Και φτάσαμε στο σημείο, δεκαετίες
τώρα, τα μέσα ενημέρωσης όχι μόνο να κατασκευάζουν τις αναπαραστάσεις μας για
τον κόσμο αλλά και να υπαγορεύουν το
όραμά μας γι’ αυτόν. Γι’ αυτό και σ’
αυτήν την εποχή του πανταχού παρόντος εμπορικού λόγου και της συγκέντρωσης των
ΜΜΕ σε μια φούχτα ιδιοκτητών, από τις ελίτ των οικονομικών και πολιτικών
δυνάμεων, οι αναπαραστάσεις μας και τα οράματά μας συμπίπτουν με τα δικά τους. Και είναι κι
αυτός ένας τρόπος να εξουδετερωθεί η όποια δύναμή έχουμε να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά
μας, αφού δεν μπορούμε καν να τα αναγνωρίσουμε.
Χωρίς
καν πολιτική συνείδηση, ένα μεγάλο μέρος από τους εργαζόμενους, καταλήγουμε καταναλωτές τηλεοπτικών
προγραμμάτων και πολιτικών προσωπικοτήτων, κι αισθανόμαστε αποστερημένοι από το
δικαίωμα της εκπροσώπησής μας από κόμματα. Τα κατηγορούμε για τη μετατροπή τους
σε πολιτικές επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται περισσότερο για την παραγωγή
εκλεγμένων αξιωματούχων ή για κυβερνητική νίκη, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας τα
μέσα ενημέρωσης και τις υπηρεσίες εταιρειών που είναι ειδικοί στην πολιτική
επικοινωνία και το μάρκετινγκ. Κι ενώ αποδεχόμαστε μια δημοκρατία ατομικών και
καταναλωτικών συμφερόντων, με το δημόσιο χώρο αλλοιωμένο από τη λογική της
αγοράς, αναμένουμε, πέραν πάσης λογικής, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, οι επικεφαλής
επιχειρηματικών οργανώσεων, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και μεγάλων εταιρειών
να υπερασπίζονται τα κοινωνικά μας συμφέροντα ταυτίζοντάς τα, αφελώς, με τα
δικά τους.
Η
εξατομίκευση έχει μετατρέψει τις πολιτικές και οικονομικές πραγματικότητες, τα
κοινωνικά ζητήματα σε σύγκρουση αντιτιθέμενων προσώπων, χωρίς αναφορά σε ένα
κοινωνιολογικό ή ιστορικό πλαίσιο. Στην πρώτη γραμμή, τα ΜΜΕ προσελκύουν την
προσοχή μας με τη δραματοποίηση, την τόνωση των αισθημάτων, τον εντυπωσιασμό,
χωρίς όμως να δίνουν τα κλειδιά για την κατανόηση και την ανάλυση των σχέσεων
εξουσίας και των μηχανισμών που εξυπηρετούν την άσκηση πολιτικής και
οικονομικής εξουσίας.
Με
την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία να προκαλούν τριγμούς
επικίνδυνους στην οικονομία που απειλούν ακόμα και την επιβίωση των ανθρώπων, η
αναζήτηση των αιτιών σε πρόσωπα, είτε ονομάζεται Πούτιν ή Μπάϊντεν είτε
Ζελένσκι, προσωποποιεί τα πολιτικά γεγονότα αποσυνδέοντάς τα από κάθε ιστορική
και ταξική προοπτική. Δεν αναζητείται στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της οικονομίας,
τις ταξικές συγκρούσεις ή τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα η ερμηνεία
των γεγονότων, παρά στην αήθη ή παράλογη συμπεριφορά ηγετών. Εκτός από το ΚΚΕ, η υπόλοιπη αντιπολίτευση
στην κριτική της για τις κυβερνητικές θέσεις επικεντρώνεται μόνο στην
προσωπικότητα του πρωθυπουργού ή στις ατομικές συμπεριφορές υπουργών, θεωρώντας
την πολιτική μόνο ζήτημα ατόμων κι
επομένως την αντικατάστασή τους σαν προϋπόθεση αλλαγής της.
Κι
επειδή έχουμε πιστέψει ότι ο καπιταλισμός εξαλείφει τη φτώχεια και ότι η αστική
δημοκρατία εξασφαλίζει ελευθερίες και δικαιώματα, όταν μας διαψεύδει η πραγματικότητα,
αυτό το χρεώνουμε στους ιδιοτελείς ηγέτες ή στα ανάξια πλήθη. Λες και ο
καπιταλισμός δεν απαιτεί ένα εργατικό δυναμικό που να μην έχει άλλη επιλογή από το να πουλήσει την εργατική
του δύναμη. Λες κι όλους αυτούς του αιώνες καπιταλισμού δεν είδαμε πως το σύστημα
δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς φτώχεια, αφού δεν μπορεί να δημιουργεί τον ακριβή
αριθμό των νέων θέσεων εργασίας που απαιτούνται για την απασχόληση όλων. Γιατί είναι
ένα σύστημα που απαιτεί ένα ορισμένο επίπεδο ανεργίας, έτσι ώστε η εργατική
τάξη να μην έχει δύναμη, εφόσον οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούν να απειλήσουν ότι
θα διακόψουν την εργασία τους εάν μπορούν εύκολα να αντικατασταθούν με
ανθρώπους ακόμη πιο απελπισμένους. Κι αν η υπόσχεση είναι πως η δυναμική της αγοράς
θα ωθεί ολοένα και περισσότερους ανθρώπους να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες και
προϊόντα η πραγματικότητα όμως δείχνει πως όλα γίνονται λιγότερο προσιτά, κι ας
μεγαλώνει ο πλούτος. Όσο περισσότερους δισεκατομμυριούχους έχουμε, τόσο περισσότερο
αυξάνονται οι άστεγοι.
Η ενεργειακή κρίση,
ο πόλεμος, η ανεργία δεν προκύπτουν από ενέργειες κακών ανθρώπων, όσο κι αν οι
προσωπικότητες παραγόντων που καθορίζουν τα γεγονότα αφήνουν το στίγμα τους. Η
πολιτική που ασκεί ο Κ. Μητσοτάκης, ανεξάρτητα από το ύφος ή τη μορφή
διακυβέρνησής του, δεν είναι διαφορετική από αυτή που άσκησαν οι προηγούμενοι
πρωθυπουργοί ή θα ασκήσουν οι επόμενοι, όσο εξυπηρετούν τα ίδια συμφέροντα. Γι’
αυτό και μοιάζει με την πολιτική του Ε. Μακρόν, γι’ αυτό και η ακροδεξιά πολιτική
της Μαρί Λε Πεν σε πολλά σημεία εφάπτεται μ’ εκείνη του Μακρόν. Τον καπιταλισμό
υπηρετούν, τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης προωθούν.
Κι
εμείς, ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων, με ριζωμένη μέσα μας τη βασική φιλοσοφία του
κυρίαρχου συστήματος, παρά τη ρητορική του για ισότητα και δικαιώματα, ότι οι
ισχυροί μπορούν και πρέπει να κυριαρχήσουν στον αδύναμο, εκπαιδευόμαστε ακόμα
και το φασισμό να αποδεχτούμε, την ανοιχτή τρομοκρατική δικτατορία του
κεφαλαίου. Ο φόβος και το μίσος της αδυναμίας,
η λατρεία της βίαιης κυριαρχίας που θεωρείται δύναμη διαβρώνει την κοινωνία που
καταδικάζει τον φτωχό γιατί είναι ανάξιος να βρει δουλειά και αποθεώνει τον
επιτυχημένο δημιουργώντας προσωπικότητες ανταγωνιστικές κι ανάλγητες.
Και ο καθένας μας αρπαγμένος από τις θλίψεις,
τους πόνους και την προσπάθειά του να βλέπουμε στον άλλο περισσότερο έναν
αντίπαλο, παρά έναν αδελφό στην εξαθλίωση, νομίζοντας πως η μερίδα του ακόμα
και στο φαγητό είναι κομμένη από τη δική μας. Δεν βλέπουμε τη μεγαλύτερη
εξαθλίωση που ζούμε, τον πόλεμο των εργαζομένων όχι εναντίον της φύσης ή
εναντίον των συνθηκών, όχι εναντίον των πλουσίων για να τους
αρπάξουν το ψωμί, αλλά τον πόλεμο των εργαζομένων εναντίον των εργαζομένων, για ν΄ αρπάξει ό ένας απ’ τον άλλο τα κομμάτια το ψωμί, τα ψίχουλα
που πέφτουν από το τραπέζι των πλουσίων.
Και
δεν βλέπουμε πως στην οργάνωση είναι η δύναμή μας, για να αντισταθούμε στην εξαθλίωση
που εν μέσω αφθονίας μας καταδικάζει η άρχουσα τάξη, και παπαγαλίζουμε όλες τις
συκοφαντίες της για την κομμουνιστική προοπτική, συνεχίζοντας να αναρωτιόμαστε
αν ο κομμουνισμός είναι η κύρια εναλλακτική στον καπιταλισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου