Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

ΧΙΛΙΟΕΙΠΩΜΕΝΑ



 Χρησιμοποιώντας τους κλασικούς συμβολισμούς, Παρθενώνα, Πνύκα κλπ. ο γάλλος πρόεδρος  Ε. Μακρόν κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα εξωράισε την  προώθηση  των οικονομικών συμφερόντων ομίλων της χώρας του. Στη ΔΕΘ ο δικός μας πρωθυπουργός με λογοπαίγνια –Grexit, Grinvest- θέλει να πείσει για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας που επιμένει ότι γίνεται σε ένα περιβάλλον ισονομίας, ισότητας, αξιοκρατίας και άλλα ηχηρά, τα οποία χρησιμοποιεί δυόμιση χρόνια το κόμμα που κυβερνά και  διακηρύττει πως είναι αριστερό, με την υπουργό  του Έφη  Αχτσιόγλου  να υποστηρίζει την άποψη για τη θετική δυναμική της οικονομίας, πριν λίγες μέρες κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τα εργασιακά, δηλώνοντας  πως είναι με τον κόσμο της εργασίας και μιλώντας για σταθερή μείωση της ανεργίας, αν και παραμένει υψηλή.
                Χρειάστηκαν να περάσουν κοντά οκτώ χρόνια για να γίνει βεβαιότητα σε όλο και μεγαλύτερο μέρος εργαζομένων πως αυτό που ονομάστηκε κρίση είναι μια μόνιμη κατάσταση, τα μέτρα που πάρθηκαν δεν είναι καθόλου προσωρινά, οι πολιτικές επιλογές στόχο έχουν τον κόσμο της εργασίας και μόνο αυτόν. Η ανάγκη  των καπιταλιστών για αύξηση  ποσοστού κέρδους με την ένταση της εκμετάλλευσης των εργατών κάνει την καπιταλιστική επίθεση μόνιμη και όλο πιο σκληρή.
                Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να έχει  κατοχυρωθεί σαν  βασικός διαχειριστής της αστικής εξουσίας, μέσα από την δυνατότητα που προωθεί πως  έχει ως κόμμα να προβάλει πειστικά την πολιτική στήριξης  της αστικής τάξης μέσα στην κρίση, σαν πολιτική κοινά αποδεκτή και  σαν πολιτική στήριξης των δεινοπαθούντων από τα οικονομικά μέτρα.  Είναι αυτή την δυνατότητα που κατέκτησε το ΠΑΣΟΚ, απαλλοτριώνοντας δόξες του κομμουνισμού και μολύνοντας τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του και συνεχίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, βήμα -βήμα, σημείο προς σημείο δεκαετίες τώρα. Απομόνωση αρχικά και στη συνέχεια υπονόμευση του βάρους του εργατικού κινήματος στις εξελίξεις, υπονόμευση ιδεολογική, πολιτική αλλά και πρακτική και συγκεκριμένη και άμεση –ο κυβερνητικός συνδικαλισμός πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες για το αποτέλεσμα αυτό.
                Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια έχει φτάσει στο αποκορύφωμα μια διαδικασία ιδεολογικής και πολιτικής απομόνωσης  και συκοφάντησης της  κομμουνιστικής αριστεράς μέσα στην κοινωνία,  για  να υπάρξει κενό ταξικής αντιπολίτευσης, ώστε να δημιουργηθεί  κενό προοπτικής για το κομμουνιστικό κίνημα.   Ο ΣΥΡΙΖΑ, περνώντας από μια στρεβλή και εικονική επαναστατικότητα, που το χαρακτήριζε πριν αναρριχηθεί στην εξουσία, στην εμπορία  «οραμάτων» και  περιφορά  προς εξαγορά ελπίδων και υποσχέσεων, σκοπίμως  ασκεί πολιτική για την πλήρη περιθωριοποίηση του εργατικού κινήματος και για αδυναμία συγκρότησης κοινωνικών αντιστάσεων  σε μια συνολική απάντηση στην καπιταλιστική επίθεση. Στην κοινωνία λοιπόν υπάρχουν τεράστιες δυσκολίες να ανοίξουν πραγματικά ζητήματα όπου κρίνονται οι ταξικοί συσχετισμοί, συνηθισμένοι οι περισσότεροι εργαζόμενοι σε πολιτικές δυνάμεις με  πολιτική δανεική από τις υποσχέσεις των πάλαι ποτέ προοδευτικών αστικών κομμάτων. Στα πολιτικά κενά ανάμεσα στη ρητορική  και την πραγματική πολιτική όπως την ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ υποτίθεται ότι αφήνονται δυνατότητες για πρωτοβουλίες μεγάλης κλίμακας, όπου μπορεί να οικοδομηθεί  πρόσωπο και υποψηφιότητα μιας πραγματικής αριστεράς. Κι αυτό το κενό μεθοδεύεται να καλυφθεί με μια έμφαση στη μαχητικότητα που εμφανίζουν ομάδες και ομαδούλες  -ο Ρουβίκωνας, ΛΑ.Ε κλπ. -προσπαθώντας να εκδηλώνουν έναν μαχητικό ακτιβισμό που προωθεί μια πολιτική συγκρότηση είτε στη βάση άμεσων ανακλαστικών σε κάποια γεγονότα είτε στη βάση της απόστασης  ανάμεσα στο τι λέει και τι κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ (εισβολή μελών Ρουβίκωνα στο προαύλιο του κοινοβουλίου, ένταση  με αστυνομικούς σε διαμαρτυρία του ΛΑ.Ε εναντίον της επίσκεψης Μακρόν κλπ. )
                Κι όλα αυτά να οδηγούν σε μια συνολική κρίση αξιοπιστίας για την αριστερά, περιλαμβάνοντας και την κομμουνιστική που είναι ο στόχος,  με  αποδοχή  από τους εργαζόμενους  των οικονομικοπολιτικών επιλογών  σαν αναπόφευκτες και με μονιμοποίηση μιας παθητικότητας που  να εκφράζεται ως  συναίνεση. Και γίνεται αλήθεια φιλότιμη προσπάθεια να θρέφεται αυτή η συναίνεση με τη στροφή στην προσωπική διάσωση με τη δικαιολογία πως δεν γίνεται τίποτε, όλοι είναι προδότες κλπ. Κι αν παλιότερα η καταστολή των αντιδράσεων ήταν βίαιη τώρα η ιδεολογική χειραγώγηση φιλοδοξεί σ’ ένα μεγάλο βαθμό να την περιθωριοποιήσει, όσο η ανάπτυξη της πίεσης πάνω στις λαϊκές μάζες σαν μόνου τρόπου χειρισμού  μιας κρίσης στην οποία δεν εμφανίζονται ελπίδες διεξόδου δεν βρίσκει ισχυρές αντιδράσεις.
                Κι αν όλα αυτά μοιάζουν χιλιοειπωμένα δεν είναι όμως λιγότερο σημαντικά.  Η καθυστέρηση στην ανάπτυξη μετώπου μαζικού κινήματος απέναντι στη σύγχρονη «δημοκρατική» διαχείριση της κρίσης παίζεται στην εκμετάλλευση των πολιτικών συγχύσεων και αυταπατών. Γι’ αυτό αν ακόμα περισσότερο στις μέρες  είναι απαραίτητη η ενίσχυση του κομμουνιστικού κόμματος που να οργανώνει τους εργαζόμενους και να τους καθοδηγεί στον αγώνα τους είναι γιατί η κυρίαρχη εξουσία πια μπορεί κάθε φορά που ξεσπά κρίση και απειλείται να ευνοεί  ή και να οργανώνει  δεκάδες ψεύτικες οργές αντιφρονούντων και κρατικά χρηματοδοτούμενα «αυθόρμητα» ξεσπάσματα  για να καταστρέψουν την αντίδραση των εργατικών τάξεων όταν χωρίς ηγέτες και ταξική συνείδηση ταυτίζουν τα συμφέροντα με την άρχουσα τάξη εγκλωβιζόμενοι στα δικά της διλήμματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: