Από κρίση σε κρίση, οικονομική
και υγειονομική, κοντά έντεκα χρόνια τώρα, τα αστικά κόμματα αφού διασπάστηκαν, συρρικνώθηκαν, αυξήθηκαν, κλωνοποιήθηκαν,
διαλύθηκαν, εξαντλώντας τη ρητορική τους
σε μια προσπάθεια να πείσουν για τη μεταξύ τους διαφοροποίηση, κατέληξαν να μη
μπορούν να κρύψουν πίσω από κοινοβουλευτικές διαδικασίες την ταύτισή τους με τα
συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Η ψήφιση του τελευταίου νομοσχέδιου στη Βουλή, που νομιμοποιεί
εργασιακές μεταρρυθμίσεις εις βάρος των εργαζομένων και προς όφελος εργοδοτών
και κεφαλαίου, είναι ένα εμβληματικό παράδειγμα της σύγκλισης των αστικών κομμάτων, πλην του ΚΚΕ. Πέρα από τη δημαγωγική ρητορική της, η
υπόλοιπη αντιπολίτευση υπερψήφισε ρυθμίσεις που αφορούν σε κοινοτικές οδηγίες,
με την αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίζει σχεδόν τα μισά άρθρα του
νομοσχεδίου που έχει γίνει πια νόμος του κράτους. Όλο αυτόν τον καιρό ήταν μόνο
το ΚΚΕ που πρωτοστάτησε στην οργάνωση των
κινητοποιήσεων, αποδεικνύοντας στην πράξη πως είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να
συνενώσει και οργανώσει την εργατική τάξη για να αγωνιστεί για τα συμφέροντά της.
Κι όμως απ’
όλο τον αστικό τύπο και τα κόμματα γίνεται προσπάθεια αυτό το αγεφύρωτο χάσμα
το οποίο χωρίζει το ΚΚΕ από οπορτουνιστές ή δημαγωγούς να αποκρύπτεται και να
παρουσιάζεται σαν ένα συμβιβασμένο αστικό κόμμα ή σαν την αριστερή πτέρυγα των
αστικών κομμάτων που βολεύεται στο περιθώριο, μια ιδιότυπη, σχεδόν θρησκευτικού
τύπου, σέκτα. Και δεν λείπει βέβαια και
η παραδοσιακή άποψη για το εγκληματικό, προδοτικό ΚΚΕ, ώστε να καλύπτεται όλη η
κλίμακα απαξίωσής και δυσφήμισής του. Στην πραγματικότητα, ανεξάρτητα αν έχει δεξιό ή αριστερό
πρόσημο, η κριτική αυτή, που επιδίωξή
της είναι η εξαφάνιση του κομμουνιστικού κόμματος, μόνο τα συμφέροντα της κυρίαρχης
τάξης εξυπηρετεί.
Τις τελευταίες
δεκαετίες σε όλους τους τόνους ο κυρίαρχος λόγος με την κριτική του, σε όλες τις μεταμορφώσεις της, επιδιώκει να
οδηγήσει στην αμφισβήτηση κάθε μορφή οργάνωσης των εργαζομένων, για να μην
διαθέτουν τη δική τους αυτόνομη δομή μέσω του κόμματός τους, ώστε να μη μπορούν
να αντιτίθενται στην κρατική δύναμη και βία της αστικής τάξης. Και όσοι ισχυρίζονται
πως ασκούν κριτική εξ αριστερών χρεώνοντας στο ΚΚΕ την αναποτελεσματικότητα των
αγωνιστικών κινητοποιήσεων και την έλλειψη μαζικής συμμετοχής σ’ αυτές,
παραβλέπουν ή υποτιμούν το τιτάνιο έργο για την οργάνωση και συστράτευση νέων λαϊκών μαζών με ταξικό προβληματισμό και
τη δημιουργία ενός πολιτικοκοινωνικού κινήματος που ν’ απλώνεται σε όλους τους τομείς
της κοινωνικής ζωής, πιστεύοντας πως δι’ αναθέσεως και αυτόματα θα γιγαντωθεί ένα
λαϊκό κίνημα. Κατηγορείται το ΚΚΕ ότι δεν συλλαμβάνει σωστά και έγκαιρα τις ανάγκες
της ιστορικής στιγμής, την ίδια στιγμή
που αρνούνται τη μαζική συνδικαλιστική δράση, αλλά και τη μαζική διαφώτιση, χαμένοι
στις πολιτικές της ταυτότητας και του δικαιωματισμού, εξαφανίζοντας τις ταξικές
διαιρέσεις. Κι αυτό που προτείνεται επί της ουσίας, είναι το ΚΚΕ από κόμμα της εργατικής τάξης, της
οργανωμένης ταξικής πρωτοπορίας να γίνει ένα χαλαρό οργανωτικό κίνημα που θα
περιλαμβάνει στις δράσεις του και κάποιες εξάρσεις επαναστατικότητας που θα
εξαντλούνται σε πετροπόλεμο και βόμβες μολότωφ.
Αυτό που
επιδιώκεται είναι το ξερίζωμα του ΚΚΕ από την ελληνική κοινωνία στην οποία έχει
βαθιές ρίζες από τη ματωμένη δεκαετία του ’40. Και από τότε το ΚΚΕ παραμένει
κόμμα της εργατικής τάξης, με λαϊκή απήχηση, αφού από την κοινωνία και τους εργαζόμενους
το κόμμα αντλεί μέλη, κομμουνιστές. Συνδεδεμένο στενά με τις λαϊκές μάζες στον
αγώνα για διεκδίκηση καλύτερης ζωής διατυπώνει ρεαλιστικές πολιτικές προτάσεις,
προτείνει μέσα πάλης για τον κόσμο των εργαζομένων που να εξυπηρετούν τα
συμφέροντά τους. Γι΄ αυτό χρησιμοποιεί και όλα τα μέσα που το πολιτικό σύστημα
διαθέτει για να αμφισβητεί τις υπάρχουσες δομές κυριαρχίας, χωρίς να υποχωρεί
από τις επιλογές του. Ακόμα όμως το κόμμα μπορεί να λειτουργεί και ως μια μορφή
θεσμοποιημένης βίας που απαντά και αντιτίθεται στην κρατική βία της αστικής
τάξης, η οποία δεν είναι ούτε χαλαρή ούτε αποσπασματική.
Με την ευκαιρία του
21ου συνεδρίου του κόμματος κυριάρχησε αυτού του επιπέδου η κριτική,
που αντιμετωπίζει την επανεκλογή του Δ. Κουτσούμπα στη θέση του Γενικού Γραμματέα
σαν ένδειξη αντιδημοκρατικής λειτουργίας του κόμματος, ενώ την σταθερή θέση του
κόμματος να μη συμμετέχει σε συνεργασίες για δημιουργία δημοκρατικών παρατάξεων
τη θεωρεί ούτε λίγο ούτε πολύ φυγομαχία. Μόνο που ούτε το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι λέσχη προβληματισμού, αλλά η οργανωτική
έκφραση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, ούτε οι κομμουνιστές μέλη του απλά προβληματισμένοι
θεωρητικοί, αλλά αγωνιστές που προσαρμόζουν τη θεωρία, ιδεολογία, την
πρακτική στις νέες συνθήκες. Στο Κόμμα η πρακτική είναι στον πυρήνα του, όπως είναι η θεωρία και η στρατηγική, και οι
μαζικοί αγώνες είναι εκεί όπου η θεωρία και η πολιτική πρακτική ενώνονται.
Η κριτική στο Κόμμα
είναι αναγκαία να γίνεται, αν όμως στοχεύει στην αμφισβήτηση κάθε μορφής
οργάνωσης και αγώνα που οδηγεί στον μετασχηματισμό της κοινωνίας, τότε μόνο
ανεπανόρθωτες βλάβες μπορεί να φέρει στο λαϊκό κίνημα. Γιατί η μεγαλύτερη τραγωδία του εργατικού κινήματος
ήταν πάντοτε η αδυναμία του να διαχωριστεί
πλήρως από το ιδεολογικό πλέγμα του καπιταλισμού, που βαυκαλίζει την εργατική
τάξη με υποσχέσεις από την κυρίαρχη τάξη για μεταρρύθμιση του αστικού κράτους
σε κράτος λαϊκής εξουσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου