Κι αν σε περιόδους οικονομικής σταθερότητας είναι πιο εύκολο
για την αστική τάξη να διαθέτει τρόπους
για να ενσωματώνει στρώματα εργαζομένων
στο σύστημα, σε περιόδους όμως οικονομικής κρίσης ή εμφάνισης μιας έκτακτης
κατάστασης αποκαλυπτικής των καπιταλιστικών στόχων είναι που πολλαπλασιάζονται
οι αφορμές για τις τάξεις και τα κοινωνικά στρώματα να παράγουν κινήσεις και να
ενστερνιστούν αντιλήψεις ταξικού
σχίσματος. Γιατί πάντα η αντικειμενική πραγματικότητα ασκεί πίεση και
δημιουργεί κλίμα που επηρεάζει προς την κατεύθυνση διαμόρφωσης απόψεων ρήξης. Και
φαίνεται αυτό στα μπλόκα των γεωργών, που αν και κατά παράδοση συντηρητικοί
αντιμετωπίζουν πια με καχυποψία την κυβέρνηση και τα επικοινωνιακά παιχνίδια της,
μη θεωρώντας αξιόπιστο ούτε τον πρωθυπουργό που τους καλεί σε συνάντηση, έτσι
για …τσάι και συμπάθεια.
Η
καθημερινή ζωή γεμίζει φόβο και ανησυχία ακόμα και πολλούς παραδοσιακούς
μικροαστούς, οι κατ’ ευφημισμό μικρομεσαίοι, που απειλούνται με αφανισμό.
Οι πάλαι ποτέ προοδευτικές δυνάμεις,
σοσιαλιστικές, σοσιαλδημοκρατικές ή αριστερές, έχουν μείνει χωρίς πολιτική,
και, αφού ούτε να εξισορροπήσουν κάπως τις συνέπειες της καπιταλιστικής επίθεσης
δεν προσπαθούν, έχουν περιορίσει την
πολιτική τους στο αίτημα της αντικειμενικής και αξιοκρατικής διαχείρισης των
εξουσιαστικών μηχανισμών. Η αποτυχία
τους να αναιρεθεί έστω και κατ’ ελάχιστο η αντεργατική πολιτική έχει σαν
συνέπεια να έρχεται στο προσκήνιο εκείνη
η δύναμη που μιλά για ανατροπή του καπιταλισμού, δηλ. η κομμουνιστική. Δεν
είναι σύμπτωση ή τυχαίες επιλογές η
ανάδειξη των ταξικών δυνάμεων που
πρόσκεινται στο ΚΚΕ σε πρώτη δύναμη σε
σωματεία, όπως στην Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας- Πειραιά ή ακόμα και στη τριτοβάθμια συνδικαλισιτκή
οργάνωση της ΑΔΕΔΥ.
Η αποτυχία και οι αλλεπάλληλες
διαψεύσεις των σοσιαλδημοκρατικών υποσχέσεων ότι μπορεί να υπάρξει ισορροπία
ανάμεσα σε μια καπιταλιστική οικονομία και σε ένα κράτος που προσπαθεί να
αναιρέσει ορισμένες από τις κοινωνικές ανεπιθύμητες συνέπειές της επανεπιβεβαιώνει
το συμπέρασμα ότι η επιβολή εργατικών συμφερόντων στην οικονομία συνεπάγεται
την κατάργηση του καπιταλισμού.
Καθώς
βλέπουμε τον καπιταλισμό να αναδιοργανώνει την παραγωγή ακόμα και στον τομέα
της γεωργίας, όπου συνεχίζουν να διατηρούνται τα οικογενειακά αγροκτήματα,
μετατρέπει και θέλει να μετατρέψει τους πάντες σε μισθωτούς εργάτες. Κι αυτή η
κακόμοιρη μικροαστική τάξη, που κολακεύεται να πιστεύει, λόγω της ιδιωτικής της
ιδιοκτησίας, ότι μοιάζει με την καπιταλιστική τάξη που κατέχει τα μέσα
παραγωγής, ενώ μοιάζει και με την εργατική τάξη, αφού επιβιώνει κυρίως από τη
δική της εργασία, δεν μπορεί να ξεφύγει από την αστική τάξη ως προς τις σχέσεις
και την κοσμοθεωρία της, πάντα με τα όνειρα της κοινωνικής ανέλιξης.
Αυτή η
ενδιάμεση και συμπιεσμένη κοινωνική θέση των μικροαστών αποτελεί τη βάση για τις αμφίθυμες και αντιφατικές
συμπεριφορές τους, που θαυμάζουν εξεγερσιακά θεαματικά ξεσπάσματα όταν τους
συνθλίβει η καπιταλιστική πραγματικότητα, αλλά δεν διακινδυνεύουν οργάνωση και
αντίσταση στην καθημερινότητα της καπιταλιστικής παραγωγής. Είναι αυτοί που τούτες τις ημέρες ευφραίνονται με τα σώου
της Ζωής Κωνσταντοπούλου στην εξεταστική επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, αυτοί που αναρωτιούνται
διαρκώς γιατί ο κόσμος δεν εξεγείρεται και απαιτούν απεργίες διαρκείας για τους
…άλλους, αυτοί που θέλουν «εδώ και τώρα» χωρίς κόστος ν’ ανατραπούν προς όφελός
τους τα πάντα, αυτοί που δεν σταματούν
να θαυμάζουν την Εσπερία με τη νέα της μορφή, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βρίσκοντας
παρηγοριά στη δυνατότητα καταφυγής σ’ αυτήν, αυτοί που περιορίζουν τις
περιβαλλοντικές τους ανησυχίες στη χρήση των πλαστικών καλαμακιών ή στην
εκπομπές αερίων από τις αγελάδες. Πνιγμένοι από τη μέτρια πολυτέλειά τους και
την αίσθηση ότι τα κατάφεραν, απεγνωσμένα ψάχνουν να βρουν το λάθος στον τρόπο
διακυβέρνησης, αναζητώντας αενάως τον έντιμο πολιτικό που θα κάνει το
καπιταλισμό να δουλέψει με τον σωστό τρόπο.
Είναι που
η αστική τάξη, κατέχοντας τα μέσα υλικής παραγωγής κυριαρχεί και στα μέσα
πνευματικής παραγωγής και διαβρώνει κάθε αντίληψη και σκέψη, ελέγχει κάθε
αφήγηση. Όταν λοιπόν δεν υπάρχει χώρος για ελευθερία
και ανεξαρτησία σκέψης για την εργατική τάξη, αυτό σημαίνει ότι οι ιδέες των
εργατικών μαζών εξαρτώνται από την άρχουσα τάξη. Ακόμα λοιπόν και η συνεργασία
και αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων σε διάφορους τομείς βρίσκονται κάτω από
το ζυγό του κεφαλαίου. Η αστική ιδεολογία μάλιστα παρουσιάζει την εξατομίκευση ως ένα μαγικό
κλειδί που θα ανοίξει τις πόρτες του παραδείσου της ελευθερίας, χρησιμοποιώντας
κενά λόγια για την ελευθερία, για να κρυφτεί η σκληρή πραγματικότητα της
αστικής κυριαρχίας.
Μοιάζει ο εργαζόμενος, με την αυτοπεποίθηση
και την υπερηφάνεια της τάξης του, σε μεγάλο ποσοστό να έχει αντικατασταθεί από
έναν μικροαστό, που φοβισμένος μήπως προλεταριοποιηθεί, ονειρεύεται επιτυχημένες
επαναστάσεις στις οποίες η συμμετοχή του είναι χωρίς κόστος και χωρίς καμιά
διακινδύνευση, γιατί δεν μπορεί να απαλλαγεί από τη διαστρεβλωμένη άποψή του
για την ελευθερία και του φαίνεται ακόμα και η αγωνιστική συμμετοχή ενός ατόμου σε μια
συλλογικότητα ως απώλεια της προσωπικής ελευθερίας. Κι όμως ένας
αγωνιστής εργαζόμενος νιώθει περήφανος που συμμετέχει σε συλλογική οργάνωση, το
σωματείο του, και έχει κοινές ιδέες και στόχους με τους συναγωνιστές του.
Στην πραγματικότητα, το να αγωνίζεσαι για έναν σκοπό πρόθυμα, να έχεις έναν δίκαιο
και σωστό στόχο, να κάνεις θυσίες για αυτόν τον στόχο ενάντια σε όλες τις
δυσκολίες, όλα αυτά αποκαθάρουν το άτομο
από τη ρυπαρότητα του καπιταλισμού, σώζουν τον εγκέφαλο από τη νάρκωση και
διευρύνουν την καρδιά του. Το να φτάσουμε σε τέτοιο σημείο δεν σημαίνει απώλεια
ελευθερίας, όπως υποτίθεται από τη μικροαστική προσέγγιση, αλλά συνειδητοποίηση
ταξική. Μ’ αυτόν τον τρόπο η νωθρότητα και ο εφησυχασμός ξεπερνιούνται, το
απελπισμένο συναίσθημα της αδυναμίας για αντίσταση στην καπιταλιστική επίθεση
διαλύεται και οι εργαζόμενοι, αναπτύσσοντας
τη ταξική συνείδηση και βιώνοντας την αλληλεγγύη ξαναποκτούν τη χαμένη
αξιοπρέπεια και περηφάνεια της τάξης τους.
Η εργατική τάξη μοιάζει να αποκτά
και πάλι τη συνείδησή της, μέσα από τα σωματεία
και κάθε είδους αγωνιστικές κινητοποιήσεις, τις περιφρονημένες 24ωρες απεργίες,
τις διαμαρτυρίες.