Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

ΤΟΠΙΟ ΠΟΛΕΜΟΥ


Δεκαετίες τώρα οι προσπάθειες της ιμπεριαλιστικής Αμερικής να επιβάλλει τα συμφέροντά της στις πολύπλοκες κοινωνίες της Μέσης Ανατολής έχουν σαν συνέπειες μόνο καταστροφή χωρών όπως η Συρία  και το Ιράκ, αλλά και το Αφγανιστάν παραπέρα, εξάντληση τεράστιων οικονομικών πόρων, τσάκισμα της ζωής των καθημερινών ανθρώπων. Η συνεχής απελπιστική κατάσταση στην περιοχή συνεχώς περιπλέκεται από τις διαφορετικές σκοπιμότητες σ’ αυτήν με επίκεντρο τους ενεργειακούς πόρους. Οι ΗΠΑ ενισχύουν το Ισραήλ, το οποίο απειλεί το Ιράν, το οποίο έχει τεταμένες σχέσεις με τις χώρες του Κόλπου, οι οποίες αγοράζουν προηγμένα όπλα από την Αμερική.
     Και τώρα,  η δολοφονία του Qassem Soleimani από τους αμερικανούς μοιάζει να δίνει ώθηση σε έναν νέο φαύλο κύκλο πολεμικών επιχειρήσεων που  αυξάνει την αγωνία για την έκταση και έντασή τους. Η ίδια η δολοφονία ενός τόσου σημαντικού στρατιωτικού και πολιτικού ηγέτη είναι ήδη μια  κραυγαλέα πράξη πολέμου και επιθετικότητας, το αποκορύφωμα της  συνεχώς κλιμακούμενης χρήσης του οικονομικού όπλου των κυρώσεων εναντίον του Ιράν από τις ΗΠΑ.
               Κι αν δεν είναι σαφές πώς, πότε και πού θα αντιδράσει το Ιράν, το σίγουρο όμως είναι πως  θα αναγκαστεί να αντιδράσει άμεσα ή έμμεσα ίσως σε χρόνο και τόπο της επιλογής του, γιατί διαφορετικά θα φανεί αδύναμο στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Και οι αγωνιώδεις προβληματισμοί σχετικά με το αν η αντίδρασή του θα τραβήξει τις ΗΠΑ βαθύτερα σε μια στρατιωτική σύγκρουση δεν είναι θεωρητικοί. Γιατί κάθε ενέργεια εναντίον στρατού των ΗΠΑ ή  συμφερόντων τους  ή συμμάχων τους  αναγκαστικά θα  θεωρηθεί από την Ουάσινγκτον ως λόγος, για να μη φανούν κι αυτοί αδύναμοι,  να κλιμακωθεί περαιτέρω η σύγκρουσή τους. Και γι’ αυτό μοιάζει  η δικαιολογία από τον πρόεδρο Τραμπ της δολοφονίας ως πράξης αποτροπής εικαζόμενων επιθέσεων που σχεδιάζονται εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, να είναι μάλλον ευσεβής πόθος.   
Το Ιράν διαθέτει άφθονους περιφερειακούς συμμάχους που αποτελούν έναν «άξονα αντίστασης» και μπορεί  να ασκήσει ασύμμετρο πόλεμο χτυπώντας στόχους συμφερόντων ΗΠΑ στο Ιράκ, τη Συρία, το Λίβανο, την Υεμένη, το Αφγανιστάν τον Περσικό Κόλπο και το ίδιο το Ισραήλ.  Θα μπορούσε επίσης να χτυπήσει μακριά, να επιτεθεί σε αμερικανικές πρεσβείες σε όλο τον κόσμο, να  στοχεύσει αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις (και οι αμερικανικές βάσεις στο ελληνικό έδαφος είναι δυνητικός στόχος τους)  ή να ενεργοποιήσει συνεργάτες του στις ΗΠΑ ή αλλού. Ακόμα θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την παγκόσμια οικονομία παρεμποδίζοντας το πετρέλαιο που διέρχεται από το Στενό του Ορμούζ στις παγκόσμιες αγορές.
               Από την άλλη οι  ΗΠΑ παρά την πολεμική υπεροπλία και την οικονομική κυριαρχία δεν μοιάζει εύκολο  να απεμπλακούν από τη Μέση Ανατολή χωρίς να υποστούν σοβαρό πλήγμα στο καθεστώς τους ως κυρίαρχη ιμπεριαλιστική δύναμη του κόσμου. Μάλιστα οι συνέπειες  από την αποτυχημένη κατοχή του Ιράκ αλλά και τις ανασυντάξεις από  την λεγόμενη αραβική άνοιξη του  2011  μάλλον διασύρουν την ικανότητα  των ΗΠΑ να παρεμβαίνουν. Απρόθυμοι, ή και αδύναμοι, οι ΗΠΑ να παρεμβαίνουν άμεσα και αποφασιστικά προσπαθούν να προσελκύσουν τη βοήθεια διαφόρων περιφερειακών δυνάμεων. Όμως, οι σημαντικότεροι παράγοντες της περιοχής, όπως η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία και το Ιράκ, δείχνουν όλο και λιγότερο ενδιαφέρον για την εξυπηρέτηση της  αμερικανικής εξουσίας και επικεντρώνονται σε έναν πικρό αγώνα μεταξύ τους για να επιβεβαιώσουν την επιρροή τους σε ένα μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο.
 Ήδη το κοινοβούλιο του Ιράκ ζητεί από την κυβέρνηση να φροντίσει για τον τερματισμό της παρουσίας όλων των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων στο Ιράκ και για την διασφάλιση του κρατικού μονοπωλίου επί των όπλων, ενώ το υπουργείο εξωτερικών ανακοινώνει την προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για να καταδικάσει τις αμερικανικές ενέργειες. Μοιάζει να χάνουν έδαφος οι ΗΠΑ στο Ιράκ και να παίρνει την πρωτοκαθεδρία η Τεχεράνη, σε μια εποχή όπου η χώρα είναι πολιτικά ασταθής ύστερα από σχεδόν τρεις μήνες αντικυβερνητικών διαμαρτυριών, με τις  αμερικανικές δυνάμεις και τους  διπλωμάτες της να  παραμένουν ευάλωτοι σε επίθεση από φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές που είναι επίσημα μέρος των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας.           
Γι’ αυτό ίσως καμιά  πλευρά δεν θα επιθυμούσε έναν πλήρη πόλεμο. Το Ιράν γνωρίζει ότι η  άμεση αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ θα ήταν δαπανηρή και καταστροφική και για τη χώρα και το λαό της. Ο βομβαρδισμός της ή ακόμα και η εισβολή των αμερικανών θα είχαν ως αποτέλεσμα μαζικές απώλειες, οικονομική καταστροφή και ίσως μια γενιά αστάθειας όχι διαφορετικά με αυτό που οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Αλλά και για τις ΗΠΑ η μέγιστη πίεση που θα αναγκάσει το Ιράν σε μια ταπεινωτική νέα συμφωνία αφοπλισμού μέσω κυρώσεων και διπλωματικής απομόνωσης φαίνεται πιο επιθυμητή από έναν πόλεμο που είναι αμφίβολο αν, παρόλο που μπορεί να είναι γρήγορος και εύκολος, θα οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα, και δεν θα συμβεί όπως με το Ιράκ, παρά τις ευοίωνες προβλέψεις.
Αυτή η δολοφονία που πιέζει ιδιαίτερα το Ιράν σκοπεύει στην κλιμάκωση της έντασης σε μια  προσπάθεια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, με τη βεβαιότητα της δύναμής του,  να εδραιώσει τον έλεγχό του στην πιο σημαντική περιοχή παραγωγής ενέργειας στον κόσμο.
Αυτή η δολοφονία μαζί  με τις προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ για την κατάρρευση της οικονομίας του Ιράν δεν μπορούν να διαχωριστούν από την ιστορία του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ στη συγκεκριμένη περιοχή. Οι αμερικανικές επιθέσεις υπογραμμίζουν έναν κόσμο που υπόκειται σε σημαντικές αλλαγές, καθώς η Κίνα, η Ρωσία αλλά και οι περιφερειακές δυνάμεις όπως το Ιράν επιδιώκουν να αντικαταστήσουν ή αμφισβητούν την απόλυτη στρατιωτική ηγεμονία των ΗΠΑ. Εξάλλου, η πραγματικότητα είναι πως το Ιράν εδώ και δεκαετίες πιέζεται από την περικύκλωση των ΗΠΑ και τις προσπάθειες για αλλαγή καθεστώτος μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, που ανέτρεψε τον Σάχη, μια πιστή αμερικανική μαριονέτα και σύμμαχο του Ισραήλ. Αν λοιπόν  οι Αμερικανοί θυμούνται στην Τεχεράνη του 1979 τις 444 ημέρες κατά τις οποίες 52 διπλωμάτες και πρεσβευτές των ΗΠΑ κρατήθηκαν όμηροι, οι Ιρανοί θα  θυμούνται το πραξικόπημα ΗΠΑ και Βρετανίας το 1953 που ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Μοχάμεντ Μοσαντέκ και επέστρεψε τον Ρεζά Παχλαβί στην εξουσία.
Αυτή η δολοφονία θέτει σε κίνδυνο εκατομμύρια ζωές σε ολόκληρη την περιοχή, κυρίως τη ζωή των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων στο Ιράν, το Ιράκ, το Λίβανο, τη Συρία, την Υεμένη και την Παλαιστίνη. Πρόκειται για μια κραυγαλέα πράξη ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας με τεράστιες συνέπειες. Κοντά στ’ άλλα, μ’ αυτή τη δολοφονία ευρύτερα επιδιώκεται,  με την επίδειξη δύναμης που δεν λογαριάζει κανόνες και καταρρίπτει και τα προσχήματα,  να απειληθεί κάθε αντίσταση στον ιμπεριαλισμό, και όχι μόνο σ’ αυτή την περιοχή, και να παγιωθεί το προηγούμενο της ατιμωρησίας των ΗΠΑ για εγκλήματα πολέμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: