Σάββατο 26 Ιουλίου 2025

ΥΠΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

 

Η αγωνιστική κινητοποίηση στο λιμάνι της Σύρου που εμπόδισε ισραηλινούς τουρίστες να κατέβουν από το κρουαζερόπλοιό τους  προκάλεσε διπλωματική κινητοποίηση με επιτιμητικό τηλεφώνημα   του υπουργού των εξωτερικών του Ισραήλ Γεδεών Σααρ  προς τον Έλληνα υπουργό εξωτερικών  Γ. Γεροπετρίτη. Η υποτελής  πολιτική της κυβέρνησής μας, που ελπίζοντας σε οφέλη της κυρίαρχης τάξης δεν τολμά ούτε φραστικά να καταδικάσει την εγκληματική πολιτική του Ισραήλ, εκφράστηκε και από  τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Π. Μαρινάκη που μίλησε για φασισμό και ρατσισμό και ζήτησε την επιβολή νόμου και τάξης. Για ν’ ανταποκριθεί άμεσα  ο υπουργός Προστασίας του Πολίτης Μ. Χρυσοχοΐδης  που απείλησε ότι σε αντίστοιχα περιστατικά θα ενεργοποιείται ο αντιρατσιστικός νόμος. Και φυσικά  δεν παρέλειψαν πέραν των  υπουργών και λοιποί παρατρεχάμενοι να καταδικάζουν τη διαμαρτυρία, να εκτοξεύουν κατηγορίες  για αντισημιτισμό και να υπενθυμίζουν την ανάγκη για αύξηση των τουριστών, αποσυνδέοντας τον τουρισμό από την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα.
          Να λοιπόν, που η …βαριά μας βιομηχανία, ο τουρισμός, επιστρατεύεται για να δικαιολογήσει τη δουλική πολιτική της κυβέρνησης και στην πραγματικότητα  αποδεικνύεται μια ιδιαίτερη ευάλωτη δραστηριότητα. Η οποία μάλιστα απαιτεί, για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά της, να δίνεται προτεραιότητα στους αμφίβολους οικονομικούς στόχους, αδιαφορώντας για κάθε έννοια δικαιοσύνης, ακόμα και πολιτικής αξιοπρέπειας.
         Επειδή ο τουρίστας ταξιδεύει με τον πολιτισμό του, είναι, ακόμα κι αν δεν το γνωρίζει ή δεν το θέλει, ο de facto εκπρόσωπος της χώρας από την οποία προέρχεται. Και οι ισραηλινοί, αυτοί οι στρατιώτες που σφαγιάζουν Παλαιστίνιους και στέλνονται σε διακοπές για να ξεκουραστούν, μεταφέρουν στις χώρες που πάνε για τουρισμό εκείνες τις αξίες που ενστερνίζεται το κράτος τους και τους επιτρέπουν να συμπεριφέρονται με κτηνωδία. Η κινητοποίηση λοιπόν εκδήλωνε την απόρριψη αυτών των «αξιών», αυτών των συμπεριφορών.
         Αντί όμως για επανεξέταση των μεθόδων και διαδικασιών λειτουργίας του τουρισμού, τους στόχους προτεραιότητάς του με αφορμή την κινητοποίηση στη Σύρο, έσπευσαν κυβερνώντες και οι συν αυτοίς σε καταδίκη της κινητοποίησης και  σε απολογία τους για την ολιγωρία να αποτρέψουν τη διαμαρτυρία ή τουλάχιστον να τιμωρήσουν όσους διαμαρτύρονταν. Καταλήγουν ακόμα και μεταξύ τους ν’ αντάλλασσαν κατηγορίες, όπως μεταξύ Α. Σκέρτσου και Μ. Πυργιώτη, προσπαθώντας να εμφανιστούν βασιλικότεροι του βασιλέως στην καταδίκη κινητοποιήσεων εναντίον της γενοκτόνου πολιτικής του Ισραήλ.
           Επαίρεται η κυρίαρχη εξουσία επειδή  έχει μετατραπεί όλη η Ελλάδα σ’ ένα απέραντο τουριστικό θέρετρο, με υποαμειβόμενες θέσεις εργασίας και μέλλον εξαρτώμενο από τις διαθέσεις και τις πολιτικές κρατών που μας …προμηθεύουν τουρίστες. Η έπαρση του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για τα  «ήρεμα νερά στο Αιγαίο», που, με μια αμφισβητούμενη διπλωματία με άδηλα αποτελέσματα, έχει καταφέρει, στηρίζεται στη διαφημιζόμενη ασφάλεια η οποία  έχει γίνει πολιτική και οικονομική επιταγή της διακυβέρνησής του. Ο τουρισμός υπερπροστατευόμενος, γίνεται το επίκεντρο της  οικονομίας,  αφού ο τουρισμός και οι συναφείς μ’ αυτόν δραστηριότητες  κατέληξαν να συνεισφέρουν περισσότερο από  το 30% στο ΑΕΠ.
          Ο κυρίαρχος λόγος αρνείται φυσικά να δει  κι εκείνη την οπτική, είτε αρέσει είτε όχι, που συνδέει τα οργανωμένα ταξίδια με την ιδέα της κατάκτησης, με το αθώο πρόσχημα του μαζικού τουρισμού, που καταλήγει σε μια άλλη μορφή ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Πύρινους λόγους απαξίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης εκτοξεύουν   προς το πανελλήνιο υπουργοί, όπως ο Θ. Πλεύρης, για την χαρακτηριζόμενη εισβολή μερικών χιλιάδων κατατρεγμένων, την ίδια στιγμή που για χάρη των εκατομμυρίων ορδών από τουρίστες καταστρέφεται το  φυσικό περιβάλλον, αλλοιώνεται το πολιτιστικό παρελθόν, εκπαιδευόμαστε στην υπηρέτηση όποιων πληρώνουν.
         Μήπως λοιπόν θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν αυτό το είδος τουρισμού, με τον τρόπο που οργανώνεται στη χώρα μας, μοιάζει μ’ ένα κατάλοιπο αποικιοκρατίας, επαναλαμβάνοντάς τις άνισες σχέσεις κυριαρχίας μεταξύ λαών και πολιτισμών, με το χάσμα να ενισχύεται από την τερατώδη δύναμη του χρήματος; Μήπως βιώνουμε μια τέτοια αίσθηση,  γι’ αυτό στη Β. Ελλάδα το πλήθος τουριστών από τις Βαλκανικές χώρες προβληματίζει  τους κατοίκους της που πίστευαν σε κυβερνητικές διακηρύξεις ότι η Ελλάδα, θυμίζοντας  τη μεγαλομανή Μαντάμ Σουσού,  υπερέχει οικονομικά και πολιτιστικά από αυτές και διαπιστώνουν ότι τώρα δεν κάνουν άλλο από το να ξεπουλάνε σε τιμή ευκαιρίας ό,τι μπορεί να αποφέρει κάποια χρήματα;
         Οι θεωρίες που επαναλαμβάνονταν για δεκαετίες, ότι τα ταξίδια και ο τουρισμός μπορούν να αποτελέσουν ελπίδα για μια υποθετική διαρκή ειρήνη έχουν διαψευστεί παταγωδώς, καθώς έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο συνεχούς γεωπολιτικής αστάθειας και ο τουρισμός φαίνεται να χάνει το πλεονέκτημά του, σαν το καλύτερο παράδειγμα μιας πιθανής ειρηνικής συνάντησης κατοίκων από διάφορες χώρες και καταλήγει να είναι μια σχεδόν υποτελής οικονομική συναλλαγή. Είναι που όσο οι σκανδαλώδεις ανισότητες που διέπουν την ιμπεριαλιστική τάξη συνεχίζουν το υπονομευτικό τους έργο σχεδόν παντού στον κόσμο, παραμένουν ελάχιστες ελπίδες να δούμε το ταξίδι να συμβάλλει σε μια συναδέλφωση λαών.  Ο  τουρισμός καταλήγει ένα σύγχρονο είδωλο της αποικιοκρατίας, με ρούχα πιο αξιοπρεπή, προθέσεις πιο ειρηνικές. Ακόμα και η  αναίσχυντη πρόταση του Τραμπ για μετατροπή της ισοπεδωμένης Γάζας σε Ριβιέρα της Μ. Ανατολής, ενώ χαρακτηρίζεται αδιανόητη από τη Δύση που επιτρέπει και βοηθά μάλιστα τη γενοκτονία του Ισραήλ στη Γάζα, αποκαλύπτει την ιμπεριαλιστική πλευρά του τουρισμού.
         Το ταξίδι θα μπορούσε ίσως να γίνει πηγή στοχασμού για δράσεις συναδέλφωσης, ίσως  ακόμη και να τις προκαλέσει, αλλά σίγουρα δεν  μπορεί να αντικαταστήσει την κινητοποίηση των ανθρώπων ενάντια στις αδικίες και τις ανισότητες, ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση. Ιδιαίτερα στα χρόνια μας που ο μαζικός τουρισμός φέρνει σε επαφή τους τουρίστες με κατασκευασμένα σκηνικά της πραγματικότητας των χωρών που επισκέπτονται, περιορίζοντας την επαφή με τους ιθαγενείς σε οικονομική συναλλαγή.
         Εξάλλου, η  ταξιδιωτική επιθυμία, μέσω της απαίτησης για αναζήτηση της ετερότητας, ουσιαστικά  σηματοδοτεί  την ομογενοποίηση που  επιβάλλει ό,τι ονομάζεται Δύση. Η οποία στην πραγματικότητα  διαδίδει τη δική της εικόνα ανά τον κόσμο, ανεχόμενη μόνο την εικόνα μιας απλοποιημένης διαφορετικότητας προσαρμοσμένης όμως στο δικό της μοντέλο και υπακούοντας πάντα στους όρους της παραγωγής, κατανάλωσης και κέρδους.

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΥ

 

Τελειώνοντας το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα και 80 χρόνια από την αποκάλυψη του αδιανόητου εγκλήματος των Ναζί, το αδιανόητο και πάλι γίνεται πραγματικότητα με απευθείας μάλιστα μετάδοση σ’ όλο τον κόσμο. Και μοιάζει η κυρίαρχη τάξη  στον δυτικό, πολιτισμένο κόσμο να συμμερίζεται τους στόχους και προτεραιότητες του φρικιαστικού έργου της εξάλειψης ενός λαού, συνεχίζοντας  να μιλά για ανθρωπισμό και δικαιώματα προσαρμοσμένα στον διαστρεβλωμένο και διεστραμμένο κόσμο που έχει δημιουργήσει. Φαίνεται ότι χρειάστηκαν λιγότερο από 80 χρόνια για να δημιουργήσουν οι Ισραηλινοί  πολύ χειρότερες συνθήκες για τους Παλαιστίνιους από αυτές που δημιούργησαν οι Ναζί για τους Εβραίους.
         Παλιές λέξεις αποκτούν νέες έννοιες και ο επαναπροσδιορισμός του αντισημιτισμού από το σύνολο της Δύσης, κατά επιταγή του Ισραήλ, επιβάλλει την ταύτισή της σημασίας του με την κριτική στο κράτος του Ισραήλ. Πριν αυτή η λέξη κουβαλούσε όλες τις φρικαλεότητες του ολοκαυτώματος, αλλά πια χρησιμοποιείται η ίδια  λέξη με τον πιο ανέντιμο τρόπο για υπεράσπιση των πιο τρομακτικών πραγμάτων. Η λέξη αντισημιτισμός  δεν μπορεί πια να διαχωριστεί από τη συνεχή και σταθερή εκστρατεία μαζικής εξαπάτησης από κυβερνήσεις, ιδρύματα, άτομα που χρησιμοποιώντας την λέξη με διαφορετική έννοια επιδιώκουν  να γίνουν αποδεκτά τα εγκλήματα του Ισραήλ. Για όλους αυτούς λοιπόν κανείς δεν μπορεί να επικρίνει το Ισραήλ για τις γενοκτονικές του φρικαλεότητες χωρίς να είναι αντισημίτης.
          Η σημασιολογική αλλαγή της συγκεκριμένης λέξης είναι ενδεικτική για το πώς χρησιμοποιείται η γλώσσα σαν πολιτικό εργαλείο φωτίζοντας και  τις κοινωνικές αλλαγές που προωθούνται. Οι λέξεις έχουν σημασία και οι άνθρωποι συχνά αποκαλύπτονται όταν αρχίζουν να μιλούν. Η γλώσσα και η κοσμοθεωρία που η πλειοψηφία των ανθρώπων υιοθετεί συσχετίζονται. Ορισμένες λέξεις και εκφράσεις  που σφυρηλατούνται αδιάκοπα στο σπίτι, το σχολείο, την κοινωνία και προκαλούν ισχυρές εικόνες επηρεάζουν τη σκέψη των ανθρώπων. Η αλλαγή λοιπόν στη σημασία των λέξεων διεισδύει ασυνείδητα στην καθημερινή ζωή και δίνει άλλη οπτική  για τα πράγματα.
         Τέτοια αλλαγή στη σημασία των λέξεων έγινε στη ναζιστική Γερμανία, με μεταφορές και εκφράσεις δανεισμένες από τον αθλητισμό, αναφορές στην καταγωγή που στόχευαν στο συναίσθημα, σε μια προσπάθεια καταστολής της διάνοιας και παράδοσης της σε μια κατάσταση μουδιασμένης νωθρότητας. Εκπαιδεύονταν οι άνθρωποι να είναι μόνο οπαδοί, μόνο ν’ ακολουθούν.
           Και ο έρπων φασισμός στις μέρες μας, με τη μορφή ακροδεξιών κομμάτων και φασιστικών πρακτικών από την κυρίαρχη τάξη, δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά από το ναζισμό που καλλιεργούσε και προωθούσε την κατωτερότητα των άλλων. Η Δύση υποκρίνεται την αποθέωση της αποδοχής της διαφορετικότητας μόνο και μόνο για να μπορεί με έπαρση να κατηγορεί τους άλλους ότι δεν την αποδέχονται. Όπως ο αντισημιτισμός ήταν η πιο αποτελεσματική προπαγάνδα για διάχυση του φόβου, της οργής και του μίσους προς του Εβραίους,  ώστε να   δικαιώνονται οι θηριωδίες του ναζιστικού κόμματος,  έτσι και  στις μέρες μας ο φόβος και το μίσος για τον μετανάστη μουσουλμάνο δικαιώνει τις αγριότητες των καπιταλιστικών κυβερνήσεων. Κι έτσι  αποθρασύνεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω του υπουργού Μετανάστευσης Θ. Πλεύρη να  επαίρεται ότι οι δομές δεν είναι ξενοδοχεία και να κινδυνολογεί για σχέδιο εισβολής μεταναστών.
        Μια πολιτεία, μια κυβέρνηση όταν δεν θέλει να παραπλανήσει έχει μια γλώσσα που μεταφέρει με ακρίβεια τις πιο θεμελιώδεις αρχές της. Όταν η γλώσσα διαστρέφεται, όταν οι λέξεις δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές για το τι πραγματικά σημαίνουν, όταν καθημερινοί άνθρωποι, διανοούμενοι, πολιτικοί  εν γνώσει τους και εν αγνοία τους πέφτουν θύματα της εσωτερίκευσης και της επανάληψης αυτών των διεφθαρμένων στρεβλώσεων, οι συνέπειες δεν αφορούν μόνο τη σημασιολογία. Παραμορφώνουν την ανθρωπιά μας. Ακριβώς όπως γίνεται τον τελευταίο καιρό με την έννοια του αντισημιτισμού, όπως γίνεται.
          Ζούμε σε μια εποχή όπου η δημοκρατία δείχνει να υποχωρεί μπροστά σε αυταρχικές δυνάμεις. Η άνοδος της ακροδεξιάς δεν είναι πλέον εξαίρεση αλλά σχεδόν κανόνας κι έτσι ένα από τα πιο επικίνδυνα όπλα της νέας ακροδεξιάς είναι και πάλι η γλώσσα. Ο ρόλος της ακροδεξιάς φυσικά είναι όχι να έχει δίκιο, όχι να ρίξει φως, αλλά να προκαλέσει σύγχυση στα συναισθήματα, άγχος, φόβο και να ακουστεί καλά, τόσο καλά ώστε να κανονικοποιήσει τις λέξεις με νέα σημασία μέσα στα στόματα, δημιουργώντας στρατόπεδα, αντιπάλους και εχθρούς. Έτσι ο νέος εχθρός στη Δύση είναι ο κατατρεγμένος μετανάστης. Η υποτίμηση λοιπόν και  απόρριψη των μεταναστών, κατά πλειοψηφία μαυριδερών και ισλαμιστών, υπηρετεί ένα μεγαλύτερο στόχο για έλεγχο και κυριαρχία της καπιταλιστικής εξουσίας, εφευρίσκοντας έναν αντίθετο πόλο για να ανταγωνιστεί, στο δρόμο προς την δήθεν  καπιταλιστική ευημερία  
        Ο ορισμός των λέξεων είναι  δώρο και όπλο άμυνας, και ποτέ δεν θα μπορούσαμε να χάσουμε, μιλώντας μεταξύ μας για τη σημασία των πολιτικών, κι όχι μόνο, λέξεων. Εάν κάτι θέλει η ακροδεξιά είναι μια Βαβέλ που ωρύεται, κανείς να μην καταλαβαίνει τίποτε και να αυξάνεται η ανασφάλεια και ο φόβος.Ο φασισμός δεν έρχεται πάντα με στολές και εμβατήρια. Έρχεται και με λέξεις, με φράσεις που σιγά σιγά γίνονται αποδεκτές, που φιλτράρονται στην καθημερινότητά μας και δηλητηριάζουν τη συλλογική σκέψη.
      Πρέπει να προσέχουμε τις λέξεις, όχι από γλωσσική εμμονή, αλλά από πολιτική και ηθική ανάγκη. Γιατί η αλλαγή προς την απανθρωποίηση δεν είναι ξαφνική και δραματική, αλλά περισσότερο σταδιακή. Η  υπερβολική χρήση πομπωδών υπερθετικών, η συνεχής χρήση της ορολογίας του ανταγωνισμού, η αποστείρωση των πιο μοχθηρών δράσεων με τη γλώσσα έχει γίνει κάτι οικείο και στις μέρες μας από τους κυβερνώντες Ο ιμπεριαλιστικός λόγος  είναι μια ασταμάτητη προσβολή στη νοημοσύνη μας που μας συνηθίζει να αποδεχόμαστε τα εγκλήματά του. Σύμφωνα μ’ αυτόν,  οι υποστηρικτές της ειρήνης είναι τρομοκράτες, οι αρχιτέκτονες γενοκτονίας αξίζουν βραβεία ειρήνης, οι δημοσιογράφοι που αποκαλύπτουν τη φρίκη μιας εθνοκάθαρσης είναι επικίνδυνοι.
          Κι έτσι φτάσαμε στο σημείο το Ισραήλ να λιμοκτονεί ανθρώπους μέχρι θανάτου και ο κόσμος να το παρακολουθεί να συμβαίνει, με τις δυτικές κυβερνήσεις να υπερασπίζονται το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα και να μένει  μια μειοψηφία, με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές,  που δεν σταματά να  διαμαρτύρεται.