Μια βδομάδα από την μεγάλη τραγωδία της φωτιάς στην Αττική, αρχίζει η αναζήτηση, δειλά είναι η αλήθεια, εκείνων των αδυναμιών που στη συνάντησή τους με τον κίνδυνο της φωτιάς προκάλεσαν την καταστροφή. Κι επειδή οι συνέπειες των φυσικών ή ανθρωπογενών καταστροφών είναι πολυάριθμες και επηρεάζουν όλο το φάσμα της ανθρώπινης ζωής, εφόσον συντελούν στην απότομη διακοπή της κανονικότητας, πάντα υπάρχει ο φόβος να ακολουθήσουν πολιτικά γεγονότα που μπορεί να αποτελέσουν την αφορμή ή ακόμη και την αιτία για μια πολιτική κρίση. Γι’ αυτό κάθε φορά οι κυβερνώντες προσπαθούν να ελέγξουν τις λαϊκές αντιδράσεις, αναδεικνύοντας την ικανότητά τους να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν, να σχεδιάσουν και να υποσχεθούν πολιτικές δράσεις σε κρίσιμες καταστάσεις, αν και πολλές φορές αντιμετωπίζουν την καταστροφή περισσότερο με επικοινωνιακούς όρους, όπως κατηγορείται πως συμβαίνει με την κυβέρνηση των ΑΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Γι’ αυτό κι αποκτά τέτοια βαρύνουσα σημασία πότε ο πρωθυπουργός πληροφορήθηκε την ύπαρξη νεκρών στην περιοχή της πυρκαγιάς.
Σε συνεντεύξεις τους υπουργοί της κυβέρνησης υποδεικνύουν ως μια αιτία της καταστροφής την αυθαίρετη δόμηση. Ο υπουργός άμυνας Π. Καμμένος σε συνέντευξή του στο BBC χαρακτηρίζει έγκλημα από το παρελθόν την άναρχη δόμηση στο Μάτι και σε όλη την ακτογραμμή, όπου οικοδομήθηκαν οι περισσότερες κατοικίες χωρίς την απαραίτητη άδεια. Και ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρ. Σπίρτζης, πρώην πρόεδρος του ΤΕΕ, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ διαβεβαιώνει για το ίδιο θέμα πως «το έγκλημα δεκαετιών ολόκληρων –διότι περί εγκλήματος πρόκειται- δεν θα συνεχιστεί» και ότι ήρθε η ώρα τροποποίησης των οικισμών, για να είναι ασφαλείς, να έχουν επαρκείς οδούς διαφυγής, καθαρισμένα ρέματα, πολεοδομικό σχεδιασμό. Μοιάζει για την κυβέρνηση επικοινωνιακά να είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμη η επίρριψη της ευθύνης για την καταστροφή σε μια χρόνια, πραγματική κατάσταση, για την οποία από τη μια θεωρεί πως η ίδια δεν ευθύνεται και από την άλλη εμμέσως μπορεί να συμπεριλάβει και όλο τον πληθυσμό που ανέχτηκε αλλά και εκμεταλλεύτηκε αυτή την κατάσταση. Όλοι υπεύθυνοι, κανένας υπεύθυνος.
Είναι αλήθεια πως τις ανάγκες στέγασης των, με ραγδαίους ρυθμούς, αστικοποιούμενων πληθυσμών, μέχρι τη δεκαετία του 1970, κάλυψε η αυθαίρετη δόμηση εκτός σχεδίου. Η δόμηση αυτή ευνοήθηκε πολύ από τα κενά της πολεοδομικής νομοθεσίας και την ανοχή των διοικητικών μηχανισμών. Έτσι, αποτέλεσε ουσιαστικά έναν βασικό άξονα της κρατικής κοινωνικής πολιτικής για την κατοικία και κύριο μηχανισμό ανάπτυξης του αστικού χώρου. Από τη δεκαετία του 1970, η κατάσταση ως προς την αυθαίρετη δόμηση διαφοροποιείται ποιοτικά. Το μεγάλο ρεύμα της εσωτερικής μετανάστευσης ανακόπτεται και οι κυρίως ενδιαφερόμενοι δεν είναι πια, σε μεγάλο βαθμό, εξαθλιωμένοι εσωτερικοί μετανάστες, όπως στο προηγούμενο διάστημα. Τώρα πια κατασκευάζονται περισσότερο αυθαίρετα εκτός σχεδίου για κατοικία - συνήθως δεύτερη - αλλά και για κέντρα διασκέδασης, επαγγελματικούς χώρους κ.ο.κ., από άτομα κάθε εισοδηματικού επιπέδου, που δεν στερούνται πρώτης κατοικίας και εκμεταλλεύονται τη νομοθεσία, τους διοικητικούς μηχανισμούς αλλά και ένα είδος «ηθικής δικαίωσης» που καλύπτει την αυθαίρετη δόμηση για πρώτη κατοικία των υποτελών τάξεων.
Θα μπορούσαμε δηλ. να πούμε πως οι πολεοδομικές παροχές προς τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα επιτελούσαν εν μέρει την αποστολή που θα μπορούσε να είχε το διαφημιζόμενο κράτος πρόνοιας, αν δεν ήταν κάκιστης ποιότητας, παρέχοντας δια της παραλήψεως την δυνατότητα στις κατώτερες τάξεις να καλύψουν τις στεγαστικές τους ανάγκες με παράλληλη όμως πρόσδεσή τους στην πολιτική συναλλαγή. Αυτού του είδους η ιδιορρυθμία έδωσε στις υποτελείς τάξεις την δυνατότητα πρόσβασης στην αγορά γης και στα κέρδη που αυτή παρέχει και συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό και στη συναίνεσή μεγάλου τμήματος στην ισχύουσα πολιτική τάξη πραγμάτων.
Εν ολίγοις, η κρατική πολιτική στο ζήτημα της κατοικίας του αστικοποιημένου πληθυσμού δεν ήταν προϊόν αμέλειας ή άγνοιας, αλλά μάλλον μια προσπάθεια τα οφέλη που θα αποκομίσουν εκκολαπτόμενοι μικροαστοί να λειτουργήσουν εξισορροπητικά απέναντι στην φορολογία που υφίστανται, ενώ συγχρόνως η συγκεκριμένη πρακτική τροφοδοτούσε την παραοικονομία με μεγάλες υπεραξίες και η παράνομη δόμηση με τεράστια αφορολόγητα εισοδήματα σε όλους τους κλάδους της οικοδομής και των κατασκευών.
Επομένως, αν για να εξαχθεί κέρδος από τη γη τα ζητούμενα είναι η ιδιοκτησία γης και το κεφάλαιο, στην χώρα μας απροκάλυπτα μεσολαβεί ο πολιτικός παράγοντας και οι κοινωνικές σχέσεις σαν φορείς που πραγματώνουν την ιδιοκτησία και το κεφάλαιο που αποτελεί ακριβώς πολιτική επιλογή του ελληνικού κράτους, και οι καταπατήσεις δημόσιων και ιδιωτικών εδαφών, η εκτός σχεδίου δόμηση αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της επιλογής. Η περιαστική και αγροτική γη που μετατρέπεται σε αστική μέσω της οικοπεδοποίησης και της αυθαίρετης δόμησης από την οποία επωφελούνται κατά καιρούς, έστω και λίγο, όλες οι κοινωνικές τάξεις, εξισορροπώντας την απουσία κρατικής πρόνοιας απέναντι στις κατώτερες τάξεις με βάση την ανοχή και την καλλιέργεια της παρανομίας από το ίδιο το κράτος, είναι πολιτική επιλογή της κυρίαρχης τάξης που κυβερνά. Η αξία γης, η γαιοπρόσοδος, αναδεικνύεται το ισχυρότερο μέσο ανέλιξης που διέθετε κανείς, το δέσιμο με τη γη γίνεται κομμάτι της προσωπικότητας του καθενός, ταυτισμένο με την αυτοεκτίμηση και η οικονομική εκμετάλλευση της ιδιοκτησίας γίνεται αυτοσκοπός για την κοινωνική αναγνώριση. Όλη αυτή η κατάσταση πηγάζει από την ίδια την μορφή των οικονομικών σχέσεων και της συναλλαγής μεταξύ των τάξεων στον ελληνικό χώρο, είναι ένα φαινόμενο εκτεταμένο σε ολόκληρη χώρα, σε μια προσπάθεια της κυρίαρχης τάξης να κερδίσει τη συναίνεση των υποτελών τάξεων, παρέχοντας ένα κράτος πρόνοιας με «αλά καρτ» παροχές.
Και κάπως έτσι όταν μας βρίσκουν οι καταστροφές αναζητώντας τους υπεύθυνους αυτοί μας λένε, με εύσχημο τρόπο, να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να αναλωθούμε σε μια ατέλειωτη ενδοσκόπηση, ένας τρόπος κι αυτός για να περιοριστεί η οργανωμένη διεκδίκηση από συνειδητοποιημένη εργατική τάξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου