Και αν στη Βραζιλία, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, ξεκίνησαν οι τριακοστοί πρώτοι ολυμπιακοί
αγώνες, με τις λάμψεις της τελετής έναρξης στο στάδιο Μαρακανά, που αναμεταδίδονται
σε όλο τον κόσμο, οι διαδηλώσεις και
διαμαρτυρίες των εξαθλιωμένων κατοίκων του μένουν στη σκιά της επικαιρότητας.
Κι
αν στον Ολυμπιακό Καταστατικό Χάρτη των
νεκραναστημένων ολυμπιακών αγώνων αναφέρεται πως «σκοπός του Ολυμπιακού
Κινήματος είναι να συνεισφέρει στο χτίσιμο ενός ειρηνικού και καλύτερου κόσμου,
εκπαιδεύοντας τη νεότητα - μέσω του αθλητισμού, χωρίς κανενός είδους διάκριση -
και στο Ολυμπιακό πνεύμα, το οποίο απαιτεί αλληλοκατανόηση με πνεύμα φιλίας,
αδελφοσύνη και ευ αγωνίζεσθαι», τα 120 χρόνια της νεκρανάστασής τους απέδειξαν
πως χρησιμοποιήθηκαν ως όργανο προπαγάνδας, ως μέσο άσκησης πολιτικής, ως
εμπορικός οργανισμός για αποκόμιση
τεράστιων κερδών.
Κι είναι
στο 19ο αιώνα που ο αθλητισμός ξαναποκτά σπουδαιότητα στα συστήματα
εκπαίδευσης των ευρωπαϊκών εθνών, για να μεταβάλει τον χαρακτήρα της νεολαίας.
Αναζητώντας θεραπεία που θα ξαναδώσει σφριγηλότητα στο έθνος τους, –βαθιά η
πληγή των Γερμανών από την ήττα της Πρωσσίας από τον Ναπολέοντα, απαισιοδοξία
στη Γαλλία για την ήττα από τη Γερμανία- ευρωπαϊκές χώρες ανακαλύπτουν τον αθλητισμό,
αφού μέσα από τα σπορ, που έχουν
χαρακτήρα ψυχαγωγικό και θέλγουν τους νέους,
πιστεύεται πως η νεολαία θα καταστεί πιο τολμηρή, πιο μαχητική. Γιατί
δεν είναι που με τα αθλητικά παιχνίδια καλλιεργείται η σωματική δύναμη, όσο
επιτυγχάνεται η διαπαιδαγώγηση ηθικών προσόντων, δηλ. αυτών που η συγκεκριμένη
κοινωνία έχει ανάγκη. Π.χ στη Γερμανία η
σωματική άσκηση συνδέεται με τις παραδόσεις του έθνους δίνοντας ένα ηρωικό
ιδεώδες, με την περιπέτεια και τη
συνήθεια της εθελοντικής υπακοής και αυτοκυριαρχίας, στα αγγλικά κολλέγια και
πανεπιστήμια οι νέοι των ανώτερων τάξεων μυούνται στην κοινωνική ζωή
συμμετέχοντας στη διοίκηση αθλητικών συλλόγων, διδάσκονται την πειθαρχία
ακολουθώντας τους κανόνες των αθλητικών παιχνιδιών κλπ. ενώ στις ΗΠΑ με τη συμμόρφωση στην αθλητική πειθαρχία και παρατεταμένη προπόνηση για
βελτίωση και τέλεια εκτέλεση, τον ανταγωνισμό διαμορφώνεται ο τύπος του ιδεώδους νέου
που έχει ενεργητικότητά και πρωτοβουλία όχι μόνο για υπεράσπιση της
κατακτηθείσας θέσης αλλά και δημιουργία άλλης καλύτερης
Κι εκεί
κάπου στο τέλος του 19ου αιώνα ο βαρώνος Πιερ ντε Κουμπερτέν, που
πιστεύει πως δια του αθλητισμού μπορεί να μεταβάλει τον χαρακτήρα της
νεολαίας, πρωτοστατεί στην αναβίωση των
ολυμπιακών αγώνων, θέλοντας να εξασφαλίσει την επιβίωση της αθλητικής
δραστηριότητας στα νεότερα χρόνια. Στο εγχείρημα αυτό δίνονται οι ουμανιστικές
διαστάσεις που χαρακτηρίζουν δράσεις στο εποικοδόμημα της αστικής τάξης με χαρακτηριστικότερες την
συναδελφικότητα των λαών,, ευγενή άμιλλα, ειρήνη κλπ. Την ίδια στιγμή που πίσω
απ’ αυτό το προσωπείο του ουμανισμού
κρύβονταν οι πιο ανθρωποκαταστροφικές δυνάμεις που γνώρισε ποτέ ο κόσμος, ο
ρατσισμός και η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία, και όταν ο ίδιος ο Κουπερτέν
παραδέχεται ότι «η ανώτερη ράτσα έχει κάθε δικαίωμα να αρνείται στην κατώτερη
ράτσα ορισμένα προνόμια της πολιτισμένης ζωής».
Γι’ αυτό και η τέλεση το 1936 των Ολυμπιακών
αγώνων στο Βερολίνο, όπου έδωσαν την
ευκαιρία στην χιτλερική Γερμανία να επιδείξει όλα τα μέσα της προπαγάνδας, δεν
είναι στην πραγματικότητα παρά μια φυσική εξέλιξη ενός κινήματος που
καθοδηγείται, ήδη από τον ιδρυτή της, από παράγοντες των οποίων το πολιτικό
πιστεύω, παρόλο που θέλουν να το συσκοτίσουν,
βρίσκεται στα όρια του φασισμού. Κι αν οι ολυμπιακοί αγώνες φανερά ξορκίζουν
την πολιτική, δεν είναι καθόλου ασήμαντος ο ρόλος που παίζουν διεθνώς, σαν ένας
από τους βασικούς χώρους άσκησης της παγκόσμιας διπλωματίας. Ατέλειωτη σειρά
διπλωματικών διαβουλεύσεων, εκβιασμών, υπαναχωρήσεων οδηγούν σε μποϋκοτάζ των
αγώνων (π.χ. Μόσχα 1980 λόγω Αφγανιστάν) ή αποκλεισμούς κρατών ( π.χ. Νέα
Γιουγκοσλαβία το 1996, ήταν λέει υπεύθυνη του πολέμου που ξέσπασε μεταξύ των
κρατών που δημιουργήθηκαν μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το 1991), που δεν
είναι παρά έκφραση δύναμης συσχετισμών στο διεθνές σύστημα. Μέρος των
παγκόσμιων οικονομικοπολιτκών μηχανισμών
που τιθασεύουν τους εργαζόμενους ανά τον κόσμο οι ολυμπιακοί αγώνες δίνουν
ιδεολογικά άλλοθι και νομιμοποιούν πολιτικές που ασκούνται προς δόξαν του
κεφαλαίου.
Κι αν χύνονται δάκρυα για
την απώλεια του ολυμπιακού πνεύματος αυτά δεν μπορεί παρά να είναι κροκοδείλια,
γιατί ποτέ δεν υπήρξε μια ιδέα που να μην είναι πολιτικά, κοινωνικά
καθορισμένη. Η αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων μέσα σ’ ένα καπιταλιστικό κόσμο
δεν θα μπορούσε παρά να αποβλέπει στην αποκόμιση οφελών από τον αθλητισμό ή τα
σχετικά με αυτόν θεάματα – ενδιαφέρουν οι εισπράξεις, οι διαφημίσεις κλπ. αμείβοντας
εκείνους που με τα κατορθώματα τους διευκολύνουν την αύξηση αυτών των οφελών,
δηλ. τους αθλητές, που είναι φυσικό να
μη βρίσκουν στον αθλητισμό τελικά κάτι άλλο εκτός από την εκμετάλλευση της σωματικής τους δύναμης. Παρόλα όσα λέγονται μόνο τα κέρδη τα οποία θα
επιτύχουν να αποσπάσουν θα δυνηθούν να κάμουν ν’ αναγνωρισθεί η αξία τους. Κι
έτσι γίνονται κι αυτοί μέρος του μηχανισμού αυτού.
Στην
εποχή της υψηλής τεχνολογίας και του μονοπωλιακού καπιταλισμού δεν απαιτούνται
ηρωικά ιδεώδη και σωματική δύναμη για να υπερασπιστεί η νεολαία τα συμφέροντά της
κυρίαρχης τάξης, αλλά θέαμα με επιδείξεις αγώνων που θα
αυξάνουν τα κέρδη των πολυεθνικών εταιρειών με συνεχές ξεπέρασμα κάθε
ανθρώπινου ρεκόρ. Κι αν το ΝΑΤΟ βομβαρδίζει με ιδεολογικό άλλοθι ανθρωπιστικούς
λόγους, το ίδιο και οι φορείς της ολυμπιακής ιδέας εμφανίζονται
σκληροί και άτεγκτοι πολέμιοι του ντόπιγκ υπερασπιστές του τίμιου συναγωνισμού,
ενώ συνεχώς εξωθούνται οι αθλητές-μηχανές με όλα τα μέσα να ξεπερνούν τις δυνάμεις
τους, να προσφέρουν συνεχώς ανανεωμένο θέαμα να αυξάνουν τα κέρδη των
πολυεθνικών που επενδύουν σ’ αυτούς.
Το
ολυμπιακό ιδεώδες είναι ένα άλλοθι, που προσφεύγοντας σε μια ψευδεπίγραφη
υπεριστορική αθλητική ιδεολογία θάβει και καταστρέφει δεκάδες αναβολικούς πρωταθλητές που διαπαιδαγωγούνται με το
αμείλικτο τρίπτυχο, Citius –Altius –Fortius, που καταλήγει να διαπαιδαγωγεί ολόκληρες
κοινωνίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου