Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

«Ο ΦΟΒΟΣ ΤΡΩΕΙ ΤΑ ΣΩΘΙΚΑ»

 Η κρατική εξουσία συμμετέχοντας στις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς κινητοποιεί 5.000 αστυνομικούς για  επιτήρηση της κίνησης στους δρόμους με μπλόκα και ελέγχους ακόμα και σε σπίτια με καταγγελίες που θα λαμβάνει. Τον τόνο δίνει και πάλι ο υπουργός  Προστασίας του Πολίτη, Μ.  Χρυσοχοΐδης,  που προειδοποιεί πως για τις μέρες των εορτών «Θα υπάρξει πρόνοια για να μην υπάρξουν μεγάλες συγκεντρώσεις στα σπίτια» προσθέτοντας ότι «όποτε υπάρχει γιορτή, είναι μαχαιριά στην υγεία μας». Για να γίνουν και οι γιορτές απειλή για τη ζωή μας. 
       Κι αν τις προηγούμενες χρονιές ο προβληματισμός για  τις χριστιανικές γιορτές που έχουν μεταλλαχτεί σε μια καταναλωτική ευκαιρία για αύξηση του εμπορικού κέρδους επεκτείνονταν στον τρόπο λειτουργίας του καπιταλισμού, στα χρόνια της πανδημίας οι προειδοποιήσεις και εκφοβισμοί για τους κινδύνους που μας απειλούν εξαιτίας συμπεριφορών οι οποίες σχετίζονται με τις γιορτές δεν μπορούν να απαγκιστρωθούν από τις σκοπιμότητες της κυρίαρχης τάξης. Που φαίνεται πως χρησιμοποιεί την υγειονομική κρίση, με όχημα το φόβο, για την ενίσχυση  του αστικού κράτους με αυταρχικά στοιχεία και τη μετατροπή του σε άτυπη δικτατορία. Είναι που ο φόβος κάνει τους ανθρώπους να δέχονται περιορισμούς στην ελευθερία, ακόμα κι όταν δεν δικαιολογούνται επαρκώς,  με αντάλλαγμα μια υπόσχεση ασφάλειας, γεγονός που βλέπουμε να εκμεταλλεύεται στο έπακρο η κυβέρνησή μας, και όχι μόνον αυτή.   
Η ένταση και  το είδος των φόβων και των ανησυχιών που σιγοκαίνε το άτομο δεν εξαρτώνται ποτέ αποκλειστικά και μόνο από τη δική του προσωπικότητα, την προσωπική κατάσταση στην οποία βρίσκεται, αλλά μάλλον καθορίζονται και από την ιστορία και τις κοινωνικές σχέσεις  με άλλους ανθρώπους. Ο αντίκτυπος δηλ. το φόβου είναι επίσης, σε μεγάλο  βαθμό, προϊόν κοινωνικής κατασκευής. Είναι οι κοινωνικοί κανόνες, απόρροια του τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας,  που  διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε και προβάλλουμε  τα συναισθήματα μας   και επηρεάζουν επομένως τον τρόπο που βιώνεται και ο φόβος.  Έτσι η συνεχής αναφορά στην ατομική ευθύνη που μας στοχοποιεί ως υπεύθυνων για τη διασπορά του ιού και την αύξηση των θανάτων εντείνει τον φόβο μήπως δεν αντιμετωπίσουμε την πανδημία με τον δέοντα τρόπο, μήπως στιγματιστούμε και μας ροκανίζει τις αντοχές.
Ο φόβος δηλ.  δεν συμβαίνει απλά, αλλά είναι κοινωνικά κατασκευασμένος και στη συνέχεια χειραγωγείται  από εκείνους που επιδιώκουν να επωφεληθούν. Όπως συμβαίνει με την υστερία της απαγόρευσης του καπνίσματος που μοιάζει να έχει αποσυνδεθεί από τις αιτίες της, τις βλάβες του τσιγάρου, και εστιάζει μόνο στη συμμόρφωση σε κανόνες ακόμα κι αν φαίνονται ανορθολογικοί. Ίσως γιατί ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η πειθάρχηση μάλλον παρά η προφύλαξη της υγείας.  
Η έμφαση στο ρόλο του κοινωνικού παράγοντα στην παραγωγή του φόβου και την αντίδραση  σ’ αυτόν είναι χρήσιμη για κατανόηση της κοινωνικής διάστασης ενός γενικευμένου φόβου, σε αντίθεση με την ιδέα ότι ο φόβος είναι κάτι φυσικό ή καθαρά ψυχολογικό, που παραβλέπει πως  το νόημα και η εμπειρία του φόβου διαμορφώνονται συνεχώς από κοινωνικούς και ιστορικούς παράγοντες.
Κι αν παλιότερα τους ανθρώπους συνέδεε ο φόβος του θεού ή ο φόβος της κόλασης στις σύγχρονες κοινωνίας μας συνδέει ο φόβος της ρύπανσης ή του καρκίνου και την τελευταία χρονιά ο φόβος της πανδημίας. Κι αν στη σύγχρονη κοινωνία το εξατομικευμένο λεξιλόγιο επηρεάζει την ευαισθησία μας για το φόβο, που πρέπει να ξεπεραστεί από τις δικές μας συναισθηματικές παρορμήσεις, αυτό δεν σημαίνει πως δεν εξαρτόμαστε από τη δομή της κοινωνίας και τη θέση μας μέσα σ’ αυτήν. Ακόμα και οι ατομικοί φόβοι καλλιεργούνται μέσω των μέσων ενημέρωσης και είναι λιγότερο  αποτέλεσμα της άμεσης εμπειρίας. Ίσως γι’ αυτό το σημερινό μέγεθος και η φύση το φόβου είναι διαφορετικοί από το παρελθόν, καθώς φαίνεται ότι ο φόβος είναι παντού.
Η προβολή του φόβου στη σύγχρονη κοινωνία μας  υποδηλώνει ότι ο φόβος λειτουργεί από μόνος του ως πρόβλημα. Ο φόβος ως αποτέλεσμα των συνεχών κινδύνων που μας απειλούν έχει γίνει αντικειμενικός, γίνεται αντιληπτός ως αυτόνομο πρόβλημα, επεκτείνεται πέρα από μια συγκεκριμένη αναφορά, δεν είναι μόνο  φόβος για κάτι, αλλά χρησιμοποιείται ως γενικότερος προσανατολισμός. 
Κλασικά, οι κοινωνίες συνδέουν τον φόβο με μια σαφώς διαμορφωμένη απειλή, όπως τον φόβο του θανάτου, τον φόβο για έναν συγκεκριμένο εχθρό, τον φόβο της πείνας. Η απειλή ορίζεται ως το αντικείμενο του φόβου. Το πρόβλημα λοιπόν δεν ήταν το αίσθημα του φόβου, αλλά τα πράγματα που φοβόταν κανείς, ο θάνατος,  η ασθένεια,  η πείνα. Σήμερα, πολλοί βλέπουν την ίδια την πράξη του φόβου ως απειλή από μόνη της. Σήμερα π.χ  ο φόβος του εγκλήματος θεωρείται ένα σοβαρό πρόβλημα που διαφέρει σε κάποιο βαθμό από τις πραγματικές πράξεις του εγκλήματος. Ο φόβος του εγκλήματος έχει θεωρηθεί ως πρόβλημα από μόνος του, αρκετά διαφορετικός από το πραγματικό έγκλημα και τη θυματοποίηση, και έχουν αναπτυχθεί πολιτικές που στοχεύουν στη μείωση των επιπέδων φόβου και όχι στη μείωση του εγκλήματος. Φαίνεται ότι ο φόβος του εγκλήματος αναγνωρίζεται τώρα ως ένα πιο διαδεδομένο πρόβλημα από το ίδιο το έγκλημα.
Ο φόβος αυτονομείται και συνδέεται με τον κίνδυνο ή την απειλή ως ανεξάρτητη μεταβλητή.  Επομένως  το ερώτημα δεν περιορίζεται μόνο τι προκαλεί το φόβο, αλλά και  ποιες είναι οι πιθανές αρνητικές συνέπειες του φόβου. Γιατί αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε στρατηγικές που επικεντρώνονται μάλλον στη διαχείριση των συναισθημάτων φόβου, προκειμένου να αντισταθμίσουν τις επιζήμιες επιπτώσεις τους, παρά να εστιάσουν στην πηγή του προβλήματος.
Μας φοβίζει η υπερθέρμανση του πλανήτη, η  πιο γενικά η κλιματική αλλαγή που προτιμάται τελευταία ως έννοια,  που την αναγνωρίζουμε  αμέσως σε κάθε καταιγίδα, καύσωνα, χιονόπτωση κλπ. που μας πανικοβάλλει. Μας φοβίζει η μόλυνση του περιβάλλοντος και εφευρίσκουμε βιολογικά προϊόντα για να διαφυλάξουμε την υγεία μας. Και τώρα με την πανδημία ο εξέχων ρόλος του φόβου διευκολύνει τη δημιουργία εκείνου του  πλαισίου μέσω του οποίου επιβάλλεται η πολιτική της καταστολής. Όλοι αυτοί οι φόβοι μας διαχέονται, αποσπώνται από το αντικείμενο της απειλής, στραγγαλίζουν τη σκέψη μας και οι ενέργειες περιορίζονται στη διαχείριση του φόβου και όχι στην αντιμετώπιση αυτού  που τον προκαλεί. Έτσι,  όπως αποφεύγεται να συνδεθεί η μόλυνση του περιβάλλοντος με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, που είναι η πηγή το προβλήματος που προκαλεί το φόβο, το ίδιο συμβαίνει και με την πανδημία. Η ανεπάρκεια των συστημάτων υγείας τροφοδοτεί τον φόβο για την υγεία μας, αλλά η  εστίαση στην πειθάρχησή μας σε κανόνες  (αίφνης, ποιο το νόημα των αδειών μετακίνησης )μεταθέτει το φόβο από το πραγματικό του αντικείμενο στην καταστολή. Κι ίσως τώρα, σε μια τόση επικίνδυνη συγκυρία να δικαιώνεται για την εξουσία της καταστολής και η αντικαπνιστική υστερία, με την οποία ασκηθήκαμε στην πειθαρχία για υγειονομικούς λόγους.
         Η αυτονομία του φόβου έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο άσκησης της εξουσίας, στην  ταυτότητα μας, για το πώς βλέπουμε και καταλαβαίνουμε τον εαυτό μας. Ο διαχεόμενος φόβος, η  ιδέα ότι είμαστε αντικείμενο απειλών που έχουν ανεξάρτητη ύπαρξη  δημιουργούν την έννοια του γενικού κινδύνου. Όλα μπορεί να γίνουν απειλητικά και η εμφάνιση μιας γενικής απειλής διαρρηγνύει την σχέση μεταξύ της ατομικής και περισσότερο συλλογικής  δράσης και της πιθανότητας κινδύνου που μπορεί να αποτραπεί. Το ότι συνεχώς γίνεται υπενθύμιση   πως βρισκόμαστε σε κίνδυνο έχει γίνει σταθερό χαρακτηριστικό του ατόμου, όπως το μέγεθος των ποδιών ή των χεριών του.
Και η διάχυση ενός γενικού  φόβου όλο και περισσότερο ενσωματώνεται στην κανονικότητα της καθημερινότητάς μας.  Και καταλήγει  ο φόβος να είναι ο τρόπος  μέσω του οποίου οι άνθρωποι ανταποκρίνονται και κατανοούν τον κόσμο, για να υποταχτούν σε μια κυρίαρχη τάξη η οποία  ενδιαφέρεται για διαχείριση των συναισθημάτων φόβου και όχι για αντιμετώπιση της αιτίας που τα προκαλεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: