Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων στην ανακοίνωσή της,  μετά τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν για την 10ετή ποινή κάθειρξης που επιβλήθηκε σε καθαρίστρια η οποία παρουσίασε πλαστό απολυτήριο δημοτικού σχολείου, ενώ αυτή είχε ολοκληρώσει μόνο την Ε Δημοτικού, προκειμένου να προσληφθεί στο Δήμο ως καθαρίστρια,  επισημαίνει την ανάγκη «εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων», ενώ, ισχυριζόμενη πως οι αποφάσεις πάντα εκδίδονται μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας, δικαιολογεί την απόφαση του Εφετείου, επιρρίπτοντας την ευθύνη  για την αναντιστοιχία ποινής και αδικήματος στον ίδιο το νόμο που σχετίζεται με τις ιστορικές συνθήκες που ψηφίστηκε.
               Για άλλη μια φορά, και σε περιπτώσεις με ελάσσονα ενδιαφέρον,  η δικαστική σφαίρα γίνεται το πεδίο όπου την εκδήλωση της ταξικής εκμετάλλευσης προσπαθεί το νομικό μας σύστημα να διευθετήσει προς όφελος του κυρίαρχου συστήματος. Ακόμα και η απουσία νομικής κατάρτισης δεν εμποδίζει  ν’ αναρωτηθεί κανείς  για το κριτήριο που οι δικαστές χρησιμοποίησαν, ώστε να παραπεμφθεί η καθαρίστρια  με το κατηγορητήριο της κατάχρησης δημόσιου χρήματος και όχι  με την κατηγορία παραποίησης πιστοποιητικού, όταν μάλιστα αυτό έγινε με σκοπό τη συντήρηση κι επιβίωσή της, κι όταν  για τις αποδοχές που λάμβανε παρείχε τις αντίστοιχες υπηρεσίες.
             Κι αυτή η περίπτωση έρχεται να προστεθεί στις αρνητικές εμπειρίες και αντιλήψεις σχετικά με το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στην αστική πολιτεία, ιδιαίτερα για ανθρώπους των οποίων η κοινωνική θέση βρίσκεται κοντά στο κατώτατο σημείο μιας άνισης δομής. Κι έτσι το σύστημα της δικαιοσύνης αυτοδιαψεύδεται πως είναι ένας θεσμός για την επανόρθωση αδικιών και πως χάρη στη διαβάθμιση των δικαστηρίων σε  ανώτερα δικαστήρια, εφετεία και ούτω καθεξής, διασφαλίζεται η απόλυτη δικαιοσύνη και  ότι ο αριθμός των αποτυχιών απονομής της  δικαιοσύνης μειώνεται στο ελάχιστο.
            Η δικαιοσύνη περιλαμβάνεται μεταξύ των διαφόρων θεσμικών οργάνων του αστικού κράτους που χρησιμεύουν για να καταπιέζουν, αλλά κυρίως σε αστικές εκσυγχρονισμένες δημοκρατίες να  πείθουν, ακόμα και εξαπατώντας  τις εργαζόμενες μάζες. Γι’ αυτό ένα δικαστικό σύστημα είναι θεμελιώδους σημασίας και οι αδικίες που γίνονται αντιληπτές στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης  υπάρχει ο κίνδυνος να μεταφραστούν σε πεποίθηση ότι το δικαστικό σύστημα στο σύνολό του είναι άδικο. Μ’ αυτόν τον τρόπο όμως μειώνεται η  ικανότητά του να επιβάλλει την υποταγή  στις μεγάλες μάζες,  επειδή εάν δεν πιστεύουν ότι πρόκειται για ένα αμερόληπτο, ισότιμο, διαφανές και βασισμένο στην αρχή της ισότητας σύστημα που εφαρμόζει το κράτος δικαίου, δεν θεωρούν τους νόμους του αστικού κράτους  ως δικούς τους νόμους. Κι έτσι παύει να είναι ισχυρή η ιδέα του νόμου στα χέρια της κυρίαρχης τάξης για να διατηρεί  μέσω αυτής της ιδέας υπό έλεγχο τις εκμεταλλευόμενες τάξεις.  
               Η αντίληψη πως το κοινωνικό σύνολο ταυτίζεται με το κράτος, το οποίο λειτουργεί  προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, αδιακρίτως ταξικών διαφορών, θεωρεί την εφαρμογή της δικαιοσύνης ως κύρια αρετή και εστιάζει το ενδιαφέρον στη διαμόρφωση αρχών για την ύπαρξη ιδανικών νόμων και δίκαιης ανάθεσης καθηκόντων και απονομής δικαιωμάτων. Όμως  ο τρόπος με τον οποίο παράγουμε τα μέσα διαβίωσής μας εξηγεί τη φύση των οικονομικών θεσμών που έχουμε, γεγονός που εξηγεί τη φύση των πολιτικών θεσμών και ακόμα και  τις ηθικές αντιλήψεις που ενστερνιζόμαστε. Σ’ αυτές αντανακλώνται, όχι πάντα άμεσα και ευθύγραμμα, οι πραγματικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων που εμπλέκονται στην παραγωγή, στην οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας, με την κυρίαρχη τάξη να εκμεταλλεύεται και να καταπιέζει.
               Σε μια τέτοια ταξική κοινωνία ο νόμος είναι ένα μέσον αυτής της εξουσίας, και είναι εμφανής η έλλειψη αυτονομίας του. Μπορεί να μοιάζει βολικό να μιλάμε για τον νόμο σαν να λειτουργεί ανεξάρτητα από τις εξωτερικές επιρροές, αλλά ήδη το πρόσφατο παράδειγμα με την καθαρίστρια και τις ενέργειες της ίδιας της δικαστικής εξουσίας, εκ των υστέρων, και της εκτελεστικής εξουσίας, μετά τις αντιδράσεις,  το αναδεικνύει ως ρητορική κενολογία.
Η κριτική στάση λοιπόν απέναντι  στην καπιταλιστική οικονομία από τη σκοπιά της δικαιοσύνης  παρέχει ένα ανεξάρτητο επίπεδο, όπου η εκτίμηση ότι κάτι είναι δίκαιο ή άδικο ξεκινά με μια έννοια του ιδεώδους κράτους, το οποίο θα είναι ακριβώς σύμφωνα με τους νόμους της ιδανικής πολιτείας. Κι έτσι στη συνέχεια ο καπιταλισμός μπορεί να επικριθεί επειδή υπολείπεται απ’ αυτό το ιδεώδες. Μόνο που η φύση του κράτους καθορίζεται από τον τρόπο παραγωγής και δεν υιοθετεί, με τη λειτουργία της δικαιοσύνης,  παρά κανόνες που ταιριάζουν σε μια αποτελεσματική για την άρχουσα τάξη οργάνωση της παραγωγής. Κι αφού λοιπόν ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ιδιοκτησία και κέρδη και η δικαιοσύνη γενικά σ’ αυτόν ορίζεται από την άποψη της συμβατότητας μ’ αυτόν τον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής.
Επιπλέον, στην ανακοίνωσή του για την υπόθεση, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών με την επισήμανσή του για  πιθανή τέλεση αδικήματος «σε βάρος ενδεχομένως άλλων συνυποψηφίων για την ίδια υπαλληλική θέση», αναδεικνύει την ανταγωνιστικότητα, αν όχι αντιπαλότητα, για εξασφάλιση μέσω εργασίας μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης. Κι αν ακόμα ο καθορισμός κριτηρίων δίνει την εντύπωση της εξασφάλισης ισότητας ευκαιριών και αντικειμενικότητας επιλογής, μη ξεχνάμε ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται για μια θέση εργασίας που εξασφαλίζει την επιβίωση. Τα κριτήρια λοιπόν διορισμού  δεν σχετίζονται με ικανότητες και δεξιότητες  για τη θέση, αλλά είναι προσχηματικά, ώστε να επιτρέψουν μια επιλογή στα πλαίσια της ισότητας ευκαιριών. Κι αυτό αποδεικνύει πως η ισότητα καταλήγει κενό γράμμα, όταν δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η αξιοπρεπής διαβίωση για όλους.
Τα αστικό κράτος ως  κράτους δικαίου με την περίφημη ανεξάρτητη δικαιοσύνη του δεν κάνει άλλο παρά να παρέχει τις πολιτικές προϋποθέσεις για την καπιταλιστική παραγωγή - να προστατεύσει την καπιταλιστική ιδιοκτησία, να αστυνομεύει τις συναλλαγές διαφόρων μελών της άρχουσας τάξης μεταξύ τους, να καταστέλλει τις αντιδράσεις των εκμεταλλευομένων, να νομιμοποιεί και στις υποτελείς τάξεις τον καπιταλιστικό κανόνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: