Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2025

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ

 

Τα μπλόκα των αγροτών στους δρόμους κοντεύουν ένα μήνα και  τα επικοινωνιακά τεχνάσματα των κυβερνώντων βάζουν στο στόχαστρο τους αγρότες, την ίδια στιγμή που δηλώνουν ανερυθριάστως ότι κατανοούν τα δίκαια αιτήματά τους. Η κυβέρνηση με την αρωγή της αστυνομίας πασχίζει να ενεργοποιήσει, εις μάτην μέχρι στιγμής, τον κοινωνικό αυτοματισμό,  δυσκολεύοντας την διέλευση των αυτοκινήτων μέσα από τα μπλόκα. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, με εφηβικούς εξυπναδικισμούς συνθηματολογικού τύπου,  όπως  το «ναι στο διάλογο όχι στο παράλογο», απορρίπτει «τις ακραίες μορφές διαμαρτυρίας» που «δυσκολεύουν την καθημερινότητα όλων» και υπενθυμίζει ότι οι «οικονομικές επιπτώσεις από τα μπλόκα στην υπόλοιπη κοινωνία είναι ήδη εμφανείς. Η διεκδίκηση αιτημάτων οφείλει να γίνεται πάντα με σεβασμό στο κοινωνικό σύνολο». Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης σπεύδει να χαρακτηρίσει «ενθαρρυντική εξέλιξη» μια ανυπόγραφη αρκετά ασαφή ανακοίνωση από  18 μπλόκα φαντάσματα που πρότεινε ουσιαστικό διάλογο με την κυβέρνηση, δηλ. την  προσπάθεια ρωγμής στην ενότητα των αγροτικών κινητοποιήσεων. Και πρόθυμοι δημοσιογράφοι αναζητούν παράγοντες του τουρισμού που χρεώνουν στα μπλόκα ακυρώσεις και μειώσεις κρατήσεων σε τουριστικούς περιορισμ                                         Συνοπτικά,  η  ρητορική και γενικά ο τρόπος που οι κυβερνώντες αντιμετωπίζουν τις κινητοποιήσεις των αγροτών είναι ενδεικτικοί, αν όχι αντιπροσωπευτικοί, της πολιτικής που ακολουθείται γενικά στη Δύση σχετικά με κινητοποιήσεις και απεργίες εργαζομένων. Δηλ.  κινητοποιήσεις και απεργίες  θεωρούνται επί της ουσίας απαράδεκτα μέσα αναστάτωσης που πρέπει οπωσδήποτε να ρυθμιστούν, ακόμα και να περιοριστούν. Καθώς όμως αυτό που καθιστά μια  απεργία ή κινητοποίηση δυνητικά επιτυχημένη είναι η ικανότητά της να διαταράσσει το οικονομικό σύστημα, οι δυτικές κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες έχουν θεσπίσει νομοθεσίες που στόχο έχουν να διασφαλίσουν ότι μια απεργία μπορεί να προκαλέσει όσο το δυνατόν λιγότερες αναστατώσεις. Κι έτσι είναι σαν να απορρίπτεται το δικαίωμα ύπαρξης της, ουσιαστικά επειδή το μεν νομικό γράμμα επιτρέπει την ύπαρξη της απεργίας, αλλά τείνει να την σκοτώνει στο πνεύμα της, στην εφαρμογή της.
Μόνο που  από τη στιγμή που ο νόμος περιορίζει το δικαίωμα στην απεργία και σχεδόν το εμποδίζει, τότε υπάρχει ο φόβος η εργατική σύγκρουση να ξεσπάσει σκόπιμα, χωρίς καμιά επιθυμία υποταγής στην ισχύουσα νομοθεσία. Και η ειρωνεία αυτής της κατάστασης είναι ότι μπορεί να μας γυρίζει πίσω στις αρχές του 19ου αιώνα, μια εποχή που οι απεργίες απαγορεύονταν και οι διαμαρτυρίες ήταν πολύ πιο βίαιες και επίσης πολύ πιο βίαια καταστέλλονταν.  Και η καταφυγή των κυβερνώντων σε αυτή την πρακτική σήμερα μάλλον βασίζεται στην αισιοδοξία τους για αδυναμία αντίδρασης  του εργατικού κινήματος, ενώ  υπονοεί μια επιλογή που δεν επιδιώκει επίλυση  κοινωνικών ζητημάτων,  αλλά  περισσότερο τρόπους απόκρυψής τους.  Με τη σιγουριά λοιπόν της ισχύος τους υπάρχει μια μορφή ανοχής  από την πλευρά των δομών εξουσίας στις κοινωνικές συγκρούσεις, απέναντι στις οποίες πολλές φορές δεν υπάρχει πλέον ανάγκη για καταστολή, αλλά αναμονή οι κινητοποιήσεις να ολοκληρώσουν την πορεία τους. Εξάλλου, υπολογίζοντας στην κούραση τους υπάρχει και η ελπίδα ότι μπορεί και να μη χρειαστούν ούτε καν διαπραγματεύσεις. Φαίνεται μάλιστα ότι σήμερα η εξουσία είναι πολύ λιγότερο διατεθειμένη να αναζητήσει συμβιβασμούς, γι’ αυτό γίνεται λόγος περισσότερο για διάλογο, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, παρά για διαπραγμάτευση.  
Όσο λοιπόν οι αντιθέσεις οξύνονται, οι συνθήκες επιδεινώνονται και το εργατικό κίνημα παραμένει αδύναμο, οι αντιδράσεις και κινητοποιήσεις του γίνεται προσπάθεια από την κυρίαρχη εξουσία να εξουδετερωθούν, για να μην χρησιμοποιηθούν για να καταστεί η διαπραγμάτευση αποτελεσματική. Μάλιστα η κυβέρνηση μπορεί να προβλέψει τις επιπτώσεις των λαϊκών κινητοποιήσεων και παρά τις αναπόφευκτες απώλειες να τις αξιολογήσει διαχειρίσιμες και να γυρίσει την πλάτη της, για ν’ αφήσει την καταιγίδα να περάσει.  Γι’ αυτό απαιτείται ταξική αλληλεγγύη,  εάν τα κοινωνικά κινήματα πρόκειται να έχουν επιτυχία στους αγώνες τους ενάντια σε ισχυρούς αντιπάλους. Η ενδοταξική αλληλεγγύη είναι απαραίτητη για την επιτυχία κάθε ταξικού αγώνα, για να μη βρίσκει πρόσφορο έδαφος το μήνυμα από κυβερνώντες και εργοδότες, που γίνεται όλο και πιο ελκυστικό για την ηγεσία, για ακύρωση απεργιών και κινητοποιήσεων, ώστε να γίνει  έναρξη διαλόγου, για παραχωρήσεις που οι ίδιοι κρίνουν.   
Είναι που ο καπιταλισμός μοιάζει να θριαμβεύει μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και δεν χρειάζεται πια τη μεταπολεμική συναίνεση και ούτε είναι   πια απαραίτητο ένα προστατευτικό κράτος πρόνοιας για να κρατήσει την εργατική τάξη, που διεκδικεί,  στο πλευρό της κυρίαρχης τάξης. Με τον καινούργιο αιώνα και το οικονομικό κραχ του 2008, και στα καθ’ ημάς με την εφαρμογή των μνημονίων, η αποδόμηση του προστατευτικού κράτους, έστω και του δικού μας του λειψού, πήρε τεράστια ώθηση από την αλαζονεία του νικητή χωρίς αντίπαλο. 
Σ’ αυτόν τον άγριο καπιταλισμό το  αστικό κράτος με τις κυβερνήσεις του έχει έτσι διαμορφωθεί και μετασχηματιστεί από την εξουσία των επιχειρήσεων, ώστε να εξυπηρετεί πλήρως τις ανάγκες τους. Και στη γεωργία, η μείωση του αριθμού των οικογενειακών αγροκτημάτων, η εμφάνιση μεγάλων εκμεταλλεύσεων, η αύξηση της μισθωτής απασχόλησης, η επιδίωξη για πολλαπλασιασμό επιχειρηματικών μορφών στον αγροτικό τομέα, η εισβολή κεφαλαίων εκτός της αγροτικής οικογένειας δεν είναι όλες αυτές οι  μεταμορφώσεις που συμβαίνουν μπροστά στα μάτια μας φορείς εξαφάνισης της αγροτιάς και μετατροπή της σε επιχείρηση;  Και το επιδιωκόμενο δεν είναι η πλήρης απορρόφηση της γεωργίας από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής για να μην ξεφύγει από τους νόμους συσσώρευσης κεφαλαίου και κερδοφορίας; Οι αγρότες λοιπόν βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο και γι’ αυτό είναι τόσο αποφασιστικοί και αγωνιστικοί.
Από την άλλη όμως όταν οι κυβερνώντες φαίνονται ανυποχώρητοι και αντιμετωπίζουν διαδηλώσεις και απεργίες είτε με αδιαφορία είτε με σκληρότητα, ίσως αυτή η σκληρότητά τους να κρύβει τον τρόμο που νιώθουν ότι τυχόν υποχωρήσεις σε εργατικά αιτήματα  μπορεί να αρχίσουν να αντιστρέφουν τις κυρίαρχες  πολιτικές και να τροφοδοτήσουν την προθυμία των εργαζομένων να αγωνιστούν για περισσότερα.
Μπορεί λοιπόν η εργατική τάξη να φαίνεται ότι δεν απαιτεί επανάσταση, αλλά ότι περιορίζεται σε μια αλλαγή μέσω της κοινοβουλευτικής μεταρρύθμισης. Όμως για εταιρείες, επιχειρήσεις, υπουργούς κυβερνήσεων που διεξάγουν πόλεμο εδώ και δεκαετίες στα συνδικάτα, ακόμα και μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων που δίνεται στα εργατικά συνδικάτα, ακόμα και το δικαίωμα που κατέκτησαν να επικρίνουν το προνόμιο των αφεντικών να διοικούν, για όλους αυτούς,  όλα αυτά τα δικαιώματα να μυρίζουν επανάσταση, που πάντα πρέπει να αποτρέπεται πριν οργανωθεί.  Και το πρώτο βήμα γι’ αυτό είναι η απομόνωση αυτών που αγωνίζονται και διεκδικούν, για να μην απειλούν στο ελάχιστο την καπιταλιστική τάξη πραγμάτων.  Αν λοιπόν υπάρχει ένα οργανωμένο και αποφασιστικό κίνημα εργαζομένων, ρωμαλέο και πρόθυμο να απευθύνει έκκληση για ουσιαστική αλληλεγγύη και να εισακουστεί από μεγάλο μέρος των εργαζομένων οι κινητοποιήσεις μπορούν να κερδίσουν. Οι αγρότες μας δίνουν την ευκαιρία.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: