Τρίτη 13 Απριλίου 2021

ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ

 

Στη δολοφονία με 10 σφαίρες του  δημοσιογράφου  του αστυνομικού ρεπορτάζ Γ. Καραϊβάζ, που του έστησαν ενέδρα δυο άτομα τα οποία επέβαιναν σε μοτοσυκλέτα  μεσημέρι κοντά στο σπίτι του, σύμφωνα με την ειδησεογραφία στελέχη της ΕΛΑΣ βλέπουν συμβόλαιο θανάτου, χωρίς όμως να προσδιορίζονται τα κίνητρά της. Με αφορμή αυτήν την δολοφονική επίθεση η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν  στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε ελληνική γλώσσα καταδικάζει την απεχθή αυτή πράξη και χαρακτηρίζει ιερή την ελευθερία του τύπου. Ο πρωθυπουργός μας Κ. Μητσοτάκης,  την επόμενη ημέρα,  μετά τη  συνάντηση  με  τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοϊδη σε μήνυμά του αναφέρεται στη δολοφονία του δημοσιογράφου  και την προτροπή του για γρήγορη εξιχνίαση της υπόθεσης, δίνοντας την εντύπωση πως το ενδιαφέρον του μάλλον εστιάζεται στην επίδειξη του ρόλου του ως αποτελεσματικού ηγέτη.                                                                                         Με τη δολοφονία του δημοσιογράφου έρχεται πάλι στο προσκήνιο η σημασία  του τύπου, έντυπου και ηλεκτρονικού, στα αστικά καθεστώτα και ο ρόλος του δημοσιογράφου. Από την επικράτηση της αστικής δημοκρατίας η πεποίθηση πως ο τύπος είναι ο πιο απαραίτητος  μη κυβερνητικός θεσμός της δημοκρατίας κυριαρχεί στον θεωρητικό και πολιτικό λόγο για τη θέση της δημοσιογραφίας στα σύγχρονα αστικά καθεστώτα. Είναι απαραίτητος διότι μπορεί να διασφαλίσει την ανακάλυψη και την κυκλοφορία των πληροφοριών, τη διάδοση και την αντιπαράθεση των απόψεων, με μια λέξη τον καθορισμό των προϋποθέσεων για τη δημόσια συζήτηση που είναι απαραίτητες για τη διαμόρφωση των επιμέρους πολιτικών συμπεριφορών των πολιτών. Από την άλλη όμως μπορεί η παραμόρφωση, επιλογή ή απόκρυψη αυτών των πληροφοριών και απόψεων, να προκαλέσει επιβλαβείς επιπτώσεις στη διαμόρφωση της βούλησης των πολιτών. Πάντως σε κάθε περίπτωση τα συστημικά  ΜΜΕ επωμίζονται το έργο να διαμορφώσουν μια ευρεία συναίνεση της αστικής τάξης με το σύνολο των πολιτών και γι’ αυτό θεωρείται ο τέταρτος πυλώνας της αστικής εξουσίας. Μόνο που τώρα μοιάζει αυτή η δύναμή του να κλονίζεται από την παρακμή των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης, ιδίως των εφημερίδων, όχι μόνο από τις  αδυναμίες που αποδίδονται στους δημοσιογραφικούς φορείς αλλά και την εμφάνιση νέων μέσων που  διευκολύνουν την πρόσβαση όλων στην επικοινωνία, παρακάμπτοντας τη διαμεσολάβηση των δημοσιογράφων. Τα κοινωνικά δίκτυα ακόμα και στο λόγο των δημόσιων αρχών θέτουν τέλος σ’ αυτή τη διαμεσολάβηση.  
             Το συνολικό επίπεδο  της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης αποφασίζεται σε εθνικό επίπεδο, που  τις τελευταίες δεκαετίες δεν απομακρύνεται από τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η αλλαγή των συνολικών συνθηκών για τα μέσα ενημέρωσης απαιτεί ισχυρή θεσμική ισχύ.  Αυτό σημαίνει πως είναι δυνατό θεσμικοί έλεγχοι, όπως νομοθετικοί και δικαστικοί περιορισμοί, να συγκρατούν την εξουσία και την ικανότητα των  κυβερνήσεων από το να καταργήσουν την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, τουλάχιστον σ’ ένα τυπικό επίπεδο. Καθιστώντας έτσι δύσκολο για τις κυβερνήσεις στις αστικές δημοκρατίες να ελέγχουν απροκάλυπτα, συστηματικά και ολοκληρωτικά τον Τύπο.  
            Σε αυταρχικά ή δικτατορικά καθεστώτα οι κυβερνήτες μπορούν να κλείσουν τις ροές ειδήσεων  και να περιορίζουν την πρόσβαση των μέσων ενημέρωσης μέσω εκφοβισμού, βίας και φυλάκισης. Κι ενώ σ’ αυτά τα καθεστώτα οι δολοφονίες των δημοσιογράφων  συχνά λειτουργούν ως αποτρεπτικοί παράγοντες γενικά για την ελευθερία του τύπου, οι δημοσιογράφοι που σκοτώνονται σε δημοκρατίες αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένα περιστατικά που στοχεύουν να μην αποκαλυφτούν  συγκεκριμένες ανεπιθύμητες ιστορίες. Είναι που στις αστικές δημοκρατίες καλλιεργείται πάντα η πίστη, ακόμα και ως αυταπάτη, στην προστασία που εξασφαλίζουν  οι πολιτικοί και νομικοί θεσμοί. Και είναι το δικαστικό σώμα και ό,τι ονομάζουμε κράτος δικαίου που πιστεύεται πως διαμορφώνουν τις συνθήκες  εκείνες για ενίσχυση της λογοδοσίας των κρατικών αρχών ή των ισχυρών του χρήματος και μπορούν να  αποτρέψουν τέτοιες παράνομες πράξεις. Ο κίνδυνος όμως της αποκάλυψης ιστοριών που αναφέρονται  σε καταχρήσεις εξουσίας, διεφθαρμένες συναλλαγές και διάφορες μορφές παράνομης δραστηριότητας  ισχυρών ατόμων, όπως πολιτικών ή επιχειρηματιών, θέτουν πολλές φορές σε κίνδυνο τους δημοσιογράφους. Όπως συνέβη στη Μάλτα με τη δολοφονία της δημοσιογράφου Ντάφν Καρουάνα Γκαλιζία που αποκάλυψε σκάνδαλα διαφθοράς στα οποία εμπλέκονταν μέλη της κυβέρνησης και επιχειρηματίες. Γιατί στις αστικές δημοκρατίες, σε καιρό ειρήνης,  η φυλάκισή δημοσιογράφων που ενδέχεται να προσελκύσει ανεπιθύμητη προσοχή και νομικές συνέπειες δεν είναι ο καταλληλότερος τρόπος για εξασφαλιστεί η φίμωσή τους, ενώ οι απειλές ή η δωροδοκία τους δεν είναι πάντα ασφαλής τρόπος.
           Στις αστικές μας δημοκρατίες οι εκλεγμένοι ηγέτες μας ενώ στα λόγια παρουσιάζονται οι πιο ένθερμοι υπερασπιστές της ελευθερίας του Τύπου κάνουν όμως προσπάθειες να χειραγωγήσουν τα μέσα ενημέρωσης κι επομένως τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών. Οι κοινές μέθοδοι περιλαμβάνουν αλλαγές ιδιοκτησίας που υποστηρίζονται από την κυρίαρχη εξουσία, πιέσεις και δημόσιες καταγγελίες εκείνων των δημοσιογράφων που σέβονται το επάγγελμά τους, προληπτική υποστήριξη από την κυβέρνηση σε φιλικά συγκροτήματα μέσω μέτρων όπως επικερδείς κρατικές συμβάσεις, ευνοϊκές κανονιστικές αποφάσεις και προτιμησιακή πρόσβαση σε κρατικές πληροφορίες. Ο στόχος είναι να εξυπηρετεί  ο τύπος αυτούς που έχουν την εξουσία  και την οικονομική δύναμη και όχι τους πολίτες.  Παράδειγμα πρόσφατο η περιβόητη λίστα Πέτσα με ποσά που έλαβαν μέσα ενημέρωσης ενώ άλλα αποκλείστηκαν.
            Όσο ο δημοσιογράφος έχει τρομερές δυσκολίες για να γράψει από τη σκοπιά του αναγνώστη, προς τον οποίο απευθύνεται, και είναι συνηθισμένος να εγκλωβίζεται στη σκοπιμότητα των κυβερνητικών χειρισμών και των επιχειρηματικών συμφερόντων τόσο ο στόχος της εγκυρότητας ενός πολιτικού λόγου με συνοχή εγκαταλείπεται και η πληροφορία και αρθρογραφία αποκτούν καθαρά ιδεολογικό χαρακτήρα που συναρτάται με το εντυπωσιακό και θεαματικό. Και καθώς η επιτυχία της συνταγής περιλαμβάνει και  τη μείωση του κόστους, η μαζική υποβάθμιση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος συνδέει τη δημοσιογραφία με άμεσες πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες με τους δημοσιογράφους χειραγωγίσιμους και επιρρεπείς σε εκφοβισμούς.
Αν και ο Τύπος δεν είναι πάντα ο πρώτος θεσμός που δέχεται επίθεση όταν η ηγεσία μιας χώρας έχει μια αντιδημοκρατική στροφή, η καταστολή των ελεύθερων μέσων  ενημέρωσης και οι επιθέσεις στην ανεξαρτησία των ΜΜΕ από κυβερνητικούς και οικονομικούς παράγοντες είναι μια ισχυρή ένδειξη ότι κινδυνεύουν και άλλα πολιτικά δικαιώματα και πολιτικές ελευθερίες.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: