Δευτέρα 25 Απριλίου 2022

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ

 Ο πόλεμος στην Ουκρανία, δυο μήνες τώρα συνεχίζεται, με τις ελεγχόμενες ειδήσεις γι’ αυτόν λιγότερο να πληροφορούν και περισσότερο να θέλουν να πείσουν για τις θέσεις των εμπλεκομένων. Που σημαίνει στις χώρες της Δύσης οι πληροφορίες φιλτράρονται για να δικαιώνουν πολιτικές των ΕΕ και ΗΠΑ και ν’ αποθεώνουν ενέργειες ηγετών της Ουκρανίας. Σ΄ αυτόν τον πόλεμο στις δυτικές δημοκρατίες, ολοένα και γίνονται πιο ευδιάκριτες  οι σκοπιμότητες  της εκμετάλλευσης του πολέμου από την άρχουσα τάξη. Η κυρίαρχη εξουσία απαιτώντας τη συμπόρευση των λαών μαζί της δημιουργεί δύο αντίπαλα στρατόπεδα, τοποθετώντας τον εχθρό Πούτιν στην περιοχή του κακού, χωρίς να διστάζει με  την επιλεκτική εφαρμογή των λεγόμενων δυτικών αξιών να προσπαθεί να δικαιώσει τις θέσεις της.       Από τις δυτικές αξίες αυτή που μοιάζει να δεινοπαθεί, απροκάλυπτα πια, είναι η περίφημη ελευθερία της έκφρασης για την οποία η αστική μας δημοκρατία επαίρεται πως την  προστατεύει με τον νομικό της οπλοστάσιο. Η ελευθερία της έκφρασης φαίνεται ότι περιορίζεται τόσο  στο επίπεδο των Μέσων Ενημέρωσης όσο και σ’ αυτό της καλλιτεχνικής δημιουργίας.   
       Αποδεικτικό στοιχείο γι’ αυτό είναι στο πολιτιστικό επίπεδο η αντίδραση προς τη Ρωσία της Δύσης, που στοιχίζεται στο ζήτημα της ρωσικής εισβολής πίσω από τις ΗΠΑ. Εκδίωξη της Ρωσίας από τη Eurovision, ακύρωση παραστάσεων μπαλέτου Μπολσόι ή αφαίρεση έργων Ρώσων συνθετών, αποκλεισμοί, χωρίς δήλωση νομιμοφροσύνης στην πολιτική της Δύσης,  Ρώσων καλλιτεχνών από καλλιτεχνικές εκδηλώσεις φαίνεται πως επιδιώκουν τον πλήρη παραγκωνισμό τους. Σε κάποιες περιπτώσεις  ακόμα και κλασικά ρωσικά έργα έχουν αποσυρθεί από τα προγράμματα.
         Η  αναζήτηση όμως των σκοπιμοτήτων αυτών των ενεργειών δεν πρέπει να περιορίζεται στα προφανή. Αντίθετα,   η   ανησυχία  για μια επικίνδυνη λογοκρισία στον πολιτιστικό κόσμο, που ξεφεύγει από τα  πλαίσια της ρωσοουκρανικής  σύγκρουσης, δεν είναι υπερβολή. Γιατί  αν  ο συμβολισμός τέτοιων ακυρώσεων μοιάζει ξεκάθαρος, περισσότερο σαφής όμως γίνεται και ο κίνδυνος για την ίδια την τέχνη.  
       Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η αντιγερμανική παράνοια  που σάρωνε την Αμερική, επέβαλλε να μην παρουσιάζονται  όχι μόνο ο  προφανής Βάγκνερ αλλά  ακόμα και ο Μότσαρτ. Στον επόμενο πόλεμο όμως με τους ναζί, ακολουθήθηκε διαφορετικός τρόπος, δηλ. η  οικειοποίηση του γερμανικού ρεπερτορίου για ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα ενάντια στους ναζί, όπως  η Πέμπτη συμφωνία του Μπετόβεν έγινε σύμβολο  αυτής της νίκης, αντιστρέφοντας τη φρασεολογία της ναζιστικής προπαγάνδας.  
         Επειδή λοιπόν δεν  μπορεί να υπάρξει έλεγχος των απηχήσεων που αποκτούν τα έργα καθώς πορεύονται στο χρόνο, η διαίρεση των καλλιτεχνικών έργων  σε εθνικές ομάδες  μπορεί να είναι βολική για τους μελετητές, αλλά διαιωνίζει εθνικά στερεότυπα και συσκοτίζει την πολυπλοκότητα των σχέσεων των καλλιτεχνών με εγχώριες και ξένες επιρροές. Τα μεγάλα έργα των καλλιτεχνών φαίνεται να ξεπερνούν ιδεολογικές πεποιθήσεις που να ταιριάζουν αποκλειστικά σε μια συγκεκριμένη πολιτική πραγματικότητα. Ο ιδιωτικός κόσμος του καλλιτέχνη συγχωνεύεται με τους κόσμους του κοινού του, κι ας είναι άλλης χώρας και άλλη εποχής. Γι’ αυτό και οι απαγορεύσεις είναι τόσο επικίνδυνες. Γιατί έτσι χρησιμοποιείται η τέχνη από την κυρίαρχη εξουσία για να προκαλέσει ευαισθητοποίηση σε ζητήματα που η ίδια η εξουσία επιλέγει, αποδυναμώνοντάς την.
           Στη συγκεκριμένη περίπτωση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η  πολιτιστική απομόνωση της Ρωσίας,  όπως η οικονομική και πολιτική, χρησιμοποιείται σαν μέσο πίεσης σ’ αυτή, μια μικρή συμβολή για να μη χρηματοδοτείται η ρωσική πολιτιστική βιομηχανία κι επομένως εμμέσως οι πολεμικές της επιχειρήσεις. Συγχρόνως υπάρχει η προσδοκία  για ένα τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο, που θα στερήσει από τη Ρωσία τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει προς όφελός της τα πνευματικά, καλλιτεχνικά επιτεύγματά της για τα οποία είναι περήφανη εδώ και αιώνες.
         Και έτσι έρχεται  ξανά στο προσκήνιο με τον πιο απειλητικό τρόπο η σχέση τέχνης και πολιτικής, την ίδια στιγμή που η Δύση προπαγάνδιζε την υπεράσπιση της  ανεξαρτησίας της τέχνης. Και τώρα γίνεται σιωπηρά αποδεκτό ότι η τέχνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ενισχύσει τον πολιτικό λόγο, υποστηρίζοντας τις τρέχουσες πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις. Το μποϊκοτάρισμα έργων τέχνης μας οδηγεί σε ολισθηρό έδαφος, γιατί όταν αρχίζουμε να απαγορεύουμε συγκεκριμένα έργα με συγκεκριμένες προθέσεις, αυτές οι απαγορεύσεις μπορεί να επεκταθούν και σε άλλα επίπεδα.
       Εξάλλου τέτοιου είδους απαγορεύσεις στην πραγματικότητα δεν κάνουν άλλο από το να αποδεικνύουν εμμέσως την τέχνη ως μια ανατρεπτική δύναμη που  μπορεί να  χρησιμεύει ως εργαλείο για την αλλαγή  της υπάρχουσας πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας,  που μπορεί να αντιμετωπίσει ορισμένα πολιτικά ζητήματα ή να ερμηνεύσει εκ νέου διαφορετικές κοινωνικές δομές, καθιστώντας ορατό αυτό που η επικρατούσα αντίληψη δεν αναγνωρίζει.   
         Οι τέχνες ήταν ανέκαθεν συνυφασμένες με την πολιτική, ακόμη και όταν επικρατούσαν δόγματα όπως η τέχνη για την τέχνη, γιατί η τέχνη πάντα επηρεάζεται και διαμορφώνεται από τις  κοινωνικές συνθήκες. Η καλλιτεχνική παραγωγή δεν αναπαρήγαγε ποτέ αποκλειστικά την πραγματικότητα ούτε τα έργα τέχνης  ήταν ποτέ απλώς μια προσωπική αντανάκλαση ενός καλλιτέχνη που δεν ασχολείται με τον κόσμο. Πάντα αυτά προκύπταν από το διάλογο του καλλιτέχνη με τον κόσμο και είναι  ενσωματωμένα σε έναν ιστό συμφραζομένων νοημάτων.
         Και είναι αντιφατικό που η Δύση, η οποία είχε απορρίψει ως τροχοπέδη της καλλιτεχνικής ελευθερίας την  στράτευση του καλλιτέχνη, με τις ενέργειές της φαίνεται να την απαιτεί, για να εγκρίνει τις αποφάσεις της. Κι αν στα χρόνια που επιχειρούνταν να χτιστεί ο σοσιαλισμός η συμφωνία του καλλιτέχνη με τους σκοπούς της εργατικής τάξης και του γεννώμενου σοσιαλιστικού κόσμου δημιουργούσε έργα ανατρεπτικά που αναζητούσαν το καινούργιο, διευρύνοντας τους ορίζοντες, τώρα η υποταγή των καλλιτεχνών στις επιταγές της κυρίαρχης εξουσίας καθιστά την τέχνη υποχείριο της άρχουσας τάξης. Κι απορρίπτεται απροκάλυπτα ο ρόλος της τέχνης ως διαφωτιστικής για τις μεγάλες μάζες, περιορίζοντας τη στο περιθώριο της ζωής, όταν επιβάλλονται απαγορεύσεις έργων σε εκδηλώσεις που αφορούν μεγάλες μάζες ανθρώπων,  τα οποία η ίδια η κυρίαρχη εξουσία κρίνει πως απειλούν, με διάφορους τρόπους, τα δικά της συμφέροντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: