Και ζούμε το παράδοξο τη μια μέρα να καλεί ο πρόεδρος της ελληνικής δημοκρατίας Πρ.
Παυλόπουλου τον αμερικανό πρόεδρο Μπ. Ομπάμα να μην λησμονήσει την Ελλάδα μετά
την ολοκλήρωση της θητείας του, υπενθυμίζοντας τους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη,
«μη λησμονάτε τη χώρα μου», και την άλλη
ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας να διαβεβαιώνει στη Βουλή, στην ειδική συνεδρίαση της
ολομέλειας για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ότι «Κρατούμε το νήμα της εξέγερσης και
δημιουργούμε τη νέα Ελλάδα».
Η κυρίαρχη εξουσία επιβάλλεται
και με τη γλώσσα, όπου το νόημα λέξεων και προτάσεων αναζητείται και σε συσχετισμό με τα
συμφέροντα και τις επιδιώξεις της. Πρόεδρος της δημοκρατίας και πρωθυπουργός,
και όχι μόνο αυτοί, καταποντίζουν τις έννοιες
κάτω από το βάρος των λέξεων που χρησιμοποιούν. Γιατί οι λέξεις αλλάζουν στο στόμα τους τη σημασία τους και αρχίζουν να σημαίνουν άλλες έννοιες.
Ο Πρ. Παυλόπουλος αυθαίρετα χρησιμοποιώντας το
στίχο του Ελύτη για τη δουλοπρεπή
απεύθυνσή του στον αμερικανό πρόεδρο θέλησε συνδέοντας δυο ολότελα διαφορετικές
περιοχές αναφοράς –αγώνας κι αυταπάρνηση λαού, επίσκεψη Μπ. Ομπάμα- και
με εννοιολογική αλλοίωση του στίχου, να
ενεργοποιήσει για το παρόν συμβάν, την επίσκεψη Ομπάμα και την αντιμετώπισή της
από την ελληνική πολιτεία, μνήμες και συναισθήματα που συνδέονται με τον
ιστορικά φορτισμένα στίχο του ποιητή.
Από την άλλη, ό,τι λέγεται από την κυρίαρχη εξουσία για την εξέγερση του
πολυτεχνείου δεν κάνει άλλο από το να αποτραβά το βλέμμα από το εστιακό σημείο της εξέγερσης –και ξεχνιέται το έξω το
ΝΑΤΟ, έξω οι Αμερικανοί- και οικειοποιείται τμήματα της πραγματικότητας εκείνης,
το αίτημα για δημοκρατία, επανανοηματοδοτώντας τα.
Βέβαια η εξέγερση του Πολυτεχνείου όσο κι αν έχει χαρακτηριστικά που
μπορούν να την εντάξουν στις νεανικές εξεγέρσεις των πανεπιστημίων της Αμερικής,
του παρισινού Μάη κλπ. που διαμόρφωσε έναν νέο κοινό τόπο, νέο στερεότυπο στην εικόνα του νέου που αμφισβητεί
κι επαναστατεί, η ύπαρξη της δικτατορίας, κατάληξη του μετεμφυλιακού κράτους, της έδωσε χαρακτήρα εκρηκτικό που οδήγησε σε
μετωπική αντιπαράθεση με την χουντική εξουσία και εξασφάλιζε σε ένα μεγάλο
βαθμό και τη λαϊκή συναίνεση. Γι’ αυτό και το ιδεολογικό περιεχόμενο της εξέγερσης μοιάζει
να έχει λιγότερο επηρεαστεί από ιδέες
και θεωρίες εξ Εσπερίας (αντιεξουσιαστικές ιδέες, φεμινιστικές, οικολογικές
ιδέες κλπ) και περισσότερο, αν όχι κυρίως, από τις αξίες που η ελληνική
αριστερά πρόβαλε μεταπολεμικά και ήταν υπό διωγμό –ανεξαρτησία από ξένα κέντρα,
εκδημοκρατισμό, νομιμότητα, ισοπολιτεία, εξασφάλιση επιβίωσης, κλπ.
Το Πολυτεχνείο
όμως χρόνια τώρα χρησιμοποιείται ως μια
βολική αφορμή για να εκθειαστεί η δημοκρατία που βιώνουμε σε αντίθεση με τη
χούντα με τα τανκς εκείνης της εποχής, να αναδειχτεί ως συλλογικό υποκείμενο η
νεολαία με την πολιτιστική της ομοιομορφία
πέρα από ταξικούς προσδιορισμούς, να εστιαστεί η προσοχή μας σε αιτήματα
στο επίπεδο θεσμών και γενεών και όχι τρόπου οργάνωσης της παραγωγής.
Η ιστορία λοιπόν για την κυρίαρχη
εξουσία γίνεται ένα ελεύθερο παιχνίδι με το παρελθόν. Επιλέγει η κυρίαρχη
εξουσία ό,τι προτιμά απ’ αυτήν και ό,τι τη
συμφέρει, ένας ασταμάτητος παραληρηματικός μονόλογος αναθεώρησης του παρελθόντος
κατά τη βούλησή της επικυρώνει τη
δημιουργικότητά της σε σχέση με γεγονότα που επειδή «συνέβησαν» δεν αναιρούνται,
και η κατανόησή τους εγγράφεται στο
φόντο της κατάτμησης της πραγματικότητας. Κι έτσι μπαίνει στο περιθώριο η διαλεύκανση των διαλεκτικών
διασυνδέσεων μεταξύ της πολιτικής των ΗΠΑ στη Μ. Ανατολή, του
αραβοϊσραηλινού πολέμου, της δικής μας δικτατορίας.
Δεν αναζητούνται ενοποιητική αρχή
σε γεγονότα και λόγια και οι διαλεκτικές
διασυνδέσεις μεταξύ όλων των πραγμάτων. Ο όρος κατατεμαχισμός του παρελθόντος
καταντά σχεδόν ανεπαρκής, γιατί δεν είναι απλώς ζήτημα διάσπασης μιας ενότητας,
αλλά για εμφάνιση αυτού που θα χαρακτηρίζαμε πολλαπλού μέσα από ασύνδετες σειρές συμβάντων,
ειδών λόγου, ταξινομήσεων, τμημάτων της πραγματικότητας. Και δεν είναι, απλώς
μια συνύπαρξη πολλαπλών και αλληλοδιαδόχων κόσμων παρά ένας συμφυρμός ασύνδετων
και συγκεχυμένων συνόλων και υποσυστημάτων που έχουν χάσει το νόημά τους. Σαν η
πραγματικότητα να οργανώνεται έτσι που τα γεγονότα δεν έχουν σχέση το ένα με το
άλλο, δεν υπάρχει ενοποιητική αρχή. Κι όμως εμφύλιος και δικτατορία,
μεταπολίτευση και οικονομική κατάρρευση για να κατανοηθούν ιστορικά πρέπει να
αναζητηθεί το ουσιώδες, αυτό που τα συνδέει κι απορρέει από τον συγκεκριμένο
τρόπο παραγωγής που είναι ο καπιταλιστικός με τα παρεπόμενά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου