Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού στρέφεται κατά των πολιτικών, γιατί σύμφωνα με τη διάχυτη άποψη, χρόνια ολόκληρα, λειτουργούσαν με τρόπο που να εξυπηρετούν μόνο τα συμφέροντά τους, ενώ στην καλύτερη περίπτωση φάνηκαν υποδεέστεροι των γεγονότων. Σίγουρα οι αδεξιότητες, η ακαταλληλότητα και η ιδιοτέλεια των πολιτικών προσώπων έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην άσκηση της πολιτικής.
Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού πιστεύουμε ότι ανίκανοι άνθρωποι σε θέσεις κλειδιά, πειθήνια όργανα συμφερόντων αλλότριων με εκείνα μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων, ιδίως τα δύο τελευταία χρόνια, επέβαλλαν μια πολιτική αδιέξοδη.
Οι πολιτικοί σίγουρα χαρακτηρίζονται για τον κομματισμό τους και τις χωρίς όρια φιλοδοξίες οι περισσότεροι. Με το να ανάγουμε όμως τις πολιτικές επιλογές μόνο σε προσωπικές υπάρχει κίνδυνος να εμπλακούμε σε ιστορίες μυστηρίου με ανθρώπους που από τη μια είναι ικανοί να αναγνωρίσουν και να εκμεταλλευτούν τις προσδοκίες και τις διαθεσιμότητες των κοινωνικών ομάδων, και μάλιστα για πολλά χρόνια, και από την άλλη να δείχνουν αντίστοιχη ανικανότητα να ανταποκριθούν σε στοιχειώδεις πολιτικές αναγκαιότητες.
Η αναγωγή των όσων συμβαίνουν μόνο σε υπόθεση ανικανότητας των πολιτικών ή σε υπόθεση συνωμοσιών και δολοπλοκιών ακυρώνει τους λαούς ως υποκείμενο της ιστορίας. Σε όλα τα χρόνια της ευμάρειας αλλά και τώρα του μνημονίου εδώ βρισκόμασταν όλοι, ατομικά και συλλογικά, ό καθένας στη θέση του με το ρόλο του, τη δράση του, την ευθύνη του.
Η δράση των πολιτικών τον τελευταίο καιρό φαίνεται πως μας οδηγεί σε ανατροπές ζωής τέτοιας έκτασης, που κάνει αδύνατη την αντιμετώπιση των νέων συνθηκών που διαμορφώνονται με ατομικές δράσεις και ενέργειες. Οι αποδοκιμασίες, τα γιουχαϊσματα κλπ. εναντίον των πολιτικών είναι απλή έκφραση δικών μας συναισθημάτων, χωρίς στόχο, απλά εκτονωτικές. Από την άνοιξη όμως, με τις πλατείες, έχουμε καθηλωθεί στην απλή έκφραση αγανάκτησης και μόνο μερικές νησίδες αντίστασης, όπως η απεργία στη χαλυβουργία, δείχνουν το δρόμο του αγώνα.
Αντίθετα, οι κυβερνώντες παροδικά υποχωρούν, αποφασιστικά ανασυντάσσονται και ακάθεκτοι επιβάλλουν, με νέους τρόπους, τις πολιτικές αποφάσεις που τους όρισαν. Η απάντηση των κυρίαρχων τάξεων, κι εδώ και στην Ιταλια, στην απαξίωση των πολιτικών ήταν η θεοποίηση των τεχνοκρατών και μάλιστα παραδίδοντάς τους την διακυβέρνηση της χώρας, για να εφαρμόσουν το ίδιο πρόγραμμα που λίγο πριν εφάρμοζαν οι πολιτικοί.
Μεγάλο τμήμα του λαού προσδοκά λύση από τον Παπαδήμο ως τεχνοκράτη, ως ειδικό. Παραβλέπει ότι κι αυτός, όπως και ο προηγούμενος πρωθυπουργός, εφαρμόζει πολιτική που του έχει υπαγορευθεί από το κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα και ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι πως οι στόχοι του θα επιτευχθούν με τη σιωπηρή η εικαζόμενη συγκατάθεση της πλειοψηφίας του πληθυσμού.
Συγχρόνως, επιδιώκοντας την απολιτικοποίηση της όλης κατάστασης, ο Παπαδήμος συμπεριφέρεται σαν να μην έχει μια πραγματική πολιτική βούληση, δήθεν κάνει διάγνωση της κατάστασης και με βάση αυτή αντλεί τα συμπεράσματά του που υπαγορεύουν τις αποφάσεις του. Κι όμως το έργο του είναι σαφώς πολιτικό, ακόμα κι αν η κυβέρνησή του αποτελούνταν μόνο από τεχνοκράτες, αφού το έργο του αφορά σε προβλήματα της κοινωνίας μέσω της άσκησης της εξουσίας.
Η όλη αντίληψη που τα κυρίαρχα μέσα επικοινωνίας, στην προσπάθειά τους να στηρίξουν τον Παπαδήμο, θέλουν να υποβάλλουν είναι η άρνηση για οποιαδήποτε συνολική πολιτική ερμηνεία της όλης κατάστασης, υπογραμμίζοντας συνεχώς την οικονομίστικη προοπτική, τονίζοντας τη σημασία του ορθού λόγου- όλες οι αποφάσεις είναι για «εξορθολογισμό» του δημόσιου βίου.
Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού πιστεύουμε ότι ανίκανοι άνθρωποι σε θέσεις κλειδιά, πειθήνια όργανα συμφερόντων αλλότριων με εκείνα μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων, ιδίως τα δύο τελευταία χρόνια, επέβαλλαν μια πολιτική αδιέξοδη.
Οι πολιτικοί σίγουρα χαρακτηρίζονται για τον κομματισμό τους και τις χωρίς όρια φιλοδοξίες οι περισσότεροι. Με το να ανάγουμε όμως τις πολιτικές επιλογές μόνο σε προσωπικές υπάρχει κίνδυνος να εμπλακούμε σε ιστορίες μυστηρίου με ανθρώπους που από τη μια είναι ικανοί να αναγνωρίσουν και να εκμεταλλευτούν τις προσδοκίες και τις διαθεσιμότητες των κοινωνικών ομάδων, και μάλιστα για πολλά χρόνια, και από την άλλη να δείχνουν αντίστοιχη ανικανότητα να ανταποκριθούν σε στοιχειώδεις πολιτικές αναγκαιότητες.
Η αναγωγή των όσων συμβαίνουν μόνο σε υπόθεση ανικανότητας των πολιτικών ή σε υπόθεση συνωμοσιών και δολοπλοκιών ακυρώνει τους λαούς ως υποκείμενο της ιστορίας. Σε όλα τα χρόνια της ευμάρειας αλλά και τώρα του μνημονίου εδώ βρισκόμασταν όλοι, ατομικά και συλλογικά, ό καθένας στη θέση του με το ρόλο του, τη δράση του, την ευθύνη του.
Η δράση των πολιτικών τον τελευταίο καιρό φαίνεται πως μας οδηγεί σε ανατροπές ζωής τέτοιας έκτασης, που κάνει αδύνατη την αντιμετώπιση των νέων συνθηκών που διαμορφώνονται με ατομικές δράσεις και ενέργειες. Οι αποδοκιμασίες, τα γιουχαϊσματα κλπ. εναντίον των πολιτικών είναι απλή έκφραση δικών μας συναισθημάτων, χωρίς στόχο, απλά εκτονωτικές. Από την άνοιξη όμως, με τις πλατείες, έχουμε καθηλωθεί στην απλή έκφραση αγανάκτησης και μόνο μερικές νησίδες αντίστασης, όπως η απεργία στη χαλυβουργία, δείχνουν το δρόμο του αγώνα.
Αντίθετα, οι κυβερνώντες παροδικά υποχωρούν, αποφασιστικά ανασυντάσσονται και ακάθεκτοι επιβάλλουν, με νέους τρόπους, τις πολιτικές αποφάσεις που τους όρισαν. Η απάντηση των κυρίαρχων τάξεων, κι εδώ και στην Ιταλια, στην απαξίωση των πολιτικών ήταν η θεοποίηση των τεχνοκρατών και μάλιστα παραδίδοντάς τους την διακυβέρνηση της χώρας, για να εφαρμόσουν το ίδιο πρόγραμμα που λίγο πριν εφάρμοζαν οι πολιτικοί.
Μεγάλο τμήμα του λαού προσδοκά λύση από τον Παπαδήμο ως τεχνοκράτη, ως ειδικό. Παραβλέπει ότι κι αυτός, όπως και ο προηγούμενος πρωθυπουργός, εφαρμόζει πολιτική που του έχει υπαγορευθεί από το κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα και ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι πως οι στόχοι του θα επιτευχθούν με τη σιωπηρή η εικαζόμενη συγκατάθεση της πλειοψηφίας του πληθυσμού.
Συγχρόνως, επιδιώκοντας την απολιτικοποίηση της όλης κατάστασης, ο Παπαδήμος συμπεριφέρεται σαν να μην έχει μια πραγματική πολιτική βούληση, δήθεν κάνει διάγνωση της κατάστασης και με βάση αυτή αντλεί τα συμπεράσματά του που υπαγορεύουν τις αποφάσεις του. Κι όμως το έργο του είναι σαφώς πολιτικό, ακόμα κι αν η κυβέρνησή του αποτελούνταν μόνο από τεχνοκράτες, αφού το έργο του αφορά σε προβλήματα της κοινωνίας μέσω της άσκησης της εξουσίας.
Η όλη αντίληψη που τα κυρίαρχα μέσα επικοινωνίας, στην προσπάθειά τους να στηρίξουν τον Παπαδήμο, θέλουν να υποβάλλουν είναι η άρνηση για οποιαδήποτε συνολική πολιτική ερμηνεία της όλης κατάστασης, υπογραμμίζοντας συνεχώς την οικονομίστικη προοπτική, τονίζοντας τη σημασία του ορθού λόγου- όλες οι αποφάσεις είναι για «εξορθολογισμό» του δημόσιου βίου.
Και φυσικά οι πολιτικές ιδεολογίες είναι ξεπερασμένες. Ο Παπαδήμος δεν θεμελιώνει την εξουσία του σε μια πολιτική ιδεολογία ουτε στην χαρισματικότητα, που μάλιστα δεν συμβαδίζει με τη λογική, αλλά ως ειδικός θα διαχειριστεί την κρίση. Και δεν υπάρχει παρά μόνο μια ορθή λύση, μόνο μια στάση που αρμόζει στα δεδομένα του προβλήματος που συνθέτουν η πολιτική, η οικονομική και η κοινωνική πραγματικότητα, αυτή που θα προτείνει ο ειδικός.
Η σχεδόν μηχανιστική αντίληψη που ο τεχνοκράτης προκρίνει για την κοινωνία, την περιορίζει σ’ ένα κόσμο σχέσεων ισχύος και αντιτιθέμενων συμφερόντων, σε προσωπικό η το πολύ επαγγελματικό επίπεδο, που ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός μας, η νέα πεφωτισμένη δεσποτεία, σε ρόλο διαιτητή, θα επιχειρήσει να εξομαλύνει, επικαλούμενος την αρχή της συνεννόησης, ενώ θα προσπαθήσει να ελαχιστοποιήσει τους αστάθμητους παράγοντες.
Στον καιρό της ευμάρειας όλοι ετούτοι οι τεχνοκράτες χάνονταν στον ατέλειωτο λαβύρινθο βελτίωσης των επιδόσεων που οδηγούσε στην αέναη αύξηση της παραγωγής, του βιοτικού επιπέδου κλπ. Η θριαμβευτική αυτή φρασεολογία ηχεί πια ψεύτικη, παρόλο που γίνεται προσπάθεια να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα – ανεπιτυχώς.
Οι συνεχείς όμως αποσπασματικές οικονομικές αναλύσεις, οι επίμονες λεπτομερείς πληροφορίες για το ακριβές ποσόν του χρέους ή των τόκων, κλπ. γενικά η πριμοδότηση θεμάτων πολύ εξειδικευμένου ενδιαφέροντος αποτρέπουν τη συνολικότερη προσέγγιση της όλης κατάστασης, που είναι θέμα πολιτικής και ταξικής σύγκρουσης.
Ενώ ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός μας θέλει να «υπερίπταται» των ιδεολογικών συστημάτων και φέρεται να ενδιαφέρεται μόνο για την αποτελεσματικότητα του, η αδυναμία του να συγκαλύψει τους πραγματικούς του στόχους, τον κάνουν να καταφεύγει σε … υπερβατικού νοήματος φρασεολογία. «Για μένα κόκκινη γραμμή είναι η σωτηρία της χώρας» δηλώνει.
Η διαφορά ενός τεχνοκράτη από έναν ιεραπόστολο να υποθέσουμε ότι είναι το αντικείμενο της σωτηρίας; Για χώρα ενδιαφέρεται ο τεχνοκράτης, για ψυχή ο ιεραπόστολος. Τα αποτελέσματα της δράσης του ιεραποστόλου τα βίωσαν οι λαοί εκτός Ευρώπης.
Περιμένουμε κι εμείς να αποκτήσουμε τη γνώση δια της βιωματικής μάθησης πριν αντιδράσουμε;
Η σχεδόν μηχανιστική αντίληψη που ο τεχνοκράτης προκρίνει για την κοινωνία, την περιορίζει σ’ ένα κόσμο σχέσεων ισχύος και αντιτιθέμενων συμφερόντων, σε προσωπικό η το πολύ επαγγελματικό επίπεδο, που ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός μας, η νέα πεφωτισμένη δεσποτεία, σε ρόλο διαιτητή, θα επιχειρήσει να εξομαλύνει, επικαλούμενος την αρχή της συνεννόησης, ενώ θα προσπαθήσει να ελαχιστοποιήσει τους αστάθμητους παράγοντες.
Στον καιρό της ευμάρειας όλοι ετούτοι οι τεχνοκράτες χάνονταν στον ατέλειωτο λαβύρινθο βελτίωσης των επιδόσεων που οδηγούσε στην αέναη αύξηση της παραγωγής, του βιοτικού επιπέδου κλπ. Η θριαμβευτική αυτή φρασεολογία ηχεί πια ψεύτικη, παρόλο που γίνεται προσπάθεια να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα – ανεπιτυχώς.
Οι συνεχείς όμως αποσπασματικές οικονομικές αναλύσεις, οι επίμονες λεπτομερείς πληροφορίες για το ακριβές ποσόν του χρέους ή των τόκων, κλπ. γενικά η πριμοδότηση θεμάτων πολύ εξειδικευμένου ενδιαφέροντος αποτρέπουν τη συνολικότερη προσέγγιση της όλης κατάστασης, που είναι θέμα πολιτικής και ταξικής σύγκρουσης.
Ενώ ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός μας θέλει να «υπερίπταται» των ιδεολογικών συστημάτων και φέρεται να ενδιαφέρεται μόνο για την αποτελεσματικότητα του, η αδυναμία του να συγκαλύψει τους πραγματικούς του στόχους, τον κάνουν να καταφεύγει σε … υπερβατικού νοήματος φρασεολογία. «Για μένα κόκκινη γραμμή είναι η σωτηρία της χώρας» δηλώνει.
Η διαφορά ενός τεχνοκράτη από έναν ιεραπόστολο να υποθέσουμε ότι είναι το αντικείμενο της σωτηρίας; Για χώρα ενδιαφέρεται ο τεχνοκράτης, για ψυχή ο ιεραπόστολος. Τα αποτελέσματα της δράσης του ιεραποστόλου τα βίωσαν οι λαοί εκτός Ευρώπης.
Περιμένουμε κι εμείς να αποκτήσουμε τη γνώση δια της βιωματικής μάθησης πριν αντιδράσουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου