Κυριακή 8 Ιουνίου 2025

ΔΟΥΛΟΠΡΕΠΕΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

 Στη συνάντηση του με 25 πρυτάνεις πανεπιστημίων, στις 2 Ιουνίου,  ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης τους ανακοίνωσε τα νέα μέτρα καταστολής της κυβέρνησης στα πανεπιστήμια με διακηρυγμένο στόχο την επικράτηση της ασφάλειας σ’ αυτά. Περιλαμβάνονται  στα μέτρα η απειλή προς τους πρυτάνεις για έκπτωση από το αξίωμά τους αν δεν ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις που απαιτεί απ’ αυτούς η κυβέρνηση, η κυβερνητική αξίωση για αναστολή της φοιτητικής ιδιότητας έως και 24 μήνες για φοιτητές σε βάρος των οποίων απαγγέλλονται κατηγορίες, ο ορισμός αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου με αρμοδιότητα τα αδικήματα βίας πανελλαδικά στα δημόσια πανεπιστήμια και η απαίτηση  για κατάθεση εντός ενός διμήνου σχεδίων ασφαλείας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
       Και μετά απ’  αυτές τις απειλές, προειδοποιήσεις, αξιώσεις για  αύξηση κατασταλτικών μέτρων  της εκτελεστικής εξουσίας προς τους πνευματικούς ταγούς του έθνους, η προεδρεύουσα της Συνόδου Πρυτάνεων Χ. Κουλούρη αισθάνθηκε υποχρεωμένη να εκφράσει την ευχαρίστηση με την οποία άκουσε τον πρωθυπουργό να αναφέρει για  τη βελτίωση που έχει διαπιστωθεί στα πανεπιστήμια και να χαιρετίσει τη πρόθεσή του να στηρίξει το δημόσιο πανεπιστήμιο διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα τον στηρίξουν κι αυτοί σ’ αυτή την προσπάθεια.
        Κι αυτή η συνάντηση, με τους πρυτάνεις να μην αρθρώνουν αντιρρήσεις στην αστυνομοκρατία στα πανεπιστήμια που εξήγγειλε με διάφορες μορφές η  εκτελεστική εξουσία, εικονογράφησε με το πιο γλαφυρό τρόπο το Πανεπιστήμιο σαν τον καλύτερο  υπηρέτη της εξουσίας,   με τους καθηγητές ν’ αποδέχονται το ρόλο τους ως έμμεσοι υπάλληλοι του κεφαλαίου. Ακριβώς επειδή  καριέρες θα μπορούσαν να χαθούν αν δεν υπάρχει συμμόρφωση προς τα μοντέλα και συμπεριφορές που απαιτεί η κυρίαρχη εξουσία, οι έξυπνοι ή και λιγότερο έξυπνοι, αλλά κυρίως φιλόδοξοι ακαδημαϊκοί δεν αρνούνται να υποτάξουν την αυτονομία και ανεξαρτησία του πανεπιστημίου στο πλαίσιο των υφιστάμενων δομών εξουσίας.   Η περιβόητη ακαδημαϊκή ελευθερία και το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων ξεχάστηκε από πρωθυπουργό και πρυτάνεις, συμφωνώντας στην πραγματικότητα στο μείζον ζήτημα του ελέγχου των νέων. Κι αυτό αποτελεί πάντα την κεντρική ανησυχία μιας ταξικής εξουσίας που υποκρίνεται τη δημοκρατική και τα πανεπιστήμια εργαλειοποιούνται για να ελέγξουν την κοινή γνώμη και για  εκπαιδεύσουν τη νέα πνευματική ελίτ που θα είναι πιστή στο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό που ζητείται από τα πανεπιστήμια, και φαίνεται αυτά να ανταποκρίνονται, είναι να είναι προμηθευτές της κυρίαρχης καπιταλιστικής ιδεολογίας, ώστε να δικαιολογείται το πολιτικό και οικονομικό  status quo.
       Από τη δεκαετία του ’60, με αποκορύφωμα στη χούντα των συνταγματαρχών, και στις πρώτες δεκαετίες της μεταπολίτευσης,  οι φοιτητές αποδείχθηκαν σημαντικοί παράγοντες στην ενίσχυση των πολιτικών αιτημάτων και την κινητοποίηση άλλων κοινωνικών στρωμάτων, ακόμα κι αυτών που ενδιαφέρονταν ελάχιστα για πολιτικούς αγώνες. Αυτή η δυναμική από τη δεκαετία του ’90 έφθινε, με την κυρίαρχη εξουσία να καταβάλλει κάθε προσπάθεια να υπονομεύσει το ρόλο των πανεπιστημίων στην κοινωνία, συκοφαντώντας φοιτητικές κινητοποιήσεις και στοχεύοντας  στην ακαδημαϊκή ελευθερία. 
          Ο ορισμός της ακαδημαϊκής ελευθερίας είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Κι αυτοί  που την απειλούν είναι όσοι βρίσκονται στην εξουσία, τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά. Επομένως, δεν είναι, όπως διακηρύττει η κυβέρνηση, αυτοί που την απειλούν οι φοιτητές, που σίγουρα μπορούν να διακόψουν ένα μάθημα ή να καταλάβουν μια αίθουσα διαλέξεων, αλλά δεν μπορούν να απολύσουν καθηγητές ή να στερήσουν τη χρηματοδότηση. Επομένως το αίτημα για ασφάλεια που επικαλείται η κυβέρνηση είναι το πρόσχημα που χρησιμοποιείται για τον περιορισμό της ακαδημαϊκής ελευθερίας στα πανεπιστήμια, συμπεριλαμβανομένης της δικαιολόγησης μέτρων τα οποία περιορίζουν την έκφραση, την έρευνα και τη διδασκαλία. Αυτά μπορεί να λάβουν τη μορφή ελέγχων στο περιεχόμενο των μαθημάτων, απαγόρευσης διαδηλώσεων ή συμμετοχής σε εκδηλώσεις ή ακόμα εκφοβισμού και εκβιασμού στον χώρο εργασίας. Ουσιαστικά, σιωπηρά το έργο που ζητά η εξουσία από τους πανεπιστημιακούς καθηγητές δεν είναι παρά ν’ αποτραβούν τη νεότητα από τη δράση, όταν αμφισβητεί το status quo και προσβλέποντας στο μέλλον αγωνίζεται για το μετασχηματισμό της κοινωνίας. 
          Οι άγαρμπες επεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας στο πανεπιστήμιο αμφισβητεί επί του πρακτέου την αυτονομία του που εξασφαλίζει την ακαδημαϊκή ελευθερία. Και είναι μέσα σ’ ένα περιβάλλον ελευθερίας που μπορεί να λειτουργεί το πανεπιστήμιο για να εκπληρώνει το σκοπό του. Γιατί η ακαδημαϊκή ελευθερία δεν είναι ένα ιδιαίτερο προνόμιο,  αλλά  είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για τον πειραματισμό, την καινοτομία, την ανάληψη κινδύνων και την αμφισβήτηση, για την έρευνα και την αναζήτηση της αλήθειας.  Εν ολίγοις, τα πανεπιστήμια, και ιδιαίτερα το διδακτικό αλλά και διοικητικό προσωπικό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διασφάλιση, σε περιβάλλον ελευθερίας, ενός έντονου διαλόγου για σημαντικά θέματα και για τα ζητήματα που διαμορφώνουν τον κόσμο μας.
        Και όμως τα πανεπιστήμια όλες αυτές τις δεκαετίες προτίμησαν το «λάθε βιώσας», χωρίς ποτέ να πάρουν θέση για την οικονομική κρίση που οι συνέπειές  της ταλανίζουν ακόμα τη χώρα και τους κατοίκους της ούτε να υψώσουν  φωνή για τη διολίσθηση στον αυταρχισμό της εκτελεστικής εξουσίας, συνεπικουρούμενης από την κλωνοποιημένη αντιπολίτευση, όπως εκδηλώνεται στην αντιμετώπιση της σκόπιμης διόγκωσης των προβλημάτων ασφάλειας στα πανεπιστήμια και  τις γειτονιές ούτε  να  αντιδράσουν στον έλεγχο της δικαιοσύνης ή και να διαμαρτυρηθούν για τη γενοκτονία των Παλαιστινίων από το Ισραήλ.  Κυρίως φάνηκε η δουλοπρέπεια των ακαδημαϊκών στην αυθαίρετη ερμηνεία του συντάγματος από την κυβέρνηση για να αναβαθμίσει σε πανεπιστήμια  τα κολλέγια, σε αναμονή της αλλαγής του άρθρου 16 του Συντάγματος. 
      Στη χώρα μας με πρόσχημα την ασφάλεια και στις άλλες αστικές δημοκρατίες της Δύσης με πρόσχημα τις κινητοποιήσεις υπέρ των Παλαιστινίων που εξοντώνει το Ισραήλ η επίθεση στις ακαδημαϊκές ελευθερίες γίνεται οργανωμένα και μεθοδευμένα. Φιμώνονται οι καθηγητές μέσω εκφοβισμού για επαγγελματική ανέλιξη, απώλεια επιδοτούμενων προγραμμάτων, χρηματοδοτήσεις κλπ. διώκονται οι φοιτητές που αντιδρούν και διαμαρτύρονται μέσω των απειλών για απώλεια της φοιτητικής ιδιότητάς τους.
         Κι αυτοί που θεωρούνται δάσκαλοι και οδηγοί της νεότητας, οι πανεπιστημιακοί καθηγητές,  μοιάζει, μια μεγάλη πλειοψηφία,  να έχουν παραδοθεί ολοκληρωτικά στα ανομολόγητα συμφέροντα των καπιταλιστών έχοντας προδώσει όλες τις ελευθερίες, για τις οποίες συνεχίζουν όμως να επαίρονται και  όλα αυτά τα αγαθά του πνεύματος που ισχυρίζονται ότι υπηρετούν αφήνουν να παραδοθούν στα νύχια αυτών των αρπαχτικών όρνεων που τα καταξεσχίζουν.  

Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

Η «ΕΛΚΥΣΤΙΚΗ» ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑ

Και κάθε φορά που θέλει η παρούσα κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη, και όχι μόνο αυτή,  να υποστηρίξει  τα μυθεύματά της για τις …αγαθές προθέσεις της προς τους εργαζόμενους και να ενισχύσει τις προσδοκίες  για την αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησής της στο δημόσιο τομέα,  επιστρατεύει επιχειρήματα για αξιολόγηση και αξιοκρατία, σε μια προσπάθεια να υφαρπάξει λαϊκή συναίνεση για την …μεταρρυθμιστική της έφοδο στα εργασιακά δικαιώματα.
        Η τελευταία προσπάθεια μεταρρυθμιστικής εφόδου, εν μέσω της λιμοκτονίας στη Γάζα και των ατέλειωτων εγκλημάτων από τον Ισραηλινό στρατό για τα οποία σύσσωμη η κυβέρνηση ψελλίζει κάποιες εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός, περιλάμβανε δήλωση του ίδιου του πρωθυπουργού για αναθεώρηση του άρθρου 103 του Συντάγματος που αναφέρεται στη μονιμότητα δημοσίων υπαλλήλων. Ο Κ. Μητσοτάκης ισχυρίστηκε σε συνέντευξή του ότι η μονιμότητα δεν μπορεί να λειτουργεί ως μια δύναμη αδράνειας και ότι πρέπει να συνδεθεί η αξιοκρατία με την απόδοση στο Δημόσιο. Μάλιστα στην ενημέρωση του προέδρου της Δημοκρατίας  Κ. Τασούλα μίλησε για θεσμική κατοχύρωση της έννοιας της αξιολόγησης με την αναθεώρηση του συγκεκριμένου άρθρου και δεν παρέλειψε να απειλήσει με κυρώσεις όσους αρνούνται να αξιολογηθούν, στοχεύοντας έμμεσα  τον κλάδο των εκπαιδευτικών και τον αγώνα του.
        Ο όρος αξιοκρατία εισάχθηκε από τον Βρετανό κοινωνιολόγο Μάικλ Γιάνγκ, στα τέλη της δεκαετίας του  ’50, στο σατιρικό του έργο « Η άνοδος της αξιοκρατίας». Το παράδοξο ήταν ότι αυτό που θεωρήθηκε ως κοινωνική κριτική τότε, έχει γίνει ιδανικό στις σύγχρονες κοινωνίες μας, με την απλοϊκή σκέψη ότι  η επιτυχία καθορίζεται  αποκλειστικά από το ατομικό ταλέντο και την προσπάθεια. Κι αυτό είναι  μια  παραπλανητική εξίσωση, που θέλει να επιβεβαιώνει την ισότητα απέναντι στο νόμο, χωρίς όμως  να  λαμβάνει υπόψη κοινωνικές συνθήκες, ταξικά εμπόδια, έμφυλους αποκλεισμούς κλπ. που την ανατρέπουν.  Αυτό το εξιδανικευμένο όραμα   έχει ριζώσει τόσο βαθιά στις κοινωνίες μας, γιατί ακριβώς συγκαλύπτει μια πολύ πιο σύνθετη και σκληρή πραγματικότητα. Κι αν υποτίθεται ότι η αξιοκρατία λειτουργεί σαν κοινωνικός ανελκυστήρας, στην πραγματικότητα όμως γίνεται ένα εργαλείο για τη διατήρηση των υφιστάμενων ανισοτήτων.
      Υποτίθεται ότι η δικαιοσύνη αποτελεί κεντρικό στοιχείο της αξιοκρατίας, γιατί  αποτρέπει τις ανισότητες που βασίζονται στο φύλο, την καταγωγή ή άλλα κριτήρια. Στην πραγματικότητα όμως οι προσπάθειες εφαρμογής της αξιοκρατίας, ανεξαρτήτως κοινωνικών συνθηκών,  μπορούν να οδηγήσουν στις ίδιες ανισότητες που επιδιώκει υποτίθεται να εξαλείψει. Κι αν μοιάζει αυτό παράδοξο είναι γιατί η υιοθέτηση της πείθει τα άτομα για την ηθική ακεραιότητα αυτών που επιβάλλουν τα κριτήρια και γίνονται λιγότερο προσεκτικοί στις μεροληπτικές τους συμπεριφορές. Και μπορεί να μοιάζει η αξιοκρατία ελκυστική, γιατί οδηγεί σε μια μεγαλοπρεπή κορυφή στην οποία ο καθένας θα μπορούσε θεωρητικά να φτάσει, όμως τα σημεία εκκίνησης προς την κορυφή διαφέρουν ριζικά. Κάποιοι ξεκινούν την ανάβαση από τη μέση της διαδρομής, εξοπλισμένοι με τον καλύτερο εξοπλισμό και καθοδηγούμενοι από έμπειρους ειδικούς. Άλλοι πρέπει πρώτα να διασχίσουν κακοτράχαλες περιοχές προτού καν δουν το πρώτο μονοπάτι,  κάποιοι άλλοι δεν βρίσκουν ποτέ το δρόμο προς την κορυφή. Τονίζοντας αόριστες έννοιες όπως ταλέντο ή προθυμία για προσπάθεια, ελαχιστοποιείται ο αντίκτυπος των αρχικών ανισοτήτων που επηρεάζει καθοριστικά την επιτυχία.
     Η αξιοκρατία είναι μια ψευδαίσθηση, μια έννοια που χρησιμοποιείται για να συγκαλύπτει την σκληρότητα της καπιταλιστικής κοινωνίας και συστηματοποιεί τις τεράστιες μεταβλητές της κοινωνικής αδικίας, εξαρτώντας  τη ζωή του καθενός αποκλειστικά και μόνο από τις πράξεις του. Η αξιοκρατία βρίσκεται στην καρδιά της συλλογικής μας φαντασίας από τα χρόνια της ανάπτυξης του καπιταλισμού και τις παραχωρήσεις της κυρίαρχης τάξης εξαιτίας των πιέσεων ενός ρωμαλέου εργατικού κινήματος. Η πεποίθηση ότι η προσπάθεια, η θυσία και ο ιδρώτας επιτρέπουν στους πιο προικισμένους και αποφασισμένους να ξεχωρίσουν τροφοδοτούσε για δεκαετίες την κυρίαρχη αφήγηση. Ενσαρκώνονταν στη μορφή του φτωχού φοιτητή από τις εργατικές τάξεις, ο οποίος με τη δύναμη της θέλησης του και την συνεχή προσπάθειά του ανεβαίνει σταδιακά στην κορυφή της κοινωνικής κλίμακας. Και πια έχουμε εσωτερικεύσει αυτό το αφήγημα περί αξιοκρατίας.
       Ωστόσο, με την εξάπλωση του μύθου της αξιοκρατίας, της ιδέας  δηλ. ότι είναι αποκλειστικά η ικανότητα και η προσπάθεια του ατόμου   που καθορίζουν τα προσόντα και τη δουλειά που εξασφαλίζει, εξουδετερώνοντας τα μειονεκτήματα της ταξικής του προέλευσης, στο τέλος ο καθένας κατηγορεί τον εαυτό του για τις αποτυχίες του και μένει στο απυρόβλητο το κοινωνικό σύστημα. Κι έτσι εύκολα αποκρύπτεται η ταξική διαίρεση, αφού αντικαθίσταται από μια άλλη δυαδική διαίρεση, μεταξύ μιας προικισμένης ομάδας που δικαιούται να εξουσιάζει και μιας μάζας υποταγμένης που δεν μπορεί παρά να ζει με επιδόματα, αφού είναι λιγότερο άξια.
       Η αξιοκρατία είναι ουσιαστικά ένα αστικό ιδεώδες. Κι αν φάνταζε έως και επαναστατικό όταν απευθυνόταν σε αριστοκρατικές κοινωνίες, όπου η θέση ενός ατόμου εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την καταγωγή του, καταλήγει στις μέρες μας να γίνει μια απολογία για τους καπιταλιστές. Η αξιοκρατία, που συνεπάγεται ένα σύστημα ανταμοιβής, δημιουργεί σοβαρά ζητήματα δικαιοσύνης, γιατί σε πραγματικές καταστάσεις οι άνθρωποι δεν ανταμείβονται με βάση τις προσπάθειές τους ή τη συμβολή τους, αλλά τη θέση τους στην κοινωνική κλίμακα.  Γιατί δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την αξία, χωρίς να λάβουμε υπόψη τις κοινωνικές συνθήκες από τις οποίες  εξαρτάται η ατομική μας βούληση
          Η ιδέα ότι ο καθένας μπορεί να ανέλθει και να πετύχει μέσα από την εργασία και τα προσωπικά του ταλέντα είναι βαθιά ριζωμένη στη συλλογική μας φαντασία, έτσι που  αυτή η αναγκαία μυθοπλασία απλώς  να διαιωνίζει τις ανισότητες. Γιατί οι κοινωνικές θέσεις κατανέμονται σύμφωνα με πολλούς άλλους παράγοντες, ξεκινώντας από τον τόπο γέννησης, τα δίκτυα γνωριμιών, τις σχέσεις με την κυρίαρχη τάξη. Πολιτικοί όπως ο Α. Γεωργιάδης ή ο Μ. Χρυσοχοΐδης, που δεν κατάγονται από μεγάλα τζάκια, δεν βρίσκονται τόσα χρόνια σε θέσεις εξουσίας λόγω αξιοκρατίας, αλλά γιατί υπηρετούν κυριολεκτικά τα καπιταλιστικά συμφέροντα. Γι’ αυτό και ολοφύρονται με θεατρικότητα και  πάθος υποστηρίζοντάς τα, γιατί ξέρουν ότι η αποτυχία τους θα τους αποβάλλει άμεσα από τις υποτιθέμενες κορυφές του συστήματος που έχουν φτάσει. Καθώς λοιπόν  η ισότητα ευκαιριών είναι μύθος, η αξιοκρατία μια ψευδαίσθηση μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε ποια είναι η σκοπιμότητα που  ο κυρίαρχος λόγος επιμένει  να κρατά ζωντανό αυτό το όνειρο;
        Η λογική της εξάρτησης από την ατομική αξία για την επιλογή και ιεράρχηση των ατόμων στην κοινωνία  συσκοτίζει έως εξαφανίσεως  τις ταξικές διακρίσεις, σε μια προσπάθεια να εξαλειφθεί η ταξική διαίρεση ως πολιτικο-ιδεολογική κατηγορία και ως βάση για πολιτική δράση. Επιρρίπτοντας την ευθύνη στα άτομα, στην έλλειψη ατομικών ικανοτήτων και στην απροθυμία εκείνων που ανήκουν στις  εκμεταλλευόμενες τάξεις να καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για βελτίωση της κοινωνικής τους θέσης η κυρίαρχη τάξη καταφέρνει να διαιρεί και να διασπά τις εργατικές τάξεις, που αδύναμες, χωρίς οργάνωση και αλληλεγγύη θα την παρακαλούν για λίγα ψίχουλα. Κι έτσι χωρίς φόβο πια οι καπιταλιστές, με μερικά επιδόματα, να εφησυχάζουν τους απανταχού φτωχούς του συστήματος καλλιεργώντας αενάως ελπίδες που δεν εκπληρώνονται.  

Πέμπτη 22 Μαΐου 2025

ΤΟ ΦΤΩΧΟΚΑΛΥΒΟ

 

Στη Γάζα, κι αν μοιάζει να έχουν στερηθεί  οι  Παλαιστίνιοι ακόμα και μια ηρωική έξοδο, γιατί η εκδίωξη τους είναι και η επιδίωξη του Ισραήλ, όμως αυτή η μικρή περιοχή, το σύγχρονο ανοιχτό στρατόπεδο θανάτου γίνεται το χαρακτηριστικό παράδειγμα της κτηνωδίας και αδιαφορίας ενός κόσμου  που σαπίζει.                                                  Το Ισραήλ έχει στοχεύσει εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης, νοσοκομεία και σχολεία. Έχει δολοφονήσει χιλιάδες γυναικόπαιδα κι έναν ιστορικά πρωτοφανή αριθμό δημοσιογράφων και επιτίθεται εν γνώσει του σε εργαζόμενους σε ανθρωπιστική βοήθεια, ακόμα και διπλωμάτες. Οι στρατιώτες των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων δημοσιεύουν συνεχώς φωτογραφίες και βίντεο στους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα οποία εμφανίζονται να ντύνονται χλευαστικά με τα ρούχα νεκρών και εκτοπισμένων Παλαιστινίων γυναικών. Με απέραντο θράσος κυβερνητικοί διακηρύσσουν ανοιχτά την πρόθεσή τους για εθνοκάθαρση ολόκληρης της Λωρίδας της Γάζας από τους Παλαιστίνιους, με τον υπουργό Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριτς να λέει ότι το σχέδιο είναι ο πληθυσμός της Γάζας να «συγκεντρωθεί» στο νότιο άκρο του θύλακα και να πιεστεί να φύγει.
         Μήνες τώρα, εκτός από τις επιθέσεις εναντίον των Παλαιστινίων, η άρνησή του Ισραήλ να επιτρέψει να περάσει η ανθρωπιστική βοήθεια καταδικάζει σε θάνατο χιλιάδες γυναικόπαιδα. Κι αν αφήνει τις τελευταίες ημέρες  να περάσει ένα ελάχιστο ποσό βοήθειας μετά από επιμονή δυτικών αξιωματούχων, γίνεται για να μπορεί να υποστηριχτεί  η δολοφονική του επιχείρηση για την κατάκτηση του θύλακα. Να μην υπάρχουν εμφανείς αποδείξεις της κτηνωδίας του, γι’ αυτό  δεν πρέπει να εμφανιστούν εικόνες μαζικής λιμοκτονίας, ώστε τυπικά να  φαίνεται ότι δεν παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα κι έτσι να διατηρηθεί η δυτική στήριξη και ν’ αποφευχθούν οι κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου. Γι’ αυτό κι έχει επιλεχθεί ο αργός θάνατος των γυναικόπαιδων, και δεν εξοντώνει το Ισραήλ τόσο γρήγορα τους Παλαιστίνιους όσο  θα μπορούσε. Είναι που αν το έκανε αυτό η κατακραυγή του κόσμου θα το ανάγκαζε να σταματήσει τις επιθέσεις και να μην ολοκληρώσει τη σχεδιαζόμενη εθνοκάθαρση, διατηρώντας ουσιαστικά μέχρι τέλος την δυτική υποστήριξη.  
      Έτσι κι αλλιώς βέβαια η δυτική αντίδραση ενάντια στην εγκληματικότητα του Ισραήλ είναι μέχρι στιγμής αδύναμη, αξιολύπητη και εντελώς ανεπαρκής. Είναι όμως πια  τέτοια η έκταση της τραγωδίας, και ο φόβος για μεγαλύτερη κι ανείπωτη,  που αναγκάζεται η Δύση να ψελλίσει κάποιες προειδοποιήσεις για κυρώσεις προς το Ισραήλ εάν δεν αρχίσει να επιτρέπει περισσότερη βοήθεια στη Γάζα. Γι' αυτό  το Ισραήλ κάνει μικρές παραχωρήσεις,  καταφέρνοντας να κάνει τη ζωή στη Γάζα ένα αβίωτο κολαστήριο για τους Παλαιστίνιους και συγχρόνως να διατηρήσει την δυτική υποστήριξη. Το τελευταίο δεν είναι και δύσκολο, αρκεί να συγκρατηθούν οι αντιδράσεις στο εσωτερικό των χωρών που το υποστηρίζουν. Δεν είναι βέβαια μόνο ότι οι δυτικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να συνεχίζουν να αδιαφορούν για τις πιέσεις από τους πολίτες τους που τους αναγκάζει εσχάτως να υποκρίνονται ευαισθησία για τις ζωές στη Γάζα,  αλλά κυρίως ότι προσπαθούν να εξασφαλίσουν και τα νώτα τους όταν μετά την πλήρη καταστροφή αποκαλυφτεί όλη η έκταση της κτηνωδίας. Γιατί τότε θα τους είναι πολύ δύσκολο να δικαιολογήσουν την αδράνεια και πολύ περισσότερο τη συμμετοχή τους στο νέο ολοκαύτωμα του 21ου αιώνα. Κι αν τώρα δεν χρησιμοποιούνται θάλαμοι αερίων σαν μέσο της τελικής λύσης,  όμως το ίδιο αποτέλεσμα έχει  ένας συνδυασμός λιμοκτονίας, αδιάκριτων βομβαρδισμών και επαναλαμβανόμεων πορειών θανάτου από Βορά προς Νότο μέσα στη Γάζα.   
      Στη χώρα μας πάλι, η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη, με υποστηρικτικά προς αυτήν όλα τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, μπορεί να απαγγέλλει, προεξάρχοντος του πρωθυπουργού, το ποιηματάκι της περί άμεσης κατάπαυσης του πυρός στην Γάζα και αποκατάστασης της ροής της ανθρωπιστικής βοήθειας. Βέβαια οι δημοσιογράφοι, διακριτικοί και ευγενείς δεν δυσκολεύουν σε συνεντεύξεις τον πρωθυπουργό για να δικαιολογήσει την άρνηση της Ελλάδας να υποστηρίξει την πρόταση της Ολλανδίας για επανεξέταση της συμφωνίας εμπορίου της Ε.Ε με το Ισραήλ, λόγω της συνεχιζόμενης επίθεσής του στη Γάζα, αλλά και την άρνησή της να υπογράψει ακόμα κι ένα  πολύ  προσεχτικά διατυπωμένο κείμενο 24 χωρών για να επιτραπεί η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα. Και η διακριτικότητα τους επεκτείνεται όλους αυτούς τους μήνες της ισραηλινής θηριωδίας, έτσι που είτε να μην αναφέρονται καθόλου σ’ αυτήν είτε ν’ αμβλύνουν πάση θυσία τις κτηνώδεις πράξεις του Ισραήλ και την αποθρασυμένη συμπεριφορά των αξιωματούχων του.
       Αυτή τη μικρή λωρίδα γης όλος ο δυτικός, «ουμανιστικός» κόσμος μας περισφίγγει έως θανάτου. Πέλαγο μέγα βράζει ο εχθρός στο καλυβάκι γύρω, για να θυμηθούμε τον ποιητή.  Η λωρίδα της Γάζας είναι το φτωχοκάλυβο της εποχής μας. Και όλη η Δύση  βλέπει σε απευθείας σύνδεση, ενάμιση χρόνο τώρα, τη γενοκτονία και δεν μπορεί να εκφράσει ούτε καν το δέος που για αιώνες γενιές ανθρώπων ένιωθαν ενώπιον του  θανάτου και τη συμπόνια για τους κατατρεγμένους. 
        Μόνο οι λαοί, αν και ακόμα φοβισμένοι, ακόμα διστακτικοί,ακόμα ανοργάνωτοι αρχίζουν κι αντιδρούν σ’  αυτές τις    θηριωδίες σ’ αυτό το φτωχοκάλυβο,  ενάντια  σ’  έναν λαό στερημένο από τα πάντα και σκληρά δοκιμαζόμενο από την πείνα και την άνιση πάλη του μ΄ έναν εχθρό που όλη η δύση φροντίζει με διάφορους τρόπους να εξοπλίζει και να δικαιολογεί. Μόνο οι λαοί μπορεί να σταματήσουν το μέγα πέλαγος που  βράζοντας καταπάνω στο καλυβάκι  να μην  παρασύρει μαζί με  το φτωχό καλύβι και την ανθρωπιά μας. Για να μη μείνει η Γάζα με τα ερείπια της και τους νεκρούς της ασάλευτη για πάντα, μάρτυρας της απανθρωποίησης της ιμπεριαλιστικής εξουσίας, αλλά σύμβολο της ανθρώπινης αντοχής, παράδειγμα θυσίας για το θρίαμβο της ελευθερίας και της αφύπνισης των απανταχού λαών.