Έχουμε πέσει στη συνηθισμένη
πλάνη να μετράμε το μέλλον με βάση το παρελθόν. Γαλουχημένοι με αιτήματα σεξουαλικής
απελευθέρωσης, κοινωνικής χειραφέτησης, πολιτικού εκδημοκρατισμού της δεκαετίας
του ’60, που η κυρίαρχη τάξη φρόντισε να υιοθετήσει με προσαρμογή τους στα δικά
της συμφέροντα, καθηλωθήκαμε στο μύχιο θαυμασμό προς αυτήν. Κι έτσι δεν αντιληφθήκαμε τις μεγάλες
ανατροπές, στην κοινωνική και πολιτική ζωή, που μας ώθησε, υπογείως και με ανεπαίσθητο τρόπο, η κυρίαρχη τάξη να
αποδεχτούμε, θεωρώντας τες αρκούντως προοδευτικές για να βελτιώσουμε τη ζωή μας.
Με την αυταπάτη ότι ελέγχουμε τις αλλαγές δεν τολμήσαμε να καταλύσουμε την παλιά τάξη πραγμάτων προς όφελός μας και να αγωνιστούμε να
θεμελιώσουμε μια νέα. Αρκούμαστε στην οικειοποίηση των αιτημάτων του
παρελθόντος ανανεώνοντάς τα, αλλάζοντάς τα περισσότερο στη μορφή τους και όχι στον
πυρήνα τους. Ως εκ τούτου διατηρείται η παλιά
αρματωσιά, το κεφάλαιο και ιδιοκτησία, και την μπολιάζουμε μ’ εκείνα τα στοιχεία που προωθεί η κυρίαρχη τάξη, όπως δικαιώματα
ή ταυτότητες, για να θεωρούμε ακίνδυνη την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων. Κι
έτσι εδραιώνεται ξανά, με τη συναίνεσή μας μάλιστα, η συγκολλημένη με μπετόν αρμέ κυρίαρχη τάξη, με τις παμπάλαιες θεμελιωμένες πάνω στο καπιταλιστικό
δίκαιο αδικίες της, με τις ιεραρχίες της,
τους διαχωριστικούς φραγμούς της ανάμεσα στις ψηλές κάστες και τη μισθωτή
σκλαβιά, με τα προνόμια από καταγωγή ή από τύχη.
Με κάθε
τρόπο και μέσο, εδώ και τριάντα χρόνια μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η
κυρίαρχη τάξη διακηρύττει, και σχεδόν η πλειοψηφία του πληθυσμού της Δύσης
επιδοκιμάζει, το θρίαμβο της αστικής δημοκρατίας στον καπιταλιστικό τρόπο
οργάνωσης της παραγωγής, θεωρώντας την
ως τον τελευταίο σταθμό της ανθρώπινης ιδεολογικής και πολιτικής αναζήτησης,
που επιδέχεται μόνο βελτιώσεις. Σαν να είναι η ιστορία γραμμική, οικουμενική
και να κινείται προς μια κατεύθυνση και σκοπό, στην εξάπλωση της φιλελεύθερης
δημοκρατίας, συνυφασμένη με την τεχνολογική πρόοδο.
Η
υπερβολική λοιπόν θριαμβολογία από όλα τα αστικά κόμματα για την ψήφιση του νομοσχεδίου για το γάμο των
ομόφυλων ζευγαριών ήθελε να επιβεβαιώσει από τη μια την κυριαρχία της αστικής
δημοκρατίας και από την άλλη την ανανέωσή της που εξασφαλίζει τη διάρκειά της.
Τα ακροδεξιά κόμματα που το καταψήφισαν δεν την αμφισβήτησαν, εξάλλου και το
ένα τρίτο των βουλευτών της Ν.Δ το αποδοκίμασε με διάφορους τρόπους, απλώς δεν
συγχρόνισαν τα ρολόγια τους με τα λεγόμενα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά
κόμματα, ακριβώς για να έχουν στον έλεγχό τους τα τμήματα εκείνα της κοινωνίας
που πελαγωμένα αρπάζονται από το παρελθόν του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια».
Κι έμεινε μόνο το ΚΚΕ να συνδέει το κρατικό ενδιαφέρον για γάμο ομοφύλων με την
εμπορευματοποίηση της αναπαραγωγικής διαδικασίας, που με πάθος η
κεντροαριστεροδεξιά θέλει να ταυτίζει με συντηρητική, σκοταδιστική πολιτική, Για να αποδειχθεί μάλιστα αυτό βγήκαν όλα τα
μαρξιστικά τσιτάτα στην επιφάνεια με τελική επωδό είτε την κατηγορία του
ομοφοβικού κόμματος είτε, προς το επαναστατικότερο, της αντιδιαλεκτικής ή και
ιδεαλιστικής επιχειρηματολογίας του.
Μόνο που ο καπιταλισμός είναι ένα συνολικό σύστημα, γι’ αυτό και πρέπει
να αναγνωρίζουμε τους τρόπους με τους οποίους όλες οι πτυχές της ζωής μας –
συμπεριλαμβανομένων των επιθυμιών μας, της συναισθηματικής μας ζωής και των
οικογενειακών μορφών – είναι σμιλεμένες και σχεδιασμένες, ώστε να δίνουν
προτεραιότητα στην αδιάκοπη συσσώρευση κεφαλαίου.
Η στενή λοιπόν σχέση μεταξύ των
απαιτήσεων του καπιταλισμού και της αστυνόμευσης της σεξουαλικότητας δεν μπορεί
παρά να μας κάνει να αναρωτηθούμε, γιατί το αστικό μας κράτος σπεύδει να ξεπεράσει
νομοθεσίες που προηγουμένως με τόσο ζήλο είχε εφαρμόσει και ήταν απαραίτητες
για τις αναπαραγωγικές ανάγκες του κεφαλαίου. Είναι που με την παρακμή της δυτικής
μεταποιητικής οικονομίας η χρηματοοικονομική βιομηχανία διογκώθηκε κι αυτή η
οικονομική μετατόπιση είχε βαθύ αντίκτυπο στο βαθμό εργασίας που απαιτείται από
το κεφάλαιο. Η έμφαση δίνεται από την παραγωγή
στην κυκλοφορία και την κατανάλωση κάτω από τη νεοφιλελεύθερη οικονομική
τάξη σ’ ένα συναινετικά φιλικό περιβάλλον. Η αποδοχή λοιπόν των
ομοφυλοφιλικών σχέσεων από το κεφάλαιο επιταχύνει την αφομοίωσή τους,
αποβάλλοντας τον όποιο ριζοσπαστισμό τους. Η ενασχόληση με τους γάμους των
ομοφυλοφίλων και της τεκνοθεσίας ως μείζον ζήτημα πολιτικών δικαιωμάτων, όχι μόνο
έχει αποσπάσει την προσοχή από τις υλικές ανάγκες και στερήσεις των
ομοφυλόφιλων, αλλά αντικατοπτρίζει και μια θεμελιώδη συνέχεια μεταξύ του
ετεροφυλόφιλου πυρηνικού νοικοκυριού και τις νέες, μη παραδοσιακές οικογενειακές δομές που δίνουν νέα ώθηση στο κεφάλαιο με την εμπορευματοποίηση της αναπαραγωγής,
στοχεύοντας και πάλι στην αναπαραγωγή των σχέσεων της αστικής ιδιοκτησίας.
Όταν λοιπόν αποδεχόμαστε την ευρέως διαδεδομένη υπόθεση σε όλο τον
δυτικό κόσμο ότι ενώ τα πράγματα μπορεί να μην είναι τέλεια, η κοινωνία μας είναι
σίγουρα πολύ καλύτερη από ό,τι βιώνουν άλλοι άνθρωποι οπουδήποτε αλλού, τότε καταλήγουμε
ευγνώμονες στον καπιταλισμό που παρέχει τις υλικές συνθήκες γι’ αυτό, θεωρώντας
πολύ φυσική την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Κι έτσι δεν αμφισβητείται ούτε ο υπουργός Υγείας Α. Γεωργιάδης που σπεύδει
να υπογράψει την απόφαση για τη λειτουργία των απογευματινών χειρουργείων, καθορίζοντας
και το κόστος για τους ασθενείς και επιμένοντας ότι δεν ιδιωτικοποιείται το ΕΣΥ,
αλλά διευκολύνονται οι ασθενείς. Πολύ
περισσότερο κατανοείται ο ίδιος ο πρωθυπουργός που επαναλαμβάνει την αδυναμία του
να ικανοποιήσει τα αιτήματα των αγροτών εξαιτίας των στενών δημοσιονομικών
περιθωρίων και παρουσιάζεται σαν συμπαραστάτης των
αγροτών, δηλώνοντας ότι οι κινητοποιήσεις τους τον στηρίζουν για τις διαπραγματεύσεις
του στις Βρυξέλλες.
Κι αν τις ανανεωμένες
δημοκρατικές δυνάμεις, που περιλαμβάνουν από τη δεξιά του Κ. Μητσοτάκη, με τα
απόπαιδα του ΛΑ.ΟΣ, μέχρι τους αριστερούς
του εξ Αμερικής ορμώμενου στελέχους εφοπλιστικών κύκλων Σ. Κασσελάκη, η
θριαμβολογία για την ψήφιση του νομοσχεδίου για το γάμο ομόφυλων ζευγαριών τις χρίζει
προοδευτικές, παραβλέπει όμως και πάλι ότι ο καπιταλισμός αναδιαρθρώνει μεν τις
οικογένειες έχει αποσταθεροποιήσει όμως σ΄
έναν ακόμα τομέα τη ζωή με πολύ αρνητικούς τρόπους για πολλούς ανθρώπους,
ειδικά με τη νεοφιλελεύθερη εκδοχή του. Η οποία χαρακτηρίζεται από
ιδιωτικοποιήσεις, λιτότητα και απαράμιλλη εκμετάλλευση, που σημαίνει ότι το
κόστος ζωής αυξάνεται, οι μισθοί μένουν στάσιμοι, και οι κοινωνικές υπηρεσίες μειώνονται. Για τη
συντριπτική μάλιστα πλειοψηφία η εξατομίκευση στον καπιταλισμό δημιουργεί μια
μακροπρόθεσμη αίσθηση ανασφάλειας κι ενώ ως μεμονωμένα άτομα μας κολακεύει το
σύστημα για τις ελευθερίες που απολαμβάνουμε, όμως είναι που μεμονωμένα, ως
άτομα, μόνοι μας πρέπει να τα βγάλουμε πέρα σε αυτό το εκμεταλλευτικό, άνισο
σύστημα.
Κι όμως μια πλειοψηφία συνεχίζει να πιστεύει αυτάρεσκα και με βεβαιότητα ότι ζει
σε μια ελεύθερη κοινωνία γεμάτη ελεύθερους ανθρώπους, γιατί μπορεί να επιλέξει
ανάμεσα σε εκατοντάδες γεύσεις χυμών ή φαγητών και σε χιλιάδες διαφορετικές
ταινίες, να εκφράζει ελεύθερα όποιες σκέψεις εκπαιδεύτηκε να κάνει από τα
εκπαιδευτικά μας συστήματα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Γι’ αυτό και αδυνατεί ν’ αναγνωρίσει το
μηχανισμό άμυνας του συστήματος, όπως προώθηση δικαιωματισμού ή διαφήμιση
καταναλωτισμού, και την κάθε είδους
προβοκάτσια, όπως εγκώμια ατομικισμού για απόρριψη ταξικής ταυτότητας, που υπερασπίζουν τα νώτα του συστήματος.
«Εμείς, του ’60 οι εκδρομείς» και οι πολιτικοί απόγονοί τους…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου