Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ

       Σε μια προχθεσινή  εκπομπή  στη ΝΕΤ, από το  1995, σε επανάληψη,  για την Αλκη Ζέη της σειράς Μονόγραμμα, η συγγραφέας διηγιόταν τη ζωή της που ήταν συγχρόνως κι ένα οδοιπορικό στην νεώτερη ιστορία της Ελλάδας – κατοχή, εμφύλιος, εξορία, προσφυγιά, επαναπατρισμός, χούντα, αυτοεξορία, γυρισμός.
         Είκοσι χρόνια μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και  δυο χρόνια μετά το μνημόνιο στη χώρα μας κάποια λόγια  της συγγραφέως αποκτούν άλλο νόημα.
        Επισήμανση πρώτη: αναφερόμενη η συγγραφέας  στην πραγματικότητα που αντίκρισε  όταν έφτασε στην Τασκένδη τονίζει ότι δεν υπήρχε «ούτε μπάνιο ούτε τουαλέτα» και ότι στην αρχή όλες οι δυσκολίες την «παραξένεψαν», έκαναν να «σφιχτεί» η ψυχή της, ενώ αυτή πήγαινε πιστεύοντας ότι θα βρει «έναν επίγειο παράδεισο»
          Επισήμανση δεύτερη:  Αναφερόμενη στη δικτατορία υπογράμμισε ότι αμέσως μετά το πραξικόπημα έπρεπε να φύγει  για τη Γαλλία, γιατί κινδύνευε να πιαστεί, ο Γιώργος    (Σεβαστίκογλου)
        Η Αλκη Ζέη, νέα κοπέλα από αστική οικογένεια δεν ήταν η μόνη που τα χρόνια εκείνα ο πόλεμος και η αντίσταση ριζοσπαστικοποίησε. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, μικροαστικά και αστικά που είχαν αυτονομηθεί από τα παλιά κόμματα, τα οποία στην ουσία  είχαν επιβάλει τη δικτατορία, ενώ  δεν πρόσφεραν τίποτε  στα δύσκολα χρόνια, έλκονταν από τις επαγγελίες για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές για τις οποίες πρωτίστως μαζί με την εθνική απελευθέρωση αγωνιζόταν το ΕΑΜ. Το πρόγραμμά του και η δράση του ανταποκρίνονται στα αιτήματα μεγάλου  μέρους των λαϊκών και μικροαστικών ομάδων που συνειδητοποιούνται και ριζοσπαστικοποιούνται  όλο και περισσότερο. Στις δυνάμεις αυτές ανήκε ένα μεγάλο μέρος από την πιο συνειδητή ομάδα του ελληνισμού και από το  πιο φωτισμένο  τμήμα του, είτε στην εργατική τάξη είτε στη μεσαία  αστική τάξη είτε στο διανοούμενο και καλλιτεχνικό κόσμο της Ελλάδας.
        Μετά την ήττα του εμφυλίου, αγωνιστές από μικροαστικές οικογένειες ή αστικές, διανοούμενοι, εργάτες ή χωρικοί βρέθηκαν να στοιβάζονται στο τέρμα της … γης, την Τασκένδη.  Κάθε κοινωνική ομάδα, απ΄ αυτές που πήραν μέρος στον αγώνα, διαφορετικά,  με υλικούς όρους, φαντάζονταν  την κοινωνία που θα προέκυπτε από την επανάσταση . Όταν έφτασαν λοιπόν στην ΕΣΣΔ δεν έρχονταν σε μια πραγματική χώρα που  είχε προκύψει  30 χρόνια πριν από μια επανάσταση κι ένα εμφύλιο και αγωνιζόταν μέχρις εσχάτων στα χρόνια του πολέμου, αλλά στην γή της επαγγελίας, που φυσικά δεν ήταν. Ιδιαίτερα οι αγωνιστές που θα προέρχονταν από αστικές οικογένειες θα πρέπει να υπέστησαν το μεγαλύτερο σόκ.
          Σκέφτεται κανείς ότι αν  οι νικητές του εμφυλίου είχαν την τόλμη  να διευρύνουν τα στενά περιθώρια της ηγετικής τάξης του έθνους αποδεχόμενοι πολλούς από τους αγωνιστές, που περισσότερο επιδίωκαν μεταρρυθμίσεις κοινωνικές παρά επαναστατική ανατροπή, και μπορούσαν να ανεχτούν σε ένα ελάχιστο βαθμό κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, τότε ίσως πολλοί από τους αγωνιστές να είχαν ενσωματωθεί στο υπάρχον κοινωνικό σύστημα πολύ πιο νωρίς και ίσως και χωρίς μεγάλες  αλλαγές της κοινωνίας. Η πόλωση που το κυρίαρχο σύστημα  συντηρούσε από δική του ανασφάλεια περιθωριοποίησε έναν ολόκληρο κόσμο που δεν ήταν σίγουρα όλος επαναστατικός.
          Στα σύγχρονα χρόνια το κυρίαρχο σύστημα ενεργεί διαφορετικά. Αισθάνεται πολύ πιο σίγουρο και κάνει το παν για να μην αποκαλυφτεί το βάραθρο που ανοίγεται  ανάμεσα στους απλούς εργαζόμενους, εργάτες, μισθωτούς, και τις κυρίαρχες τάξεις. Συνεχώς το σύστημα δίνει την εντύπωση ότι προσφέρει εναλλακτικές λύσεις στην προσπάθεια να απορροφηθεί η συσσωρευμένη ένταση, ελπίζοντας ότι οι κοινωνικές πιέσεις θα αμβλυνθούν, χωρίς να μετατραπούν σε εκρηκτικά αδιέξοδα.
         Τότε οι κυβερνώντες επεδίωξαν για διάφορους λόγους την ένταση και την εκρηκτική διέξοδο του εμφυλίου, που τελικά περιθωριοποίησε και ως ένα βαθμό και διαταξικά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ισως δεν είναι σύμπτωση ότι η γενιά της αντίστασης, που είχε  καταφέρει μετά τον εμφύλιο να αστικοποιηθεί εν τω μεταξύ στο μεγαλύτερο μέρος της,  τον καιρό της χούντας ιδιώτευσε η “αυτοεξορίστηκε”  εκτός αν η ίδια η χούντα για δικούς της λόγους, δεν της το επέτρεπε.    Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια της Ζέη για τον άντρα της Σεβαστίκογλου που έφυγε αμέσως μετά τη χούντα στο Παρίσι.
       Στις μέρες μας, μέχρι και το μνημόνιο, οι κοινωνικές πιέσεις ήταν αρκετά περιορισμένες και η ισορροπία του συστήματος καλά κρατούσε. Κτιζόταν ένα οικονομικό κοινωνικό στρώμα  που τον ευκαιριακό πλουτισμό του πίστευε πως μπορούσε να μετατρέψει σε πολιτική εξουσία, ώστε να παγιώσει τα κεκτημένα του.  Το μνημόνιο ακυρώνει αυτές τις προσδοκίες, όχι όμως και την προσδοκία αυτών των μεσοστρωμάτων  για τη δυνατότητα του συστήματος  να ξαναβρεί τις ισορροπίες του συμπεριλαμβάνοντάς τους.
      Η πόλωση στη δεκαετία του ΄40 κινητοποίησε και ριζοσπαστικοποίησε ακόμα και  αστικά και μικροαστικά στρώματα.  Στις μέρες μας η καλλιέργεια ψευδαισθήσεων από τη μεριά των κυβερνώντων και η δική μας αδυναμία και δειλία ν’ αντικρίσουμε την πραγματικότητα μας οδηγεί στην πλήρη υποταγή στις αποφάσεις τους. 
    Οι μόνες αντιδράσεις από την εργατική τάξη ξεκινούν... η απεργία στη χαλυβουργία συνεχίζει.
        Δεν έχουμε όμως  δώσει σαν σύνολο   οι εργαζόμενοι    κανέναν κοινό αγώνα, ενώ υπάρχει ο  φόβος να  χάσουμε στον ταξικό πόλεμο. Αποδεχτήκαμε την  κοινωνική υποταγή μας στις αποφάσεις των κυβερνώντων, εγχώριων και διεθνών, με αναρίθμητες πράξεις νομιμοφροσύνης που υπογράφουμε κάθε μέρα αποδεχόμενοι νόμους που υπονομεύουν την επιβίωσή μας.
     Η  συνολική συνειδητοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση μας μοιάζει μακρινή ακόμα …

Δεν υπάρχουν σχόλια: