Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΚΗ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ

  
Το γεγονός ότι για μέρες στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, σε τηλεοπτικές εκπομπές ανακυκλώνονταν σχόλια και πληροφορίες, με πολιτικό πρόσημο οι περισσότερες,  για τις ενδυματολογικές προτιμήσεις των καλεσμένων στη προεδρική δεξίωση για την αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, είναι ενδεικτικό για το είδος των πολιτικών ανησυχιών που επιδιώκεται να διαχέονται στην κοινωνία. Κι ενώ οι  φωτιές και φέτος μετατρέπουν περιοχές ολόκληρες ανά την Ελλάδα σε κρανίου τόπους, η εκτόξευση των τιμών ενέργειας φτωχοποιούν έτι περαιτέρω τους εργαζόμενους, η ξεχασμένη πανδημία συνεχίζει να είναι παρούσα μ’ ένα σύστημα υγείας που έχει καταρρεύσει, αλλεπάλληλοι νόμοι ψηφίζονται που νομιμοποιούν την πιο στυγνή εκμετάλλευση των εργαζομένων σε άθλιες συνθήκες εργασίας, ο πόλεμος στην Ουκρανία έγινε υποσημείωση στα Μέσα Ενημέρωσης, όμως ελάσσονα και περιστασιακά  γεγονότα γίνονται επίκεντρο πολιτικής κριτικής αποκομμένα, χωρίς καν σύνδεση με το ευρύτερο πλαίσιο.  
          Και βλέπουμε όλα τα αστικά κόμματα, και βεβαίως και την σοσιαλδημοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ τα προβλήματα αποκτούν μια αφόρητη οξύτητα, περισσότερο και κυρίως στρέφουν τα πυρά τους, ασκώντας την οριζόμενη από την κοινοβουλευτική δημοκρατία αντιπολίτευση, σε συγκεκριμένα πρόσωπα της συμπολίτευσης, επιμένοντας μόνο στις συμπεριφορές από το βιογραφικό τους, χρεώνοντας σ’ αυτές τις κυβερνητικές αποφάσεις  που στρέφονται εναντίον των λαϊκών στρωμάτων και αποκόπτοντάς τες από την πολιτική της κυρίαρχης τάξης που όλα τα αστικά κόμματα υπηρετούν. Έτσι  ο πρωθυπουργός είναι αναίσθητος γόνος πλούσιας πολιτικής οικογένειας, ο ένας υπουργός δεν δούλεψε ποτέ, η άλλη υπουργός είναι οπισθοδρομική κλπ.
Στην ουσία όλα τα αστικά κόμματα στρέφονται λιγότερο ή περισσότερο φανερά εναντίον των αγώνων των εργαζομένων, είτε αποσιωπώντας τους είτε απαξιώνοντάς τους. Έτσι, π.χ. οι αγώνες των εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ στο λόγο της  αστικής αντιπολίτευσης δεν παίρνουν ούτε τη μορφή υποσημείωσης. Και ο λόγος του υπουργού Α. Συρίγου σχετικά με τη Πολυτεχνείο που χαρακτήρισε μύθο  τη μαζική λαϊκή αντίδραση στο καθεστώς της δικτατορίας «αν εξαιρέσουμε το Πολυτεχνείο" δεν ξεφεύγει από αυτήν την οπτική, η οποία είναι ενιαία του κυρίαρχου λόγου. Δεν είναι οι ατομικές και μεμονωμένες συμπεριφορές που φοβίζουν την κυρίαρχη εξουσία, παρά μόνο στο βαθμό που είναι εκφράσεις μιας ευρύτερης κοινωνικής δυναμικής που στρέφεται εναντίον της. Γι’ αυτό και το Πολυτεχνείο, που ακόμα ξεκάθαρα η κυβερνητική πολιτική δεν το αποδοκιμάζει, αντιμετωπίζεται ως μεμονωμένο γεγονός αντίστασης στη χούντα, υποβαθμίζοντας τόσο το ρόλο του στην ανάδυση του λαϊκού αντιδικτατορικού κινήματος όσο και  την κοινωνική δυναμική που προκύπτει από τέτοιες εξεγερσιακές καταστάσεις.
         Από την άλλη, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού σαν να φοβάται ν’ αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και αρκείται στην εκτόνωση του θυμού με κενές μεγαλοστομίες, στομφώδεις απορρίψεις, αλλά αδυναμία αντίδρασης στην πράξη. Είναι όλοι αυτοί οι ειδικευμένοι εργαζόμενοι, οι υπάλληλοι γραφείου, οι μορφωμένοι δικηγόροι, μηχανικοί, γιατροί κλπ. που περιλαμβάνονται στα μεσοαστικά στρώματα, ενώ σε μεγάλο βαθμό η καπιταλιστική ανάπτυξη στερεί την αυτοδυναμία τους, τους αναγκάζει να γίνουν μισθωτοί και μειώνει το βιοτικό τους επίπεδο. Τα ενδιάμεσα αυτά στρώματα καθώς συμπιέζονται ανάμεσα στις  δύο θεμελιώδεις τάξεις της κοινωνίας, την αστική τάξη και το προλεταριάτο, παραδέρνουν ανάμεσα σε αμφιταλαντεύσεις, βυθίζονται στην απελπισία και τη μιζέρια στην προσπάθειά τους ν’ ακολουθήσουν μια μέση οδό, ισορροπώντας  σε τεντωμένο σχοινί από φόβο να μην εξαναγκαστούν να ενταχθούν στις τάξεις του προλεταριάτου.
Έχοντας αποκτήσει οι μικροαστοί  κάποια ιδιοκτησία φιλοδοξούν ότι θα αναρριχηθούν στην καπιταλιστική τάξη, αλλά η επιβίωσή τους  καθώς εξαρτάται κυρίως από τη δική τους εργασία κάνει επισφαλή τη ζωή τους όπως και στην εργατική τάξη. Κι όλη αυτή η οργή εναντίον συγκεκριμένων κυβερνητικών στελεχών στην ουσία δεν είναι παρά εκδήλωση του φθόνου τους για την αστική τάξη, η οποία με τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων χρόνων που περιέκοψαν και κατάργησαν δικαιώματα διέψευσε τις προσδοκίες τους για αναρρίχησή τους. Τα άτομα μάλιστα με υψηλή μόρφωση επιμένουν να αρνούνται  να δουν τους εαυτούς τους ως μέρος της εργατικής τάξης ακόμη και αφού γίνουν αντικειμενικά εργάτες. Δεν  μπορούν εύκολα να ξεφύγουν από την αστική τάξη ως προς τις σχέσεις και την κοσμοθεωρία τους κι ερμηνεύοντας κι αυτοί πολιτικές αποφάσεις της κυρίαρχης εξουσίας με ψυχολογικούς όρους, πολύ βολικά χρεώνοντας  στην έλλειψη ενσυναίσθησης  τις αντιλαϊκές ενέργειες των κυβερνώντων φτάνουν σε αδιέξοδο. Θεωρούν κάθε οργανωμένη δράση μάταιη και οδηγούνται στην ονειροπόληση για μεγάλες εξεγέρσεις και επαναστάσεις, από τους άλλους,  σε κάθε πτυχή της ζωής τους.
       Και όταν η γενική τάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης  είναι προς την κατεύθυνση της προλεταριοποίησης των παραδοσιακών στρωμάτων των  μικροϊδιοκτητών και τερματισμού της προνομιακής κατάστασης των μορφωμένων επαγγελματιών, τότε γίνεται ακόμα πιο δύσκολο τα μικροαστικά στρώματα  ν’ αντιδράσουν οργανωμένα και συστηματικά και όλο και περιμένουν το Μεσσία που θα τους σώσει.
Όσοι πάλι ανήκουν στην εργατική τάξη και δεν έχουν αναπτύξει ταξική συνείδηση, ζώντας εντελώς υπό την επήρεια της αστικής τάξης, αγνοούν τη δύναμή τους και ονειρεύονται κι αυτοί να ανέβουν την κοινωνική σκάλα και να γίνουν πλούσιοι.
Και τελικά το να είναι κανείς μικροαστός καταλήγει ως ένας συγκεκριμένος τρόπος θεώρησης της κοινωνικοπολιτικής ζωής να είναι μια νοοτροπία που διαπερνά όλους τους ιστούς της κοινωνίας επεκτείνοντας τη σφαίρα επιρροής σε μεγάλη πλειοψηφία εργαζομένων. Και η σοσιαλδημοκρατία είναι πάντα παρούσα, με όλες τις μορφές της, να κολακεύει και εφησυχάζει με φρούδες ελπίδες, ενώ καταβάλει συνεχείς προσπάθειες στο ξερίζωμα από τη συνείδηση ​​της εργατικής τάξης της ιδέας της ανεξάρτητης πολιτικής, στην εμφύτευση μέσα της την πίστη στην αιωνιότητα του καπιταλισμού και στην υποταγή ξανά και ξανά στην αστική τάξη.
Γι’ αυτό ένα κόμμα της εργατικής τάξης, το κομμουνιστικό,  όταν οξύνεται η αστάθεια της κοινωνίας αποδεικνύεται απαραίτητο για να ενώσει τους εργαζόμενους, να αναδείξει την ταξική πάλη που γίνεται διαρκώς πιο έντονη, να εμπνεύσει στους εργαζόμενους την πίστη για τη δύναμή τους στον αγώνα τους για τη ζωή τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: