλειψης ελευθερίας τους. ΗΠΑ και Ε.Ε χωρίς αίσθηση ειρωνείας και αυτογνωσίας, ενώ συνεχίζουν να κηρύττουν τα ανθρώπινα δικαιώματα στον υπόλοιπο κόσμο, καταλύουν στην πράξη τις δικές τους δημοκρατίες ή μάλλον αποκαλύπτουν πόσο σαθρό είναι το οικοδόμημα της αστικής δημοκρατίας όταν διακυβεύονται συμφέροντα της αστικής τάξης.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: